Σε μία από τις εμβληματικές ταινίες της δεκαετίας του ’90, το «Άρωμα γυναίκας», στον πυρήνα της υπόθεσης, που επικεντρώνεται γύρω από τη σχέση του βετεράνου αντισυνταγματάρχη Αλ Πατσίνο και του τελειόφοιτου λυκείου Κρις Ο’ Ντόνελ, βρίσκεται μία φάρσα που έστησαν κάποιοι μαθητές στον λυκειάρχη ενός σχολείου στις ΗΠΑ, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να πέσει μπογιά στο αυτοκίνητό του και στα ρούχα του. Στήνεται ολόκληρο πειθαρχικό, αναζητούνται οι ένοχοι μαθητές, ξεκινάει κάτι σαν δίκη, απειλούνται με αποβολή οι υπεύθυνοι.
Ας μη σταθούμε στα ηθικά διδάγματα της ταινίας για τα παιδιά πλουσίων που «καρφώνουν» τους συμμαθητές τους. Δεν διεκδικούμε αξιώσεις κινηματογραφικής κριτικής σε αυτή τη στήλη εξάλλου. Ας σταθούμε σε κάτι άλλο: μια παρόμοια ταινία δεν θα μπορούσε εξαρχής να είχε γυριστεί ποτέ στην Ελλάδα. Όχι γιατί δεν έχουμε απόστρατους αξιωματικούς, εργαζόμενους εφήβους ή κακομαθημένα πλουσιόπαιδα. Αλλά γιατί είναι παντελώς απούσα η οποιαδήποτε κουλτούρα αναζήτησης ευθυνών και επιβολής ποινών σε οποιονδήποτε μαθητή ή φοιτητή, οτιδήποτε και αν έχει κάνει. Για δεκαετίες ολόκληρες, όχι μπογιά να έριχναν, αλλά ολόκληρο τοίχο να γκρέμιζαν, οι φοιτητές είχαν a priori δίκιο και σίγουρα κάποια καλή δικαιολογία που το έκαναν. Η Εκκλησία θέτει (όχι με ακρίβεια βέβαια) ως «κατώφλι» της ενσυνείδητης αμαρτίας τα 12 ή 13 χρόνια, η κοινωνία θεωρεί ότι οι νέοι είναι άμοιροι ευθυνών τουλάχιστον μέχρι τα 30 τους χρόνια…
Στα πανεπιστήμια, επί σειρά δεκαετιών, φοιτητές -αλλά σε πολλές περιπτώσεις και εξωπανεπιστημιακοί- χτύπαγαν φοιτητές, απειλούσαν καθηγητές, έχτιζαν τις εισόδους στα γραφεία πρυτάνεων, καταλάμβαναν παράνομα χώρους και μόνο σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις κάποιος τιμωρείτο. Η διαδικασία άρσης του πανεπιστημιακού ασύλου είχε περισσότερες δικλίδες ασφαλείας και από τη διαδικασία ενεργοποίησης του πυρηνικού οπλοστασίου των Ηνωμένων Πολιτειών μέχρι το 2019 που καταργήθηκε πλήρως. Οι κυβερνήσεις διαχρονικά φοβούνταν μήπως κάποιος φοιτητής τραυματιστεί σοβαρά από την Αστυνομία και η κατάσταση μετά ξεφύγει εκτός ελέγχου.
Οι πρυτανικές Αρχές ήταν σε αυτό το θέμα -και παραμένουν εν πολλοίς- ούτως ή άλλως ευθυνόφοβες, αν και πολλές φορές η απειλή του «χτισίματος» ή πράξεων βίας επικρεμάτο πάνω από κάθε δύσκολη απόφαση που καλούντο να λάβουν. Αυτό ωστόσο δεν δικαιολογεί γιατί το λεγόμενο «Στέκι Βιολογικού» στο ΑΠΘ τελούσε υπό κατάληψη για 34 (!) ολόκληρα χρόνια ή γιατί το κυλικείο της Νομικής στο ΕΚΠΑ δεν το λειτουργεί ούτε το πανεπιστήμιο ούτε κάποιος ιδιώτης, αλλά είναι αυτοδιαχειριζόμενο από «αντιεξουσιαστές»…
Η λεγόμενη «Πανεπιστημιακή Αστυνομία» αποδείχθηκε ένα ατυχές και ανεφάρμοστο στην πράξη σχέδιο, ενώ οι υπόλοιπες προβλέψεις του ίδιου εκείνου νόμου έχουν υιοθετηθεί στην πραγματικότητα από ελάχιστα ΑΕΙ και με τρόπο διστακτικό. Οι πρυτάνεις, αντιπρυτάνεις και λοιποί διοικούντες πολύ μικρή ζέση έδειξαν την τελευταία τετραετία για να συστήσουν «Μονάδα Ασφάλειας και Προστασίας», να δημιουργήσουν «Επιτροπή Ασφάλειας και Προστασίας ΑΕΙ» ή να φτιάξουν τον «Κανονισμό Ελεγχόμενης Πρόσβασης ΑΕΙ», όπως ορίζει ο ψηφισμένος νόμος. Ούτε κάποιο κίνημα καθηγητών ή φοιτητών είδαμε βέβαια να αναπτύσσεται υπέρ των μέτρων ασφαλείας στους πανεπιστημιακούς χώρους ώστε να προστατεύεται η έρευνα και η διδασκαλία.
Παρ’ όλα αυτά, τα τελευταία χρόνια το «ταμπού» της παρουσίας της Αστυνομίας εντός των ΑΕΙ -μόνο βέβαια εφόσον κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο- έσπασε, καταλήψεις διαλύθηκαν, δηλώσεις κυβερνητικών για το «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα» που θα αποκρούσει τους ταραξίες ανήκουν στο παρελθόν. Το πρόβλημα περιορίστηκε, αλλά δεν εξαφανίστηκε.
Η σχετική συζήτηση είχε φύγει λίγο έως πολύ από τη δημόσια σφαίρα μέχρι που έγινε η εισβολή κρανοφόρων στη Νομική Αθηνών, με άγνωστη αιτία ή αφορμή αλλά γνωστό αποτέλεσμα, τον σοβαρό τραυματισμό ενός φοιτητή και την τρομοκράτηση άλλων όπως και καθηγητών. Αν ήταν φοιτητές οι τραμπούκοι που επιτέθηκαν ή όχι, ούτε το γνωρίζουμε ούτε πιθανότατα θα το μάθουμε. Μπορούμε όμως να πούμε με σχετική σιγουριά το εξής: πιο σημαντικό από τα όποια νέα μέτρα ληφθούν είναι τόσο η Πολιτεία όσο και οι πρυτάνεις των πανεπιστημίων, οι κοσμήτορες των σχολών και οι πρόεδροι των τμημάτων να έχουν τη βούληση να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον ασφαλείας για φοιτητές και διδάσκοντες και βέβαια για το διοικητικό προσωπικό και να δείξουν έμπρακτα ότι το εννοούν και πως δεν θα κάνουν πίσω.
Εφημερίδα Απογευματινή