Η Τουρκία έχει μια υπαρξιακή αγωνία, σε επίπεδο εθνικής ασφαλείας: το πώς θα πετύχει ανάσχεση των διεργασιών για ένα αυτόνομο Κουρδιστάν. Η γεωπολιτική υψηλής έντασης που κυριαρχεί στη Δυτική Ασία και η κινούμενη άμμος στη Μεσοποταμία ευνοούν αυτό που συμπεριλαμβάνει το Ισραήλ στη «νέα τάξη πραγμάτων» που σχεδιάζει και προωθεί για την εν γένει περιοχή. Ένα Κουρδικό κράτος με βάση την αυτόνομη περιοχή στο Βόρειο Ιράκ, αλλά και την υπό αυτοδιάθεση περιοχή της Ρατζάβα στη Συρία. Η Άγκυρα ευλόγως δεν εμπιστεύεται την Τεχεράνη ως προς το πώς θα χειρισθεί τα ζητήματα των εδαφών των Κούρδων στην ιρανική επικράτεια με δεδομένο ότι αυτή η ενότητα των κουρδικών πληθυσμών διαβιούν σε καθεστώς ενισχυμένης αυτοδιοίκησης.
Η Τουρκία είχε στη διάθεσή της μια δυνατότητα που τελικά την αξιοποίησε: να οδηγήσει και να συμφωνήσει σε μια ενσωμάτωση τους Κούρδους της Τουρκίας, δημιουργώντας συνθήκες συνοχής εντός της επικράτειάς της. Για να συμβεί κάτι τέτοιο προϋπέθετε τον εθελούσιο αφοπλισμό του PKK. Της ένοπλης οργάνωσης, εθνικοαπελευθερωτικού χαρακτήρα, που είχε συγκροτηθεί από το 1978, όπως πολλά Αριστερά ανταρτικά ανάλογα κινήματα της τότε εποχής, με παρότρυνση και της Σοβιετικής Ένωσης και των δικτύων επιρροής της. Ο κρίσιμος σταθμός για το PKK ήταν η σύλληψη του ηγέτη του Α. Οτσαλάν το 1999, με την εμπλοκή των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, της κυβέρνησης Σημίτη και της ελληνικής πρεσβείας στο Ναϊρόμπι και ο εγκλεισμός του από τότε μέχρι και σήμερα σε συνθήκες πλήρους απομόνωσης στη φυλακή της νήσου Ιμραλί στη θάλασσα του Μαρμαρά. Ουδείς ουσιαστικά σε δημόσια θέα έχει δει και συζητήσει με τον ιστορικό ηγέτη του ΡΚΚ για δεκαετίες.
Με το πέρασμα των ετών η ένοπλη δράση του ΡΚΚ στο εσωτερικό της Τουρκίας ατόνησε, όπως και η εμπλοκή του σε ένοπλες συγκρούσεις σε περιοχές γειτονικών χωρών. Η επίσημη Τουρκία στην κρατική προπαγάνδα της, αλλά και στις διπλωματικές συνομιλίες της, επίσημες και ανεπίσημες, πάντα ήθελε να συνδέει το PKK με τις ένοπλες δυνάμεις και ομάδες στη Μεσοποταμία και ειδικά τους Κούρδους της Συρίας, τους YPG. Πάντα, όμως, αυτό αποτελούσε μέρος μιας μυθολογίας που προωθούσε η Άγκυρα και οι μυστικές υπηρεσίες της, σε μια προσπάθεια, όπως έμπειροι παρατηρητές σημειώνουν, από τη μια να χειραγωγήσει την ηγεσία και τον στρατιωτικό σχεδιασμό, ειδικά των YPG, και από την άλλη να τους παρουσιάσει ως επιρροή της Ρωσίας στη Συρία. Τίποτα από αυτά δεν έχει επιβεβαιωθεί αφού οι Κούρδοι της Συρίας πολέμησαν απέναντι στις ισλαμικές δυνάμεις της τζιχάντ και του χαλιφάτου του ISIS, σε πλήρη συντονισμό με τις αμερικανικές υπηρεσίες, έχοντας αποκτήσει βαθμηδόν εκλεκτικές σχέσεις με την Ιερουσαλήμ.
Από τον Οκτώβριο του 2024 το καθεστώς Ερντογάν και οι κυβερνητικοί και όχι μόνον σύμμαχοί τους οι «Γκρίζοι Λύκοι» διά του ηγέτη τους, Ντ. Μπαχτσελί, είχαν παρουσιάσει μια πλατφόρμα μόνιμης εκεχειρίας για τους Κούρδους του PKK. Με βάση αυτήν θα μπορούσε ο Οτσαλάν να προβεί σε μια δήλωση, σύμφωνα με την οποία θα υπεστήριζε την κατάθεση των όπλων του PKK και την ενσωμάτωσή τους στη δημοκρατική διαδικασία, προφανώς στο πλευρό του φιλοκουρδικού «Κόμμα Ελευθερίας και Δημοκρατίας των Λαών» (DEM) που συμμετέχει στις εκλογές και το Κοινοβούλιο. Σαν ανταμοιβή, η προεδρία Ερντογάν προτίθεται να απελευθερώσει τον γηραιό πλέον Οτσαλάν υπό περιοριστικούς όρους, όπως αξιώνει ο Μπαχτσελί. Η σχετική δήλωση-έκκληση από τον ιστορικό ηγέτη του PKK έγινε τον Φεβρουάριο και η απόφαση για τον αφοπλισμό και τον συμβιβασμό με το τουρκικό κράτος ελήφθη με συνέδριο την Κυριακή από την ένοπλη οργάνωση.
Η Τουρκία σχεδιάζει, σύμφωνα με πληροφορίες, να παρουσιάσει τον Οτσαλάν ως ένα Ν. Μαντέλα των Κούρδων και να επηρεάσει εκ των έσω τις γενικότερες αποφάσεις των Κούρδων, έχοντας διασφαλίσει κατ’ αρχάς τη συνοχή των πληθυσμών στην επικράτειά της. Ο αφοπλισμός του PKK μπορεί και να επηρεάσει τη δυναμική του αφοπλισμού της Χαμάς στη Γάζα και την εξελισσόμενη διαδικασία για τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο. Ή τουλάχιστον αυτό το «χαρτί» μπορεί να επιχειρήσει η Άγκυρα να παίξει στην Ουάσιμγκτον για ενίσχυση της δικής της διαπραγματευτικής θέσης.
Εφημερίαδα Απογευματινή