Ένα είναι βέβαιο. Επειδή οι επιστημονικές αποδείξεις δεν είναι αρεστές σε όσους θεώρησαν την τραγωδία των Τεμπών καλή ευκαιρία για πολιτική ανάδειξη, το θέμα αυτό δεν θα σταματήσει να τυγχάνει εκμετάλλευσης. Έστω και με «υλικά» που δεν υπάρχουν. Ήδη η τακτική αυτή επιβεβαιώθηκε στη Βουλή. Έχουν λάβει δε τέτοια έκταση και δημοσιότητα οι φανταστικών θεωριών «αποδείξεις» όσων θέλουν να δρέψουν πολιτικούς καρπούς από την τραγωδία αυτή, που είναι αναπόφευκτη η εμμονή σε ανύπαρκτες αιτίες. Άλλωστε, η σιωπή από δω και πέρα θα σήμαινε ομολογία μιας σκόπιμα συκοφαντικής τακτικής που ακολουθήθηκε.
Οι επιθέσεις που συνεχίζονται υπονομεύουν θεσμούς και κάθε κανόνα νομιμότητας, δεδομένου ότι, όπως έχουμε ξαναπεί, η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση. Επομένως, θα πρέπει να είμαστε ως κοινωνία προετοιμασμένοι να ακούσουμε τις παλαιές και ίσως και νέες θεωρίες, να αναδειχθούν νέα «εγκληματικά» στοιχεία τα οποία στελεχώνουν την κυβέρνηση και το κράτος και που όλα έχουν συνωμοτήσει για να αποκρυφθεί η αλήθεια και να καλυφθούν οι ένοχοι. Οι οποίοι αναγκαστικά πρέπει να βρίσκονται μέσα στις τάξεις των αντιπάλων της αντιπολίτευσης. Όλης ή επιμέρους κομμάτων.
Δεν είναι τυχαίο ότι η λέξη «συγκάλυψη» αποτελούσε το επαναλαμβανόμενο μοτίβο τα τελευταία δύο χρόνια και επί τoυ οποίου βασίστηκε από τα άλλα κόμματα η θεμελίωση της κυβερνητικής ενοχής. Και αυτή η λέξη θα συνεχίσει να κυριαρχεί στο αντιπολιτευτικό λεξιλόγιο. Μόνο που αυτό σημαίνει ότι για ορισμένους στο πολιτικό παιγνίδι, αλλά ευτυχώς όχι για την κοινή γνώμη, όλο και περισσότερο θα διευρύνεται ο κύκλος των «συνενόχων» όσων συμμετείχαν στην κυβερνητική «σκευωρία». Συμπεριλαμβανομένων επιστημόνων και πραγματογνωμόνων που δεν έβγαλαν συμπεράσματα και πορίσματα τα οποία θα ευνοούσαν τη συκοφαντική τακτική που ακολουθήθηκε και που θα εξασφάλιζε, υποτίθεται, σε κάποιους πολιτικά κέρδη και ίσως ακόμη και την εξουσία!
Η άρνηση κάθε επίσημης επιστημονικής άποψης που μπορεί να διατυπώνεται για οποιοδήποτε ζήτημα που αφορά την κοινωνία συνιστά στην ουσία υπονόμευση κανόνων και αρχών που πρέπει να διέπουν ένα κράτος. Αντιστοίχως δε συνιστά νομιμοποίηση -για την ακρίβεια απόπειρα νομιμοποίησης με το έτσι θέλω- των εκτιμήσεων κάθε αναρμόδιου, απλώς και μόνο επειδή εξυπηρετούν όσους τον εμπιστεύονται! Και φυσικά η άρνηση αυτή συνήθως γενικεύεται και παίρνει αμπάριζα και τη Δικαιοσύνη, ειδικά όταν οι αποφάσεις της βασίζονται στο δίκαιο και σε πραγματικά γεγονότα και όχι στις εμμονές των συνωμοσιολογικών θεωριών. Έτσι, όμως, υπονομεύεται το κράτος δικαίου από αυτούς που υποκριτικώς επιδιώκουν, υποτίθεται, την επικράτησή του.
Με ενδιαφέρον επομένως αναμένεται η τακτική που θα ακολουθήσουν οι φορείς των θεωριών περί συγκάλυψης, μεταφοράς λαθραίων εμπορευμάτων και… εκρηκτικών. Θα είναι και μια δοκιμασία, κυρίως, γι’ αυτούς, ώστε να διαπιστώσουν πόσο ασπάζεται η κοινή γνώμη τις θεωρίες τους, η οποία, πάντως, φαίνεται να τους εγκαταλείπει.
Εφημερίδα Απογευματινή