Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, παρά τη µηδενιστική κριτική της αντιπολίτευσης, έχει αποδείξει µε απτά, µετρήσιµα αποτελέσµατα τη σταθερή προσήλωση στην υποστήριξη της δηµόσιας Τριτοβάθµιας Εκπαίδευσης. Αδιάσειστη επιβεβαίωση της παραπάνω πολιτικής επιλογής αποτελεί, όπως δήλωσε και η υπουργός Παιδείας, Σοφία Ζαχαράκη, η αύξηση κατά 117% σε σχέση µε το 2019 της χρηµατοδότησης των ΑΕΙ. Από τα 665 εκατοµµύρια ευρώ έχουµε φτάσει στα 1,4 δισεκατοµµύριο ευρώ.
Η οµολογουµένως ιδιαίτερα σηµαντική αυτή αύξηση δεν αποτελεί µία απλή µεταβολή σε επίπεδο αριθµών, αλλά αντικατοπτρίζει την προσήλωσή µας στην πολύπλευρη και ουσιαστική αναβάθµιση της παρεχόµενης δηµόσιας Τριτοβάθµιας Εκπαίδευσης. Στρατηγική επιδίωξη αποτελεί η ενδυνάµωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών Πανεπιστηµίων, µέσω της αναβάθµισης των υφιστάµενων υποδοµών, της διαρκούς βελτίωσης της ποιότητας των σπουδών και της ενθάρρυνσης πρωτοβουλιών για ανάπτυξη συνεργασιών µε ξένα πανεπιστηµιακά ιδρύµατα.
Στόχος, σε άµεση συνεργασία µε την ακαδηµαϊκή και φοιτητική κοινότητα, είναι να έχουµε Πανεπιστήµια που να ανταποκρίνονται καλύτερα στις σύγχρονες ακαδηµαϊκές και κοινωνικές προκλήσεις. Παρά τα θετικά βήµατα που έχουν γίνει, αυτό δεν σηµαίνει απαραίτητα ότι στο ελληνικό Πανεπιστήµιο λειτουργούν όλα άψογα. Τα πρόσφατα βίαια περιστατικά, σε Νοµική Σχολή και Πολυτεχνειούπολη Ζωγράφου, αναδεικνύουν ότι προκειµένου να αντιµετωπιστούν οριστικά τοξικές µειοψηφίες, οφείλουµε να εντείνουµε την προσπάθεια που άρχισε το 2019.
Πράγµατι, πρώτη φορά στη µεταπολίτευση, δεν υπάρχει ενεργή κατάληψη στα πανεπιστηµιακά ιδρύµατα της χώρας. Ενδεικτικό είναι ότι µόνο το τελευταίο διάστηµα δύο κατειληµµένοι πανεπιστηµιακοί χώροι, στο ΑΠΘ και στο Πανεπιστήµιο Κρήτης, επέστρεψαν προς χρήση στην πανεπιστηµιακή κοινότητα, ενώ πλέον η Αστυνοµία επεµβαίνει στα ΑΕΙ, όπως θα συνέβαινε και σε κάθε άλλο δηµόσιο χώρο. Αναµφίβολα, το εγχείρηµα της Πανεπιστηµιακής Αστυνοµίας δεν ανταποκρίθηκε πλήρως στις αρχικές προσδοκίες, καθώς αντιµετώπισε σηµαντικές δυσκολίες στην πράξη και δεν κατάφερε να εδραιωθεί επαρκώς στο ακαδηµαϊκό περιβάλλον. Το κενό αυτό, δηλαδή της άµεσης και διαρκούς επί του πεδίου αστυνόµευσης, εκµεταλλεύονται περιστασιακά µειοψηφικές δυνάµεις διαταράσσοντας την ακαδηµαϊκή καθηµερινότητα και φτάνοντας, σε πολλές των περιπτώσεων, σε εγκληµατικές ενέργειες που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή και την ακεραιότητα συµπολιτών µας. Αναγνωρίζοντας την ανάγκη περαιτέρω δράσης, η κυβέρνηση, διά της αρµόδιας υπουργού, παρουσίασε ένα ολοκληρωµένο και ρεαλιστικό σχέδιο παρεµβάσεων.
Κύρια χαρακτηριστικά του νέου πλαισίου αποτελούν οι πειθαρχικές διαδικασίες µε αυστηρές προθεσµίες, αυτοδίκαιες αναστολές και διαγραφές φοιτητών για σοβαρές πράξεις βίας, καθώς και η αποκατάσταση των ζηµιών από τους υπευθύνους. Επίσης, καθιερώνονται σαφείς κανόνες ευθύνης για τις διοικήσεις των ιδρυµάτων, διασφαλίζοντας τη συνέπεια στις θεσµικές τους υποχρεώσεις και τα χρονοδιαγράµµατα. Παράλληλα, θεσπίζονται νέα σχέδια ασφάλειας, ελεγχόµενη είσοδος και ειδικό ποινικό πλαίσιο. Το πρόβληµα της βίας στα Πανεπιστήµια δεν είναι πρόσφατο φαινόµενο, αλλά αποτελεί παθογένεια που για δεκαετίες ταλαιπωρεί την ελληνική Τριτοβάθµια Εκπαίδευση. Η αποτελεσµατική του διαχείριση απαιτεί συνεχή προσπάθεια και συνέπεια. Κυρίως όµως χρειάζεται ειλικρινή, διακοµµατική συνεννόηση.
Αν και όλοι διατείνονται ότι καταδικάζουν τη βία, υπάρχουν πολιτικές δυνάµεις που σχετικοποιούν ή υποβαθµίζουν τέτοια φαινόµενα, αφήνοντας περιθώρια ανοχής. Εχουµε χρέος να διαλέξουµε τον δρόµο της ευθύνης, στοχεύοντας σε ένα σύγχρονο, δηµόσιο Πανεπιστήµιο, τον θεσµό που για δεκαετίες υπήρξε σηµείο αναφοράς και φορέας των ονείρων και των προσδοκιών της ελληνικής κοινωνίας.
Κυριακάτικη Απογευματινή / Γιάννης Λοβέρδος