Στις 23 Μαΐου δυσαρεστημένος από την πορεία των συζητήσεων με την Κομισιόν, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε δασμούς της τάξης του 50% από 1η Ιουνίου. Το σοκ όχι μόνον στις διεθνείς αγορές αλλά και στα υπουργεία Οικονομικών και Εμπορίου ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού ήταν συντριπτικό. Οι συναλλαγές μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ είναι πολύ υψηλές για να επιτραπεί ένας τέτοιος ανταγωνισμός στο μεταξύ τους εμπόριο. Εντός 48 ωρών (στις 25 Μαΐου) ο Λευκός Οίκος ανέστειλε τη συγκεκριμένη απόφασή του και ανέβαλε την επιβολή δασμών στην Ευρώπη για την 1η Ιουλίου. Είχε μεσολαβήσει ένα πολύ ένθερμο τηλεφώνημα μεταξύ του Τραμπ και της επικεφαλής της Κομισιόν Φον ντερ Λάιεν, που άλλαξε το κλίμα.
Το ενδεχόμενο ενός εμπορικού πολέμου, με απροσδιόριστη μάλιστα διάρκεια, είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση που δεν μπορεί να αφεθεί στις διαθέσεις της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών. Η σύγκρουση της αλαζονείας και του εγωισμού των «ευρωκρατών» και της ρεπουμπλικανικής ομάδας Τραμπ, δεν μπορεί να καθορίσει την τύχη και την πορεία της Δύσης. Χωρίς τουλάχιστον να εμπλακούν στην όλη διεργασία οι εθνικές ηγεσίες που έχουν την ευθύνη και την αρμοδιότητα των λαών της Ευρώπης να λάβουν τέτοιου τύπου αποφάσεις.
Τους τελευταίους μήνες έχει επικρατήσει στην Ευρώπη και ειδικά στις Βρυξέλλες ένα πολεμικό κλίμα απέναντι στη διοίκηση Τραμπ στην Ουάσινγκτον. Από την άλλη, οι επιλογές, ο τρόπος διαπραγμάτευσης και το ύφος του Λευκού Οίκου προκαλούν έκπληξη, αιφνιδιασμό και αγανάκτηση στις φιλελεύθερες ευρωπαϊκές ελίτ που διοικούν επί της ουσίας το γκρουπ των «27».
Πολλές πρώην αποικιοκρατικές δυνάμεις στην Ευρώπη, κυρίως η Γαλλία, η Βρετανία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, αλλά και κεντρικές δυνάμεις όπως η Γερμανία, φοβικές δυνάμεις όπως οι Βαλτικές ή οι χώρες της Σκανδιναβίας, με την πρώτη ένταση άρχισαν να αναζητούν διέξοδο σε μια διεθνή και εμπορική στρατηγική που υπερέβαινε τα όρια της Δύσης κοιτώντας προς τους BRICS και την απέραντη ασιατική ενδοχώρα. Πρόβαλαν μάλιστα και διαδρομές όπως άλλοτε του Μάρκο Πόλο προς την Κίνα. Ουσιαστικά με όρους εμπορικού ανταγωνισμού και έντασης, Ευρώπη και ΗΠΑ δείχνουν πιο έτοιμες από ποτέ να μετατραπούν σε έρμαια μιας σύγχρονης «παγίδας του Θουκυδίδη» για την οποία σε τόσο μεγάλο βαθμό ομνύουν οι ηγεσίες τους. Φυσικά η Ευρώπη δεν έχει συνοχή και οι εθνικές προτεραιότητες κυριαρχούν. Οπότε παρά τις γενικές διακηρύξεις μία μία χώρα στο παρασκήνιο συζητά με την Ουάσινγκτον, έστω και αν δεν υπάρχουν στη συγκεκριμένη περίπτωση οι δυνατότητες για ακριβά δώρα όπως αυτά που προσφέρει στον Ντ. Τραμπ η οικογένεια των Αλ Θάνι του Κατάρ.
Στον επόμενο μήνα αν η Ευρώπη θέλει να διατηρήσει τη συγκρότησή της και η Δύση τη συνοχή της, οι συζητήσεις Βρυξελλών – Ουάσινγκτον θα πρέπει να γίνουν πιο ουσιαστικές. Ειδικά τώρα που το γκρουπ των «27» και η Βρετανία βρήκαν τον δρόμο για μια νέα εναρμόνισή τους. Για να συμβεί αυτό και με δεδομένο ότι οι ΗΠΑ βαρύνονται με εμπορικό έλλειμμα στις συναλλαγές με την Ευρώπη η τελευταία θα πρέπει να πετύχει μια καλή προσφορά στη συναλλακτική Ουάσινγκτον. Αυτή θα σχετίζεται με το ποσοστό των αμερικανικών εξοπλισμών που θα θωρακίσουν τις ευρωπαϊκές ένοπλές δυνάμεις. Η δεύτερη παράμετρος όμως θα πρέπει να είναι πιο πολιτικά εμπορική. Για παράδειγμα, να καταργηθεί η επονομαζόμενη «ευρωπαϊκή ιδιαιτερότητα». Ο ανακυκλούμενος Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ). Η Ουάσινγκτον τον λογίζει ως δασμό σε βάρος της. Διπλό το κέρδος. Μια θεματική θετική κίνηση προς τις ΗΠΑ από τη μία. Μια απροσδόκητη θετική έκπληξη, στα όρια του σοκ για τους λαούς της Ευρώπης που βασανίζονται από το αυξημένο κόστος ζωής σε προϊόντα και υπηρεσίες. Ανάσχεση απέναντι στα εθνικιστικά κινήματα της νέας δεξιάς που ετοιμάζονται να αναλάβουν τη διοίκηση των κρατών της «γηραιάς ηπείρου».
Εφημερίδα Απογευματινή