Δύο πρώην πρωθυπουργοί είναι το τελευταίο διάστημα στην επικαιρότητα των ρεπορτάζ και στις παραπολιτικές στήλες. Ο λόγος για τον Αντώνη Σαμαρά και τον Αλέξη Τσίπρα. Πρόκειται για εντελώς διαφορετικές προσωπικότητες με απολύτως αντίθετες διαδρομές. Ο μεν Σαμαράς ακολούθησε την πεπατημένη της «τάξεώς του» και στα 26 του χρόνια έγινε βουλευτής, αφού προηγουμένως είχε περάσει από τα κατάλληλα σχολεία και πανεπιστήμια. Ο δε Τσίπρας αποτελεί εκ των πραγμάτων case stady, καθώς από μια κανονική οικογένεια και από το «σχολείο της Γκράβας», όπως συνηθίζει να λέει, έφτασε στο αξίωμα του πρωθυπουργού.
Και για τους δύο κυκλοφορούν διάφορα σενάρια αναφορικά με τις προθέσεις τους, ακόμα και για το ενδεχόμενο δημιουργίας νέου πολιτικού φορέα. Ουδείς μπορεί να μιλήσει με ασφάλεια για το κατά πόσο η σχετική παραφιλολογία έχει βάση, έστω και αν από τις κινήσεις που κάνουν μπορούν να βγουν συμπεράσματα. Συμπεράσματα, ωστόσο, βγαίνουν από την εν γένει στάση τους το διάστημα που είναι εκτός νυμφώνος, άλλωστε -όπως ενδεικτικά αναφέρεται- «ο χαρακτήρας μας είναι το πεπρωμένο μας».
Ο κ. Σαμαράς δείχνει με όλη του τη στάση να πορεύεται με αποκλειστικό γνώμονα την πικρία του. Πετροβολώντας το (πρώην) κόμμα του, υιοθετώντας τις πιο ακραίες θεωρίες συνωμοσίας, αλλά και τις πιο αστήρικτες κατηγορίες για τη χώρα του. Με αποτέλεσμα, μόλις προχθές να γελοιοποιηθεί με την ανακοίνωση που εξέδωσε για τη Μονή Σινά. Πριν καλά καλά μάθουμε τι ακριβώς έχει συμβεί με το δικαστήριο της Αιγύπτου, ο κ. Σαμαράς είχε σπεύσει να δηλώσει ότι η Ελλάδα οδηγείται στην περιθωριοποίηση και στη διεθνή ανυποληψία. Η δήλωσή του αποδείχτηκε πως, εκτός από μεγαλειώδης γκάφα, ήταν και χαιρέκακη. Και αυτό αποτελεί ντροπή για έναν πολιτικό που έχει διατελέσει πρωθυπουργός.
Ο Αλέξης Τσίπρας πολιτεύεται με τον αντίθετο τρόπο, σεβόμενος και τον θεσμικό ρόλο του. Όπου βρεθεί και όπου σταθεί δηλώνει ότι δεν θέλει να προκαλέσει κανένα θέμα στον ΣΥΡΙΖΑ και στον πρόεδρό του. Παρεμβαίνει πάντα πολιτικά και όχι μικροκομματικά και σίγουρα χωρίς μικροψυχία για τον χώρο του.
Αυτό όμως είναι το λιγότερο, άλλωστε έχουν διαφορετικό αξιακό κώδικα. Το σημαντικότερο είναι το αποτύπωμα που αφήνουν οι δύο πρώην πρωθυπουργοί. Ο Σαμαράς ξεκίνησε την καριέρα του ως το αστέρι της γενιάς του και έχει καταντήσει σχεδόν συνομιλητής του Βελόπουλου και της Λατινοπούλου, μιας και -πάνω κάτω- λένε τα ίδια. Ο Τσίπρας, στον αντίποδα του στάσιμου Σαμαρά, είναι ο πλέον εξελίξιμος πολιτικός. Γνήσιο τέκνο της γενιάς του, κουβαλούσε τα συμπλέγματα της ηττημένης Αριστεράς, αμφισβήτησε το σύστημα, συγκρούστηκε, έκανε τους συμβιβασμούς του, αλλά ποτέ δεν ταυτίστηκε με αυτό που πολεμούσε. Πολιτεύεται πάντα εντός των συνόρων που ξεκίνησε τη διαδρομή του, επιδιώκοντας -έστω με καθυστέρηση- να ανοίξει όσο γίνεται τους ορίζοντές του.
Αμφότεροι δε, έχουν ινστιτούτα που φέρουν τα ονόματά τους. Ο Σαμαράς έχει κάνει μόλις μία ομιλία στο ίδιο βαρετό μοτίβο των τελευταίων τριάντα ετών. Σαν να έχουν σταματήσει οι δείκτες του ρολογιού στην αλήστου μνήμης Πολιτική Άνοιξη. Ο Τσίπρας διοργανώνει το δεύτερο διεθνές συνέδριο με σημαντικές προσωπικότητες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, σε συνέχεια του πρόσφατου ταξιδιού του στο Harvard. Τα προαναφερθέντα δηλούν πολλά. Ιδίως για το ποιος είναι το μακρινό χθες και για το ποιος μπορεί να έχει (και) μπόλικο μέλλον.
Εφημερίδα Απογευματινή