Αρση µονιµότητας στο ∆ηµόσιο. Συζήτηση περί όνου σκιάς;

18:30 - 2 Ιουνίου 2025

Οχι, µαζικές διαδηλώσεις στην επικράτεια για την άρση της µονιµότητας στο ∆ηµόσιο δεν είχαµε. Οµως τα ποσοστά των θετικών γνωµών υπέρ της κατάργησης στην πρόσφατη δηµοσκόπηση της MARC ξεπερνούν την πολιτική µας φαντασία. Το 76,2% στο σύνολο το πληθυσµού λένε ναι στην άρση της µονιµότητας στο ∆ηµόσιο. Υπέρ της κατάργησης συνηγορούν το 82,5% της Ν.∆. και το 76,9% του ΠΑΣΟΚ. Αλλά και στα κόµµατα της Αριστεράς έχουµε δυσάρεστες για τις ηγεσίες τους εκπλήξεις: το 66,9% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ λένε ναι στην άρση µονιµότητας, στο ΚΚΕ θετικά απαντούν το 62%. Ισως το πιο εντυπωσιακό στοιχείο είναι οι µετρήσεις των διαθέσεων «εντός των τειχών» του ∆ηµοσίου, µε το 41,2% των υπαλλήλων να συµφωνούν και το 23,3% να υιοθετούν το «µάλλον συµφωνεί».

Η δηµοσκόπηση πυροδότησε µια έντονη πολιτική διαµάχη για το κρίσιµο αυτό θέµα, καθώς ο πρωθυπουργός έθεσε ζήτηµα να τεθεί η άρση της µονιµότητας στη συζήτηση για την επικείµενη αναθεώρηση του Συντάγµατος. Το ΠΑΣΟΚ αντέδρασε, ρίχνοντας βάρος στην τόνωση των ήδη υπαρχόντων ελεγκτικών και κυρωτικών µηχανισµών του ∆ηµοσίου, ενώ τα κόµµατα της Αριστεράς και τα συνδικάτα εκδήλωσαν την κάθετη αντίθεσή τους. Ανακύπτουν εδώ δύο ερωτήµατα. Το πρώτο, πόσο ρεαλιστική είναι η πρόταση της κυβέρνησης να ξεκινήσει ουσιαστικός διάλογος για άρση της µονιµότητας. Με άλλα λόγια, είναι διατεθειµένος ο πρωθυπουργός να «σπάσει αβγά» για να καθιερώσει µια νέα τάξη πραγµάτων στο ∆ηµόσιο, προς όφελος τόσο των εργαζοµένων σε αυτό όσο, κυρίως, για να κάνει λιγότερο µαρτυρική την καθηµερινότητα στις συναλλαγές του κοινού µε την κρατική µηχανή; Ή, όπως την κατηγορεί η αντιπολίτευση, η κυβέρνηση ρίχνει ένα «πυροτέχνηµα» για αλλαγή της πολιτικής ατζέντας και για «στρίµωγµα» των κοµµάτων, ιδιαίτερα του ΠΑΣΟΚ, αφήνοντάς το εκτεθειµένο στα µάτια των κεντρώων ψηφοφόρων;

Το δεύτερο ερώτηµα είναι συνάρτηση του πρώτου. Είναι τελικά οι διαθέσεις των πολιτών πολύ πιο µπροστά από τις επιλογές και πρακτικές του πολιτικού συστήµατος; Είναι τα πολιτικά κόµµατα διατεθειµένα να κόψουν τον «οµφάλιο λώρο» της εξάρτησής τους από το κράτος, µε ό,τι αυτό συνεπάγεται, από την εξυπηρέτηση «ηµετέρων» µέχρι τη συλλογή ψήφων δηµόσιων υπαλλήλων, όταν έρθει η ώρα της κάλπης; Θα ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των καιρών ή θα περάσουν κάτω από τον πήχυ και αυτήν τη φορά; Μήπως έχουµε να κάνουµε µε ακόµη µία κουβέντα «περί όνου σκιάς»;

Ας σηµειώσουµε στο σηµείο αυτό ότι η συζήτηση «µπατάρει» µονόπλευρα στο θέµα της µονιµότητας στο ∆ηµόσιο. Οµως εξίσου σηµαντικά ευρήµατα αναδεικνύονται και για άλλα κρίσιµα θέµατα, τα οποία συνήθως συναντούν σφοδρές αντιδράσεις, κυρίως από τα αριστερά… Ας σταθούµε στο θέµα της αξιολόγησης. Τι να σηµαίνει άραγε ότι το 88% του πληθυσµού και το 79% (!) των δηµόσιων υπαλλήλων τάσσονται υπέρ της αξιολόγησης; Ενα ρεύµα που κερδίζει το 95% των θετικών γνωµών όλων όσοι ψήφισαν Ν.∆., αλλά και το 75% του ΚΚΕ; Υψηλά ποσοστά καταγράφονται υπέρ της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών -στο οποίο η ΟΛΜΕ και η Α∆Ε∆Υ δίνουν χρόνια τον αγώνα για την ακύρωσή της.

Μεγάλη απήχηση έχει άλλη µια πρωτοβουλία, που λοιδορήθηκε από αντιπολιτευτικές δυνάµεις, η αξιολόγηση µέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρµας, µε τους 8 στους 10 ερωτηθέντες να την επικροτούν. Πλειοψηφικό ρεύµα καταγράφεται και για την τοποθέτηση καµερών στα Πανεπιστήµια, αλλά και το να πληρώνονται οι ζηµιές στα ΑΕΙ από αυτούς που τις προκαλούν.

Ολα αυτά δείχνουν τη δυσφορία της κοινής γνώµης για την ξεχαρβαλωµένη κρατική µηχανή, για την ατιµωρησία των υπαλλήλων που κάνουν «λούφα» σε βάρος των συναδέλφων τους, για την ανίκητη γραφειοκρατία -από την έκδοση µιας οικοδοµικής άδειας µέχρι µια σοβαρή επένδυση-, για τις λοβιτούρες κυκλωµάτων που βρίσκουν παράθυρα για καταχρήσεις στις αγκυλωµένες δοµές του ∆ηµοσίου, όπως έδειξε η πρόσφατη αποκάλυψη για τον ΟΠΕΚΕΠΕ. ∆εν είναι καινούργια όλα αυτά.

Οµως καθώς βιώσαµε τα δύσκολα χρόνια της κρίσης -σηµαντικός συντελεστής της οποίας ήταν η αλόγιστη κρατική σπατάλη-, καθώς βρεθήκαµε αντιµέτωποι µε την τραγωδία στα Τέµπη -απότοκος µιας διαλυµένης υποδοµής και εγκληµατικής αδιαφορίας-, καθώς το βαθύ κράτος πάσχει από παχυδερµισµό και οι πολίτες το εισπράττουν καθηµερινά, έρχεται η στιγµή του «έως εδώ».

Αυτό απεικονίζει η έρευνα της MARC και τίποτα περισσότερο. Τα σηµεία αιχµής της έρευνας µοιάζει να συνάδουν µε βασικούς στόχους που είχε εξαρχής θέσει ο πρωθυπουργός όταν εξελέγη το 2019. Οµως πολλά από αυτά είτε έµειναν στα χαρτιά είτε ξεχάστηκαν είτε εφαρµόστηκαν «µε µισή καρδιά», µε συνυπολογισµό του πολιτικού κόστους. Είναι η περίφηµη «µεταρρυθµιστική ατζέντα», που κάπου στα µισά του δρόµου υποχώρησε

. Τώρα υπάρχει µια δεύτερη ευκαιρία, για µια µεταρρυθµιστική επανεκκίνηση. Θα το τολµήσει ο πρωθυπουργός; Ιδού η Ρόδος. Ολα αυτά την ώρα που τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ βλέπουν πολλά από τα χρόνια προγραµµατικά τους σηµεία να ξεπερνιούνται στην πραγµατική ζωή. Ειδικά για το ΠΑΣΟΚ, είναι πλέον ανάγκη για µια «προγραµµατική ευθυγράµµιση», εάν επιθυµεί να ανακτήσει το χαµένο έδαφος στον χώρο της αντιπολίτευσης. Αλλά και η όλη φιλολογία για ένα νέο κεντροαριστερό εγχείρηµα δεν µπορεί να έχει πιθανότητες επιτυχίας όσο αγνοεί τις διαθέσεις της κοινής γνώµης.

Κυριακάτικη Απογευματινή