Δέκα χρόνια, λοιπόν, από το κύμα που σήκωσε τη ριζοσπαστική Αριστερά, την έφερε στον αφρό της εξουσίας και την έριξε στα βράχια του δημοψηφίσματος και της αναγκαστικής «συνθηκολόγησης» με την τρόικα και υπογραφής τρίτου μνημονίου και νέου δανεισμού. Ήταν ή δεν ήταν επιτυχημένο λοιπόν το πολιτικό πείραμα της «Πρώτης Φοράς Αριστερά»; Μπορούσαν να πράξουν κάτι διαφορετικό; Ήταν ορθές οι επιλογές των προσώπων που στελέχωσαν την κυβέρνηση και των πολιτικών που επιχείρησαν να υλοποιήσουν;
Ας φτιάξουμε ένα υποθετικό σενάριο, κάνοντας μια φαντασιακή προβολή στο μέλλον. Ας πούμε λοιπόν ότι σε λίγα χρόνια από τώρα:
Ο νυν υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, καταγγέλλει ότι επί διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας και υπουργίας του ίδιου είχε γίνει στόχος συγκεκριμένων μελών της Κεντρικής Επιτροπής της ΝΔ που συνδέονται με ποινικούς κρατουμένους.
Η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Ειρήνη Αγαπηδάκη, αποκαλεί τον υπουργό Οικονομικών, Κυριάκο Πιερρακάκη, «έρμο και σκοτεινό», τον κατηγορεί για υπονόμευση της σημερινής κυβέρνησης και τον αδειάζει ανοιχτά για την οικονομική πολιτική που ακολούθησε.
Ο υπουργός Ανάπτυξης, Τάκης Θεοδωρικάκος, κατηγορεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη για «άθλιες μεθοδεύσεις» και «μεγάλη προδοσία», λέει ότι η ΝΔ ήταν εντελώς ανέτοιμη και απροετοίμαστη για να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας και μαζί με τον υφυπουργό Εθνικής Άμυνας, Θανάση Δαβάκη, έχουν ιδρύσει ένα νέο κόμμα.
Ο πρόεδρος της Βουλής, Νικήτας Κακλαμάνης, αποκαλεί τη Νέα Δημοκρατία μια «μεγάλη απάτη» και έχει επίσης ιδρύσει νέο κόμμα του οποίου ηγείται ο ίδιος.
Ένα τρίτο καινούργιο κόμμα έχει δημιουργηθεί από τον υπουργό Οικονομικών, Κυριάκο Πιερρακάκη, που κατηγορεί την κυβέρνηση της ΝΔ ότι πέρασε τα πιο αντιλαϊκά μέτρα, ενώ στις δημόσιες τοποθετήσεις του στηρίζει το Ιράν (έναντι του Ισραήλ).
Ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, έχει φτιάξει τη δική του πολιτική κίνηση, απέχει από την ενεργό πολιτική και κατακεραυνώνει από καιρού εις καιρόν τη ΝΔ και τις πολιτικές της.
Η υπουργός Εργασίας, Νίκη Κεραμέως, συμμετέχει σε ένα άλλο κόμμα που επίσης έχει δημιουργηθεί εν πολλοίς με πρώην μέλη και στελέχη της ΝΔ, την οποία συστηματικά απαξιώνει και καταγγέλλει.
Ο υφυπουργός Αθλητισμού, Γιάννης Βρούτσης, υποστηρίζει ότι οι αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα έγιναν προκειμένου να μετατραπεί η δωροδοκία από κακούργημα σε πλημμέλημα και να ευνοηθούν έτσι συγκεκριμένα συμφέροντα.
Φαντάζει απολύτως τρελό και απίθανο το σενάριο αυτό; Κι όμως, συνέβη. Ακριβώς έτσι. Με τα αντίστοιχα πρόσωπα που είχαν τότε αυτούς τους υπουργικούς θώκους και… πριν τρίτο μνημόνιο υπογράψαι, απαρνήθηκαν τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Συνέβη με την κυβέρνηση που συγκροτήθηκε πριν από δέκα χρόνια και κυβέρνησε ένα εξάμηνο, σε μία από τις πιο κρίσιμες περιόδους της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Συγκολλητική ουσία ήταν όχι ακριβώς η ριζοσπαστική Αριστερά, αλλά το λεγόμενο αντιμνημόνιο, που κυριαρχούσε τότε ως έννοια στον δημόσιο διάλογο. «Αλλιώς μαζεύει τα σκουπίδια ένας μνημονιακός», ήταν μία από τις φράσεις που είχε ακουστεί τότε – η οποία δεν καρποφόρησε στην υλοποίησή της. Υπό την ηγεσία μιας επικοινωνιακά χαρισματικής προσωπικότητας τότε της Αριστεράς, του Αλέξη Τσίπρα, ενώθηκαν αριστεροί και ακροαριστεροί βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, συντηρητικοί και υπερσυντηρητικοί βουλευτές των Ανεξαρτήτων Ελλήνων, πρόσωπα που είχαν αποκτήσει φήμη από τη μαχητικότητα που επιδείκνυαν στα τηλεοπτικά παράθυρα και στις πλατείες των αγανακτισμένων, χωρίς να έχουν πολιτική εμπειρία ούτε ως δημοτικοί σύμβουλοι και άλλοι ακόμα πολιτικοί και μη.
Πολλές κυβερνήσεις έχουν εμφανιστεί απαράσκευες σε μια σειρά από ζητήματα, δεν ήταν αυτή η πρώτη. Ήταν όμως η πρώτη που εμφανίστηκε έτσι σε τέτοιο βαθμό και μέσα σε μια τέτοια συγκυρία κοινωνική, οικονομική, πολιτική. Και όσο η πραγματικότητα στην πάροδο των μηνών συγκρουόταν με τις απόψεις και τις θέσεις της, τόσο πιο πολύ αμφισβητούσε την πραγματικότητα. Και όσο γινόταν εμφανές ότι οι θέσεις αυτές χρειάζονταν επεξεργασία, ζύμωση, εμβάθυνση, τόσο πιο έντονα αρνείτο να δει αυτό το προφανές. Η τρόικα βαφτίστηκε «θεσμοί», οι παράλληλοι μονόλογοι ονομάστηκαν «διαπραγμάτευση», το δημοψήφισμα αντί για άλμα στο κενό χαρακτηρίστηκε ως άλμα δημοκρατίας.
Η συνολική διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ σε επτά πλέον κόμματα έχει ως αφετηρία την περίοδο εκείνη και τα ερωτήματα που ποτέ δεν απαντήθηκαν σε βάθος. Γιατί βιάστηκαν, με «όπλο» την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, να έρθουν στην εξουσία, γιατί έγινε αυτή η επιλογή προσώπων σε θέσεις-κλειδιά, γιατί δεν μερίμνησαν εγκαίρως για συνεργασίες και συμμαχίες εντός και εκτός Ελλάδας, γιατί δεν υπήρχε ρεαλιστικό plan B και plan C, γιατί δεν διάβασαν σωστά το διεθνές περιβάλλον. Δέκα χρόνια είναι ένα ικανό χρονικό διάστημα για να απαντηθούν επαρκώς όλα αυτά τα ερωτήματα -και πολλά ακόμα- από τους πρωταγωνιστές εκείνου του εξαμήνου.
Εφημερίδα Απογευματινή