Η Μικρασιατική Καταστροφή αποδίδεται συνήθως και κυρίως σε εσωτερικούς λόγους: Στον Εθνικό Διχασμό, τις καταλυτικά κρίσιμες εκλογές του 1920 (1/11), εκλογές που γίνονται από τον Βενιζέλο μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών (28 Ιουλίου-10 Αυγούστου 1920), όπου ο ίδιος δεν εκλέγεται ούτε βουλευτής. Αποδίδεται στο δημοψήφισμα του 1920 (11/1/1920) που κατέληξε στην επαναφορά του Κωνσταντίνου, τον οποίο δεν εμπιστεύονται οι σύμμαχοι μεταβάλλοντας τη στάση των Μεγάλων Δυνάμεων. Σε λάθη της στρατιωτικής ηγεσίας, σε λαθεμένες ή συνειδητές επιλογές στην πορεία προς την Άγκυρα…
Επιλογές καταστροφικές για το ελληνικό στράτευμα οι οποίες επέτρεψαν στον Κεμάλ να πάρει το πάνω χέρι. Η ελληνική εκστρατεία στη Μικρά Ασία εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο των συμμαχιών και συγκρούσεων του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ως γνωστόν, σε αυτόν τον πόλεμο που αρχίζει στις 28 Ιουλίου του 1914 και τελειώνει στις 11 Νοεμβρίου του 1918, τα αντίπαλα στρατόπεδα συγκροτούνται από τις δυνάμεις της Αντάντ (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, στις οποίες θα προστεθούν και οι ΗΠΑ λίγο πριν από τη λήξη του πολέμου) και τις δυνάμεις της Τριπλής Συμμαχίας, αποτελούμενες από τη Γερμανία, την Αυστροουγγαρία και την Ιταλία. Από την Τριπλή Συμμαχία στη συνέχεια αποχώρησε η Ιταλία, προσχωρώντας στο αντίπαλο στρατόπεδο, ενώ στην Τριπλή Συμμαχία προσχώρησαν η Βουλγαρία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Η έλλειψη ουσιαστικής συνοχής, ενιαίας στρατηγικής, η ανυπαρξία ενότητας συμφερόντων στο στρατόπεδο των «συμμάχων» της Ελλάδας και νικητών, αφενός είναι εμφανής από την αρχή του πολέμου, επιβεβαιώνεται στην πορεία του, αφετέρου αποτελεί την κύρια αιτία της εγκατάλειψης της Ελλάδος από τους «συμμάχους» της, επισφραγιζόμενη με τη στήριξη του Κεμάλ Ατατούρκ από την Ιταλία, τη Γαλλία, τη Ρωσία του Λένιν, τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, εμμέσως πλην σαφώς.
Χαρακτηριστικότατα παραδείγματα των διαφορετικών στρατηγικών των «συμμάχων» της Ελλάδος στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο αποτελεί, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ο ρόλος των ΗΠΑ από την είσοδό τους στον πόλεμο μέχρι και την «εφαρμογή» των συνθηκών της ειρήνης, αλλά και της Γαλλίας και της Ιταλίας.
Επιστέγασμα της έλλειψης αξιοπιστίας, αποτέλεσμα της ιδιοτέλειας και του καιροσκοπισμού αυτών των δυνάμεων που τελικά απαξίωσαν, αρνήθηκαν όχι μόνον τα προ του πολέμου -μεταξύ των ως συμμάχων- συμφωνηθέντα αλλά και αυτές καθ’ αυτές τις συνθήκες ειρήνης που υπεγράφησαν στη λήξη του πολέμου, αποτελεί η υπογραφή ξεχωριστών συνθηκών ειρήνης μεταξύ μεμονωμένων νικητών και ηττημένων, παρά τη ρητή μεταξύ τους συμφωνία.
Επαναστατική
Μη αναγνωρισμένη
Οι ΗΠΑ αρχίζουν τη διαδικασία υπογραφής ξεχωριστών συνθηκών ειρήνης, υπογράφοντας ξεχωριστή ειρήνη με τη Γερμανία στις 25 Αυγούστου το 1921, για να ακολουθήσει η Γαλλία με την υπογραφή ξεχωριστής ειρήνης με την επαναστατική και μη αναγνωρισμένη μέχρι τότε κυβέρνηση της Άγκυρας και του Ατατούρκ στις 20/10/1921, καταγεγραμμένη ως Συνθήκη της Άγκυρας.
Οι προπολεμικές και μάλιστα μυστικές συμφωνίες μεταξύ των συμμάχων αποτελούν έναν καλό πρώτο σύμβουλο κατανόησης των «θεμελίων» των συμφερόντων που διαμόρφωσαν και καθόρισαν τις ενδοσυμμαχικές εξελίξεις, αλλά και τις σχέσεις καθεμιάς των συμμάχων με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και στη συνέχεια με τον Κεμάλ Ατατούρκ και τη μη αναγνωρισμένη κυβέρνησή του.
Ως προϊστορία αυτών των συνθηκών μπορούμε να θεωρήσουμε τη μυστική γαλλο-ιταλική συμφωνία για τα αμοιβαία συμφέροντα των δύο χωρών στη βόρεια Αφρική (Μαρόκο, Τυνησία, Αλγερία, Λιβύη) του 1902, συμφωνία που έθετε την Ιταλία σε τροχιά αντίθετη προς την Αυστρογερμανική. Επίσης, η Συνθήκη Ouchy στην οποία κατέληξε ο ιταλο-οθωμανικός πόλεμος του 1911-1912, γνωστός και ως πόλεμος της Λιβύης, στον οποίον μάλιστα διακρίθηκε ο Κεμάλ. Με αυτό τον πόλεμο οι Ιταλοί κατέλαβαν τα Δωδεκάνησα και μπαίνουν σε αντιτουρκική τροχιά.
Στις 26 Απριλίου του 1915 υπεγράφη η εν λόγω συνθήκη μεταξύ των συμμάχων Αγγλίας – Γαλλίας – Ρωσίας με την Ιταλία ύστερα από παζάρια και ανταλλάγματα για εδαφικές παραχωρήσεις σε βάρος της Αυστροουγγαρίας, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και επέκταση των αποικιών της στην Αφρική, εγκατέλειψε την Τριπλή Συμμαχία (υπό τη Γερμανία) για να προσχωρήσει στην Τριπλή Συνεννόηση (υπό την Αγγλία).
Τα ανταλλάγματα για την Ιταλία αφορούσαν τη Δαλματία, τις Δαλματικές Ακτές και τα νησιά, το Τιρόλο, την Ίστρια, αλλά και το Αιγαίο, τα Δωδεκάνησα και σε περίπτωση μερικής ή συνολικής διανομής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μέρος της Αττάλειας στη Μικρά Ασία.
Κωνσταντινούπολη
Η εν λόγω συνθήκη υπεγράφη στις 18 Μαρτίου 1915 μεταξύ Ρωσίας – Αγγλίας – Γαλλίας για τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η συμφωνία περιλάμβανε την παραχώρηση της Κωνσταντινούπολης στη Ρωσία, μαζί με εδάφη στη Θράκη και στην απέναντι πλευρά. Από την πλευρά της η Ρωσία ανελάμβανε τη στήριξη των Αγγλογάλλων στη διανομή της Μικράς Ασίας και της Μέσης Ανατολής.
Ακολούθησε η συμφωνία των Εγγλέζων με τους Άραβες για την απόσχισή τους από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, σύμμαχο των Γερμανών και τη στράτευσή τους με τους Αγγλογάλλους, με αντάλλαγμα ανεξάρτητο παν-αραβικό κράτος, η Ομοσπονδία Αραβικών Κρατών. Οι συμφωνίες αυτές είναι γνωστές και καταγεγραμμένες στην ιστορία με τον τίτλο «Τhe Mac Mahon Correspondence». (Βλ. George Antonius. «The Arab Awakening. The story of The Arab National Movement» Capricorn Books. Παράρτημα Α).
Tο σύνολο των επίσημων επιστολών από τη 14η/7/1915 μέχρι την 30ή/1/1916, μεταξύ της ηγεσίας των Αράβων και της Αγγλίας με αναφορές των εκατέρωθεν δεσμεύσεων είναι προσβάσιμο και στο διαδίκτυο. Οι συμφωνίες αυτές προφανώς και δεν τηρήθηκαν από την αγγλική πλευρά.
Η εν λόγω συμφωνία υπογράφτηκε τον Απρίλιο – Μάιο του 1916, γνωστή ως Sykes-Picot Agreement, η οποία κατέγραφε τη συμφωνηθείσα κατανομή των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (ολόκληρο το κείμενο βρίσκεται στο Παράρτημα Β του «The Arab Awakening»). Η συμφωνία στηριζότανε στην παραδοχή της νίκης της Αντάντ και στη μεταπολεμική διάλυση- κατανομή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε σφαίρες ελέγχου από τους νικητές.
Εφημερίδα Απογευματινή