Τα κεκτημένα και οι μεγάλοι κίνδυνοι

Η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης δεν αρκεί για να ξεκαθαρίσει το τοπίο, ανοίγοντας τον δρόμο στην ανεξέλεγκτη ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής, στην κυβερνητική ανασφάλεια και τελικά στην επέλαση της αστάθειας
09:24 - 2 Ιουλίου 2025

Η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης δεν αρκεί για να ξεκαθαρίσει το τοπίο, ανοίγοντας τον δρόμο στην ανεξέλεγκτη ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής, στην κυβερνητική ανασφάλεια και τελικά στην επέλαση της αστάθειας

Η ιστορία του ΟΠΕΚΕΠΕ απειλεί να θολώσει για τα καλά την προσπάθεια του πρωθυπουργού να δημιουργήσει κλίμα σταθερότητας και ηρεμίας στη χώρα μετά τη λαίλαπα των Τεμπών και με φόντο τη ρευστή διεθνή συγκυρία και τη γεωστρατηγική κρίση στην ευρύτερη περιοχή μας. Και αυτή τη φορά δεν ευθύνεται ούτε ο λαϊκισμός, ούτε τα επικίνδυνα και αντιθεσμικά παιχνίδια της αντιπολίτευσης, ούτε η ανώδυνη και εύκολα διαχειρίσιμη κριτική των Καραμανλή και Σαμαρά, που στο φινάλε εκθέτουν εαυτούς και μόνο.

Ο παράγων που καθορίζει στη συγκεκριμένη υπόθεση τις εξελίξεις ήταν αφενός η αδυναμία του «γαλάζιου» κυβερνητικού μηχανισμού (σε όλες τις βαθμίδες του) να αναχαιτίσει μία από τις μοιραίες «παιδικές ασθένειες» που ταλάνιζαν για χρόνια την Ελλάδα, και μάλιστα σε έναν από τους πλέον ευαίσθητους και σημαντικούς τομείς της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας, και αφετέρου η δυσκολία ορισμένων προβεβλημένων στελεχών να αντιληφθούν την ανάγκη υλοποίησης ενός πραγματικά μεταρρυθμιστικού σχεδίου. Με αυτόν τον τρόπο, θα ήταν σαφές ότι μέτωπα σαν και αυτά που συζητάει τώρα η Ελλάδα θα είχαν μπει στο χρονοντούλαπο του φαύλου παρελθόντος. Φυσικά, από την εξίσωση αυτή δεν θα μπορούσε να λείψει η προφανέστατη ολιγωρία, αδιαφορία ή ενίοτε και η λογική των «στραβών ματιών», που διαχρονικά διακατείχε τις κυβερνήσεις σε θέματα που είχαν να κάνουν με το λεγόμενο πελατειακό κράτος.

Όμως εδώ υπάρχει μία διαφορετική παράμετρος, την οποία θα πρέπει να αναλογιστούν άπαντες. Βλέπετε, η κυβέρνηση (και δη η ηγεσία της), η οποία έχει κάνει πράξη τη μεγαλύτερη «επανάσταση» που έχει συντελεστεί εδώ και δεκαετίες στον δημόσιο βίο της χώρας και δεν είναι άλλη από την ψηφιοποίηση του κράτους και έχει καταφέρει να εκπροσωπήσει δυναμικά αυτό το κομμάτι της κοινωνίας που ο Μητσοτάκης είχε χαρακτηρίσει ως «την Ελλάδα που ξυπνάει νωρίς», απλώς αδικεί τον εαυτό της, όταν ανέχεται ή όταν αδυνατεί να εντοπίσει και να καταπολεμήσει αυτές τις καταστάσεις.

Και όταν αυτές φθάνουν να αποτελούν πρώτο θέμα στην επικαιρότητα, τότε είναι σαφές, πολλώ δε μάλλον από την ώρα που οι κρίσεις είναι διαδοχικές, ότι η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης δεν αρκεί για να ξεκαθαρίσει το τοπίο, στοιχείο που ενέχει τρεις σοβαρούς κινδύνους: την ανεξέλεγκτη ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής, την καλλιέργεια αισθήματος ανασφάλειας στα κυβερνητικά στελέχη -με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ομαλή προώθηση των προγραμματικών δράσεων– και τελικά την επέλαση μιας μοιραίας (στο σημείο που βρισκόμαστε) πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας.

Εξάλλου, είναι ξεκάθαρο πως ακόμη και μια πρόωρη προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, που πιθανώς ελλείψει αντιπάλου να επιβεβαιώσει εκ νέου την κυριαρχία της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη, δεν θα είναι αρκετή για να λύσει τον γόρδιο δεσμό που έχει δημιουργηθεί, χώρια που -υπό τις παρούσες συνθήκες και με το σενάριο της αυτοδυναμίας να είναι αυτή τη στιγμή μακρινό- θα μπορούσαν να προκύψουν απροσδιόριστες συνέπειες. Και μάλιστα σε μια χρονική περίοδο που η Ελλάδα επιδεικνύει μια γενικότερη ανθεκτικότητα στους κραδασμούς, από όπου και αν προέρχονται, και -αντιστεκόμενη στο διεθνές περιβάλλον- είχε εξασφαλίσει μια αξιοσημείωτη αναπτυξιακή προοπτική παρά τα επιμέρους σοβαρά προβλήματα.

Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα, οι κατακτήσεις της πολιτικής σταθερότητας και της ψηφιακής μεταρρύθμισης, που λέγαμε παραπάνω, αλλά ακόμη και η έλλειψη ισχυρού αντιπάλου για την κυβέρνηση θα είναι ανεπαρκείς παράγοντες για να συγκρατήσουν το κύμα της αβεβαιότητας και τη μοίρα της επιστροφής σε μέρες σαν και αυτές που ζούσαμε τέτοιο καιρό πριν από δέκα χρόνια…

Εφημερίδα Απογευματινή