Το καλοκαίρι και δη το ελληνικό προσφέρεται όχι μόνο για διακοπές και χαλάρωση, αλλά και για περισυλλογή και επαναπροσδιορισμό στόχων και φυσικά συμπεριφορών. Ως εκ τούτου, θεωρώ ότι θα ήταν μια πρώτης τάξεως -για κάποιους ίσως και τελευταία- ευκαιρία για μια σειρά κυβερνητικών στελεχών προκειμένου να δουν πώς μπορούν να αποτελέσουν επιτέλους πηγή θετικών καταστάσεων για τη «γαλάζια» παράταξη, και όχι νέων πονοκεφάλων.
Οι βιαστικοί, οι έχοντες τη μύγα και που μυγιάζονται σε ό,τι αφορά την επίδειξη κομματικού πατριωτισμού, ορισμένοι ράθυμοι και κυρίως οι μονίμως προσβεβλημένοι από τον ιό της αλαζονείας θα πρέπει πια να αντιληφθούν σε τι θέση βρίσκεται το κυβερνών κόμμα, έστω κι αν -με φόντο την ανυπαρξία σοβαρής αντιπολίτευσης- συνεχίζει να παίζει μόνο στο εγχώριο πολιτικό και κοινοβουλευτικό γήπεδο. Βλέπετε η… σεζόν που πέρασε, για να μιλήσουμε με τηλεοπτικούς όρους, είχε ουκ ολίγες δύσβατες διαδρομές για το Μέγαρο Μαξίμου και το σύνολο της κυβέρνησης. Η απουσία ισότιμου αντιπάλου και, φυσικά, ο παράγων Μητσοτάκης, που παρά τη φθορά παραμένει το ισχυρό χαρτί της ΝΔ και βεβαίως μοναδική διέξοδος για τους λεγόμενους θεσμικούς ψηφοφόρους απέναντι στον λαϊκισμό, έπαιξαν καταλυτικό ρόλο προκειμένου -δημοσκοπικά τουλάχιστον- οι κρίσεις να ξεπεραστούν.
Ωστόσο, όσο βαραίνει το… κάρμα τόσο μεγαλύτερη προσοχή χρειάζεται από δω και μπρος ενόψει και της μεγάλης αντεπίθεσης της ΝΔ. Όσοι λοιπόν ονειρεύονται δελφινομαχίες και υπουργικές διελκυστίνδες σε δημόσια θέα για να ικανοποιήσουν προσωπικά απωθημένα και οφθαλμοφανείς ματαιοδοξίες οφείλουν να καταλάβουν ότι οι κάθε είδους παροξυσμοί είναι και παρωχημένοι και αναποτελεσματικοί, ειδικά όταν η αναφορά τους αγγίζει πρόσωπα και καταστάσεις που είναι εκτός του βεληνεκούς τους. Αν στην κυβέρνηση δεν συσπειρωθούν άπαντες γύρω από την προσπάθεια να οδηγηθούν η χώρα και το κόμμα σε μια εκλογική διαδικασία, που αν μη τι άλλο θα διασφαλίζει τη συνέχεια της ομαλής διακυβέρνησης και την αποφυγή πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας, τότε μοιραία θα δίνεται χώρος στα φαντάσματα του παρελθόντος, που επιδιώκουν να πάρουν τη ρεβάνς των διαδοχικών ηττών ή μάλλον συντριβών τους από τη ΝΔ του Μητσοτάκη, έστω κι αν για την ώρα η συγκεκριμένη απόπειρα μοιάζει με κακόγουστο ανέκδοτο.
Η επιχειρούμενη ολική επαναφορά Τσίπρα, σε συνδυασμό με την… επέτειο του δημοψηφίσματος, του κλεισίματος των τραπεζών και της πρωτοφανούς κρίσης που πέρασε η Ελλάδα δέκα χρόνια πριν, καθώς και η επανεμφάνιση των εκ δεξιών ή εξ αριστερών πρωταγωνιστών εκείνης της περιόδου καθιστούν πιο σαφή από ποτέ την ανάγκη να διατηρηθεί η σταθερότητα εντός των συνόρων και να μην επαναληφθούν αντίστοιχα γεγονότα. Ιδιαίτερα στην παρούσα διεθνή συγκυρία, που αν νομίζουν ορισμένοι πως δεν θα ακουμπήσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την Ελλάδα, προφανώς, κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου.
Εξάλλου, η παράμετρος των αντοχών που έχει επιδείξει η χώρα σε ό,τι αφορά την απορρόφηση των διεθνών κραδασμών οφείλεται κατά βάση στην ομαλότητα η οποία επικρατεί τα τελευταία χρόνια και στην προοπτική που δόθηκε από την κυβέρνηση παρά τα κακώς κείμενα, τις αστοχίες και τις κωλυσιεργίες, ειδικά της διετίας που ακολούθησε τις εθνικές εκλογές του 2023.
Φαντάζομαι ότι αυτό το συνομολογούν και οι πιο σκληροί επικριτές της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, ανάμεσα στους οποίους και οι Κώστας Καραμανλής και Αντώνης Σαμαράς, που εξακολουθούν να μη βρίσκουν ούτε δύο λέξεις για τα σχέδια του Αλέξη Τσίπρα και τις πρωτοβουλίες του προκειμένου να διασκεδάσει τις εντυπώσεις για το γεγονός ότι έφερε τη χώρα στο χείλος της εξόδου από το ευρώ, πηγαίνοντας να τινάξει στον αέρα την παρακαταθήκη του Εθνάρχη και ιδρυτή της ΝΔ, αλλά και θείου του Καραμανλή του Β΄. Δεν μπορώ βεβαίως να μη θέσω ακόμη πιο εμφατικά το ίδιο ερώτημα και για τον Μεσσήνιο, ο οποίος θα πήγαινε τον Τσίπρα μέχρι τέλους, μετά την υπόθεση Novartis. Ποιος ξέρει; Η παρουσία της Βασιλικής Θάνου στις ομιλίες του, κατά τις οποίες κατακεραύνωνε Μητσοτάκη και ΝΔ, ίσως έκανε… δουλίτσα σε αυτή την κατεύθυνση.
Εφημερίδα Απογευματινή