Πέρασαν 461 ημέρες μέχρι να δούμε ξανά τον Θανάση Αντετοκούνμπο να πατάει το παρκέ ενός γηπέδου και να αγωνίζεται σε επίσημο παιχνίδι, είτε των Μιλγουόκι Μπακς είτε της Εθνικής Ελλάδας. Και αυτή έπρεπε να είναι μια εικόνα χαράς και ελπίδας, όχι μόνο για τον ίδιο τον αθλητή αλλά και για κάθε φίλο του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος. Όσο ζεστό ήταν όμως το χειροκρότημα των φιλάθλων που βρέθηκαν το βράδυ της Τετάρτης στο κλειστό των ολυμπιακών εγκαταστάσεων, άλλο τόσο… μίζερη ήταν η υποδοχή που επιφύλαξαν στον διεθνή μας φόργουορντ τα «αδηφάγα» social media.
Τα γνωστά… κομπλιμέντα που συνοδεύουν εδώ και χρόνια την καριέρα του Θανάση και οι αναφορές περί «βύσματος» (η πιο επιεικής έκφραση που χρησιμοποιείται κατά κόρον από τους haters του πρεσβύτερου εκ των αδελφών Αντετοκούνμπο) έκαναν και πάλι την εμφάνισή τους, υπενθυμίζοντας σε όλους ότι ο φθόνος και η μικροψυχία αποτελούν αναπόσπαστα κομμάτια του χαρακτήρα του μέσου Νεοέλληνα, κυρίως εκείνου που επιλέγει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως βασικό πεδίο ενασχόλησης της καθημερινότητάς του.
Πάμε, λοιπόν, να συζητήσουμε για τον Θανάση Αντετοκούνμπο, ξεκινώντας από τα αγωνιστικά. Πρέπει ή δεν πρέπει να βρίσκεται στη δωδεκάδα της Εθνικής που θα ταξιδέψει σε Λεμεσό και Ρίγα; Επιτρέψτε μας να είμαστε κατηγορηματικοί στην απάντηση που θα δώσουμε: αν η σωματική κατάστασή του είναι τέτοια που του επιτρέπει -ύστερα από τόσο μακροχρόνια απουσία- να αντεπεξέλθει σε έναν γολγοθά τριών εβδομάδων με διαδοχικά παιχνίδια ανά 24 και 48 ώρες, εννοείται ότι πρέπει να αποτελεί κομμάτι του παζλ που θα συνθέσει ο Βασίλης Σπανούλης.
Πηγή ενέργειας
Ο Θανάσης έχει κερδίσει με το σπαθί του το δικαίωμα να θεωρείται βασικό γρανάζι της «επίσημης αγαπημένης». Όχι επειδή είναι αδελφός του Γιάννη ή επειδή «αγωνίζεται με μέσο στην Εθνική», αλλά διότι έχει αποδείξει πολλάκις στο παρελθόν ότι η παρουσία του στο παρκέ προσφέρει πνοή και δυναμική στη «γαλανόλευκη», σε στιγμές των αγώνων που ακόμη και τα μεγαλύτερα αστέρια της στο παρκέ χρειάζονται ψυχολογική ώθηση. Προφανώς ο Θανάσης ούτε υπήρξε ποτέ σούπερ σταρ ούτε διαθέτει το ταλέντο για να γίνει στο μέλλον. Από το ένα άκρο, όμως, να φτάνουμε στο άλλο και να τον βγάζουμε… άχρηστο, ξεπερνά τα όρια μιας υγιούς και ορθολογικής αξιολόγησης του ταλέντου του και μας οδηγεί στα επικίνδυνα μονοπάτια ενός ιδιότυπου «κοινωνικού ρατσισμού».
Οι τίτλοι, τα τρόπαια και τα μετάλλια δεν κερδίζονται μόνο με στρατηγούς και αξιωματικούς αλλά και με πιστούς στρατιώτες, με μαχητές που ξέρεις ότι θα καταθέσουν και την τελευταία ικμάδα των δυνάμεών τους είτε στο παρκέ είτε στα αποδυτήρια για να βοηθήσουν τους συμπαίκτες τους. Τέτοιος παίκτης ή καλύτερα τέτοιος συμπαίκτης είναι ο Θανάσης Αντετοκούνμπο. Για αυτό και όσοι άνθρωποι έχουν συνεργαστεί μαζί του (είτε προπονητές είτε παίκτες) έχουν να λένε τα καλύτερα για τη συνεισφορά του σε όποια ομάδα και αν αγωνίστηκε. Ακόμη και στους Μιλγουόκι Μπακς, όπου προφανώς ο ρόλος του είναι συμπληρωματικός.
Ναι, πιθανότατα ο Θανάσης να μην έβρισκε ποτέ εισιτήριο για τον μαγικό κόσμο του NBA αν δεν ήταν αδελφός ενός αστέρα παγκόσμιου βεληνεκούς όπως ο Γιάννης. Από την άλλη, σκεφτείτε και το βάρος της σύγκρισης που κουβαλά το συγκεκριμένο παιδί. Και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την εθνική ομάδα, έχει αποδείξει πολλάκις πόσο πονάει τη φανέλα με το εθνόσημο στο στήθος. Ακόμη και όταν ούρλιαζε στην άκρη του πάγκου, τρέχοντας με τις πατερίτσες ως ο πιο φανατικός υποστηρικτής της Εθνικής.
Εφημερίδα Απογευματινή