ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΕΣΠΟΤΟΠΟΥΛΟΣ*
Σε µια περίοδο που η γεωπολιτική ανάφλεξη της Ανατολικής Μεσογείου αποκτά ολοένα αυξανόµενη ένταση, η πρόσφατη αποκάλυψη -ότι, δηλαδή, η Αίγυπτος απέστειλε στις 8 Ιουλίου 2025 ρηµατική διακοίνωση προς την Ελλάδα για τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασµό της- δεν συνιστά µόνο µία διπλωµατική πρόκληση, αλλά και µία ευκαιρία. Εχουµε µπροστά µας µια ιστορική στιγµή στην οποία η Ελλάδα οφείλει να υπερβεί τον χρόνο, τα στενά της σύνορα και τα εν πολλοίς αυτοπεριοριζόµενα διλήµµατά της.
Ο τρόπος µε τον οποίο αντιµετώπισε η Αθήνα την αιγυπτιακή διακοίνωση -ως αναµενόµενη αντίδραση, µε έµφαση στη µέση γραµµή και την UNCLOS- αναδεικνύει µια προσέγγιση ρεαλιστικής σταθερότητας. Αυτό δεν αναιρεί τον ενδοιασµό των διµερών σχέσεων, αλλά αντίθετα τον εντάσσει σε ένα στέρεο θεσµικό πλαίσιο που µπορεί να αποτελέσει τη βάση για τη µελλοντική οριοθέτηση. Η επιµονή στην πρόσκληση για συνεργασία και διαβούλευση επιβεβαιώνει ότι, πέρα από τους χάρτες και τα διπλωµατικά υποµνήµατα, χτίζουµε σχέσεις εµπιστοσύνης µε όλες τις γειτονικές χώρες της περιοχής.
Στο παρόν ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον η εµβάθυνση της στρατηγικής συνεργασίας Ελλάδας, Αιγύπτου, Κύπρου και Ισραήλ αναδεικνύεται σε µείζονα και µακροπρόθεσµη προτεραιότητα εθνικής ασφάλειας, µε χαρακτήρα που υπερβαίνει κατά πολύ τις συγκυριακές εξελίξεις στη Λωρίδα της Γάζας ή τις τρέχουσες ισορροπίες στο εσωτερικό του Ισραήλ. Η διαµόρφωση ενός συνεκτικού τετραµερούς άξονα σταθερότητας λειτουργεί ως διαρκές ανάχωµα στην ανεξέλεγκτη άσκηση ισχύος και στον αναθεωρητισµό που απειλεί τις θεµελιώδεις αρχές του ∆ιεθνούς ∆ικαίου στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η εµπέδωση ενός τέτοιου άξονα συνεργασίας απαιτεί δύο πράγµατα: αµοιβαιότητα εµπιστοσύνης και θεσµική προσέγγιση. Αίγυπτος και Ελλάδα, µολονότι δεν έχουν ολοκληρώσει τη διµερή οριοθέτηση ΑΟΖ, υπενθυµίζουν την υποδειγµατική τους συµφωνία πριν από πέντε χρόνια – ως ευθεία δεσµευτική προσήλωση στην UNCLOS. Είναι ένα πολιτικό κεφάλαιο προς αξιοποίηση -όχι ως κεκτηµένο, αλλά ως θεµέλιο για να χτίσουµε γεωπολιτική ανθεκτικότητα.
Η συνεργασία µε την Κύπρο και το Ισραήλ συµπληρώνει αυτό το δίκτυο ασφάλειας, δίνοντας στρατηγικά βάθος στο εκτεταµένο σύστηµα συνεργειών και συµφερόντων. Μόνο ενοποιώντας ενεργειακά, διπλωµατικά και αµυντικά το τετράγωνο διαµορφώνουµε ένα ολιστικό ανάχωµα απέναντι σε αναθεωρητισµούς που ξεπερνούν κατά πολύ το περιθώριο της Μεσογείου και φτάνουν µέχρι τους πολεµικούς χάρτες της Λωρίδας της Γάζας.
Η δυναµική της στρατηγικής συνεργασίας γίνεται η πολιτική της σταθερότητας, που η ίδια η διπλωµατία οικοδοµεί. Και η Ελλάδα, ισχυροποιώντας έναν θεσµικά θεµελιωµένο περιφερειακό ρόλο, µπορεί να σταθεί ως ρυθµιστής και εγγυητής. Σε αυτήν την καθοριστική στιγµή, η πρόκληση δεν είναι απλώς να παραµείνει η συµφωνία έγκυρη σε εξωτερικευµένες δηλώσεις, αλλά να αντέξει ως ζώσα πρακτική που συνδυάζει τη διεθνή νοµιµότητα, την αµοιβαιότητα εµπιστοσύνης και την κοινή ασφάλεια – εντός και πέρα από την παρούσα φάση κρίσης στην Ανατολική Μεσόγειο.
*∆ιεθνολόγος
Εφημερίδα «Κυριακάτικη Απογευματινή»