Όταν το 1982 ο Γιάννης Διακογιάννης περιέγραψε για λογαριασμό της ΕΡΤ τον τελικό του Μουντιάλ με αντιπάλους την Ιταλία και τη Δυτική Γερμανία, είχε αφήσει ως… κληρονομιά μία από τις πιο ιδιαίτερες φράσεις της ανεκτίμητης συλλογής του: «3-0 η Ιταλία… 3-0 το μπρίο, η φαντασία, 3-0 το ποδόσφαιρο των ρομπότ», φώναζε εκστασιασμένος ο μεγαλύτερος αθλητικός συντάκτης όλων των εποχών, απολαμβάνοντας τον περίπατο της «Σκουάντρα Ατζούρα» του Έντσο Μπέαρζοτ.
Ποιος να το περίμενε ότι θα ερχόταν μια μέρα που θα εμφανιζόταν μία άλλη εθνική ομάδα της Μεσογείου -και μάλιστα η δική μας- να ενσαρκώσει έπειτα από τέσσερις και πλέον δεκαετίες το ίδιο μοντέλο ποδοσφαίρου; Αυτό της φαντασίας, της απαράμιλλης τεχνικής, όλων εκείνων των στοιχείων που μετατρέπουν διαχρονικά τον «βασιλιά των σπορ» σε μορφή τέχνης.
Εδώ και πάρα πολλά χρόνια το ελληνικό ποδόσφαιρο παρήγε κατά κύριο λόγο αμυντικογενείς ομάδες, οι οποίες είχαν πρώτα στο μυαλό τους να καταστρέψουν το παιχνίδι του αντιπάλου και στη συνέχεια να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που θα τους παρουσιάζονταν κατά τη διάρκεια των παιχνιδιών. Κάπως έτσι δεν φτάσαμε και στο έπος της Πορτογαλίας το 2004;
Θυμάστε τους πρωταθλητές Ευρώπης του Ότο Ρεχάγκελ να έχουν την κατοχή της μπάλας και να κυριαρχούν των αντιπάλων τους στο χορτάρι; Το αντίθετο συνέβαινε! Ο πανούργος Γερμανός δημιουργούσε στους απέναντι την αίσθηση της υπεροχής, είχε φροντίσει να δημιουργήσει ένα «τείχος» για να προστατεύσει τη δική του εστία και περίμενε πότε θα χτυπήσει η «γαλανόλευκη» σαν την κόμπρα στην αντεπίθεση.
Και ξαφνικά καλούμαστε όλοι μας να διαχειριστούμε μια εθνική ομάδα που σε κάνει να… τσιμπιέσαι κάθε φορά που τη βλέπεις. Με ποδοσφαιριστές να ξεχειλίζουν από ποιότητα και επιθετικό ταλέντο, 17χρονα, 18χρονα και 20χρονα παιδιά να συγκαταλέγονται στους πιο υποσχόμενους Ευρωπαίους παίκτες στις ηλικίες τους και μια φιλοσοφία που θέλει την μπάλα όσο το δυνατόν για περισσότερη ώρα στα δικά μας πόδια.
Η δυσκολία του φαβορί
Η εθνική ομάδα του Ιβάν Γιοβάνοβιτς αποτελεί ό,τι πιο ελκυστικό -σε επίπεδο θεάματος- έχουμε δει εδώ και πάρα πολλά χρόνια στη χώρα μας ως ποδοσφαιρικό δημιούργημα. Αν υπάρχει ωστόσο ένα στοιχείο που μας κάνει να αισιοδοξούμε για την επιστροφή μας στα τελικά μιας μεγάλης διοργάνωσης -και δη του Μουντιάλ του 2026, που θα διεξαχθεί στα γήπεδα των Ηνωμένων Πολιτειών, του Μεξικού και του Καναδά-, είναι η συνέπειά μας!
Είτε αντιμετωπίζει την Αγγλία στο Γουέμπλεϊ, είτε τη Σκωτία στη Γλασκόβη, είτε τη Λευκορωσία στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης», η «γαλανόλευκη» έχει αρχίσει να κερδίζει το υπ’ αριθμόν ένα στοίχημα για να γυρίσει ξανά στην ελίτ του παγκόσμιου ποδοσφαίρου: την αξιοπιστία της!
Είναι δεδομένο ότι θα υπάρξουν και στραβοπατήματα στη διάρκεια της διαδρομής που ξεκίνησε το φθινόπωρο του 2024 και το θυμίζουμε γιατί δεν χρειάζεται και πολύ για τον ενθουσιώδη μέσο Έλληνα φίλαθλο να ξεχάσει γρήγορα την αποθέωση των τελευταίων μηνών και να καταφύγει στην… ισοπέδωση και την απαξίωση ύστερα από ένα δύο αποτυχημένα αποτελέσματα.
Το αποψινό δεύτερο παιχνίδι στο Φάληρο με την πολύπειρη Δανία για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου μόνο εύκολο δεν είναι. Ενδεχομένως να αποτελεί και ένα πνευματικό crash test ετοιμότητας για τους «μπέμπηδες» της Εθνικής μας, που καλούνται σιγά σιγά να εξοικειώνονται με τον τίτλο του φαβορί σε αγώνες ακόμη και με ομάδες της δεύτερης ταχύτητας του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
Δεν είναι ποτέ εύκολο για την ιδιοσυγκρασία του Έλληνα να διαχειρίζεται τον ρόλο του φαβορί. Είναι και αυτό ένα τεστ για τα παιδιά του Ιβάν!
Εφημερίδα Απογευματινή