Τα ωστικά κύµατα από την κρίση στη Γαλλία δεν έχουν ακόµη φτάσει στη χώρα µας. Μια (ακόµη) παραίτηση πρωθυπουργού στο Παρίσι, την ώρα που η χώρα βυθίζεται στην κρίση, τα χρέη είναι δυσθεώρητα, ο δανεισµός ακριβότερος από αυτόν της Ιταλίας και οι φήµες για πιθανή παρέµβαση του ∆ΝΤ να επιµένουν.
Το εγχώριο επικοινωνιακό έλλειµµα για ό,τι συµβαίνει αυτήν τη στιγµή στη Γαλλία είναι εµφανές: µια ερώτηση στη συνέντευξη του πρωθυπουργού στη ∆ΕΘ και µια αναλαµπή στα ΜΜΕ από την παραίτηση του Γάλλου πρωθυπουργού Μπαϊρού (φωτ.) ήταν µέχρι στιγµής ο φτωχός απολογισµός για το πώς φωτίστηκαν οι δραµατικές εξελίξεις. Κι όµως, µιλάµε για τη δεύτερη µεγαλύτερη δύναµη στον πυρήνα της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης. Κι ακόµα δεν έχουµε δει τα χειρότερα, καθώς καµία πολιτική δύναµη δεν προτείνει λύσεις για τον περιορισµό της αιµορραγίας στα κρατικά ταµεία, ενώ το πολιτικό αδιέξοδο εντείνεται. Στο µεταξύ, η Γαλλία
έφτασε να δανείζεται ακριβότερα από την Ελλάδα. Τα επιτόκια στα δεκαετή κρατικά οµόλογα της Γαλλίας απογειώθηκαν στο 3,47%, ενώ τα «ελληνικά» στο 3,33%.
Οσο για το έλλειµµα, µαζί µε την παραίτηση Μπαϊρού ναυάγησε και το σχέδιο περικοπών ύψους 45 δισ. ευρώ για τη µείωσή του. Ας µείνουµε όµως στη διεθνή διάσταση του γαλλικού αδιεξόδου. Μπορεί η κρίση στη Γαλλία να προκαλέσει ρήγµατα στη δοκιµαζόµενη έτσι ή αλλιώς συνοχή της Ε.Ε.; Υπό προϋποθέσεις, ναι. Οι εξελίξεις θα δείξουν τι µπορεί να σηµάνει αυτό για την οικονοµία της Ε.Ε., εάν και εφόσον δεν βρεθεί λύση στο οικονοµικό αδιέξοδο. Εάν δεν υπάρξει πρωτίστως πολιτική λύση. Εγχείρηµα εξαιρετικά δύσκολο, εξαιτίας της πόλωσης που επικρατεί όχι µόνο στο πολιτικό στερέωµα, αλλά και στην κοινωνία. Ακόµα δυσκολότερο, εξαιτίας της πίεσης που ασκεί το κόµµα της Μαρίν Λεπέν -το ισχυρότερο µε βάση τις µετρήσεις- για να αναλάβει τις ευθύνες της διακυβέρνησης. Μια πίεση που συνοδεύεται από απλόχερες εξαγγελίες για παροχές σε κάθε κατεύθυνση, την ώρα που κατά τον κ. Μπαϊρού το ταµείο είναι µείον.
Μια παρέκκλιση της Γαλλίας από τους δηµοσιονοµικούς κανόνες της Ε.Ε., µια τάση διαίρεσης και διάσπασης της κοινοτικής συνοχής µπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες για το ευρωπαϊκό µέλλον. Και ο κίνδυνος ελλοχεύει τόσο εξαιτίας του λαϊκισµού της κ. Λεπέν και του κ. Μπαρντελά όσο και του κόµµατος του κ. Μελανσόν. Τι συνέπειες µπορεί να έχουν αυτές οι πιέσεις στην περίπτωση µιας κρίσης στην Ευρωζώνη;
Τα τελευταία χρόνια εκδηλώθηκαν δύο βαθιές κρίσεις: η µία για το «ελληνικό πρόβληµα» και η άλλη από τις δραµατικές συνέπειες της πανδηµίας. Και στις δύο περιπτώσεις, η Ευρώπη -συµπεριλαµβανοµένης και της Γαλλίαςαπάντησε µε τη στρατηγική της ενίσχυσης και όχι αποδυνάµωσής της. «Επί δεκαετίες, η απάντηση σε κάθε κρίση ήταν “περισσότερη Ευρώπη”. Οι πρόσφατες κρίσεις οδήγησαν σε κοινή τραπεζική εποπτεία και στην έκδοση κοινών οµολόγων. Τέτοιες λύσεις θα ήταν δύσκολο να τις χωνέψουν τα κόµµατα που υποσχέθηκαν στους ψηφοφόρους τους “λιγότερη Ευρώπη”» γράφει ο «Economist». Και δυστυχώς, προς λιγότερη Ευρώπη κλίνουν τόσο η Εθνική Συσπείρωση όσο και η Ανυπότακτη Γαλλία…
Ο κίνδυνος µπορεί να γίνει µεγαλύτερος εξαιτίας των χαµηλών αντανακλαστικών στις Βρυξέλλες. Εχει περάσει ένας χρόνος από τότε που ο κ. Ντράγκι παρουσίασε την πολύ σηµαντική έκθεσή του για το πώς µπορεί να θωρακιστεί και να τονωθεί η ευρωπαϊκή οικονοµία, πώς µπορεί να ενοποιηθούν οι χρηµατοπιστωτικές αγορές, να παρθούν µέτρα για την αύξηση της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας, της µείωσης της γραφειοκρατίας. Μια
έκθεση που, µετά πολλών επαίνων, αναπαύεται από τότε σε κάποιο συρτάρι της Κοµισιόν
στις Βρυξέλλες.
∆εν είναι απίθανο µια µετάδοση του «ιού» της γαλλικής κρίσης στην Ευρωπαϊκή Ενωση να έχει επιπτώσεις και στη δική µας οικονοµία. Οχι µόνο σε διµερές επίπεδο -λόγω της στενής οικονοµικής και αµυντικής συνεργασίας µε το Παρίσι- αλλά και από το ενδεχόµενο µιας «κρίσης εµπιστοσύνης» των αγορών προς την Ε.Ε., µε ό,τι αυτό συνεπάγεται για το επενδυτικό κλίµα, τις αξιολογήσεις και την τροχιά των επιτοκίων – και των δικών µας.
Μερίδα αναλυτών στη χώρα µας ήδη επιχειρούν να διασκεδάσουν τα όσα συµβαίνουν στη Γαλλία µε εκτιµήσεις του τύπου «εντάξει, η Γαλλία δεν είναι Ελλάδα, έχει ισχυρή παραγωγική βάση» κ.λπ. Επικαλούνται µάλιστα το γεγονός ότι το χρέος της είναι το 114% του ΑΕΠ (3,3 τρισ. ευρώ), την ώρα που της χώρας µας είναι το 153% και της Ιταλίας το 138% του ΑΕΠ.
Αλλά σε αντίθεση µε τη Γαλλία, όπως εκτιµά το Reuters, οι δύο χώρες έχουν επιτύχει σηµαντικά πλεονάσµατα, που τους επιτρέπουν να εξυπηρετούν τα χρέη τους. Ακόµα και η Γερµανία δείχνει σηµάδια ανάκαµψης, σε σηµείο που ο οικονοµολόγος Leo Barincou (Oxford Economics) να εκτιµά πως «η κατάσταση βελτιώνεται παντού εκτός από τη Γαλλία, που έχει γίνει ένα είδος ασχηµόπαπου» (µαύρου πρόβατου, όπως θα λέγαµε εµείς και όπως µας χαρακτήριζαν οι εταίροι µας µόλις λίγα χρόνια πριν…). Κακά τα ψέµατα. Σε αυτήν τη συγκυρία δεν υπάρχει «γαλλικό κλειδί» για την άρση του αδιεξόδου σε Παρίσι αλλά και Βρυξέλλες.
Και εµάς µόνο αδιάφορους δεν µπορεί να µας αφήνει, εφόσον «είµαστε Ευρώπη»
Κυριακάτικη Απογευματινή










