Η Κομισιόν -όσο περνάει ο καιρός- μοιάζει όλο και πιο πολύ με νέα Βαστίλη για την Ευρώπη. Οι αποφάσεις, η στρατηγική της, τα σκοτεινά συμφέροντα που κρύβονται στους διαδρόμους της, το παιχνίδι του χρήματος, της διαφθοράς και του χρηματισμού, που αναγορεύει προδιαγραφές που σκοτώνουν την ανταγωνιστικότητα, την ανάπτυξη, την ευημερία και την κοινωνική συνοχή, την αποκαλύπτουν όλο και περισσότερο.
Τι είναι η Κομισιόν; Ένα διευθυντήριο που κυβερνά και αποφασίζει για τις τύχες της Ευρώπης. Ουσιαστικά καθορίζει τη ζωή και την καθημερινότητα των Ευρωπαίων. Την προοπτική τους και τα όριά τους. Όχι μόνο δημοσιονομικά αλλά σε κάθε επίπεδο της ζωής τους. Επίσης, για την Κομισιόν τα εθνικά κράτη-μέλη δεν υπάρχουν. Στον βαθμό που δύνανται να επηρεάσουν καταλυτικά την κυριαρχική βούλησή της. Η Κομισιόν τελικά είναι ένα καφκικού τύπου δημιούργημα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, που πλέον πρέπει να ελεγχθεί, να φανερωθεί και να περιορισθεί στον χώρο που οι δημοκρατίες και το καθεστώς των δυτικών ελευθεριών καθορίζουν.
Με ποια κριτήρια αποφασίζει η Κομισιόν; Ποια είναι η αιρετή πλειοψηφία και σε ποιο όργανο αποφασίζονται οι κεντρικές επιλογές που ακολουθούνται από όλους στη βάση των αναγκαστικών προδιαγραφών, που ορίζονται ακόμη και για τα πλαστικά καλαμάκια; Πού βρίσκεται η λογοδοσία της Κομισιόν; Πώς γίνονται οι διορισμοί στην Κομισιόν και το επίπεδο των υψηλών αμοιβών που προκρίνονται; Πώς είναι δυνατόν σε μια ολότητα δημοκρατικών εθνών η κεντρική δομή διαχείρισης που λαμβάνει τις αποφάσεις για την ένωση να είναι ολιγαρχικού χαρακτήρα και ουσιαστικά ανεξέλεγκτη; Πόσο πέτυχε τελικά η Ευρώπη του Μάαστριχτ που έδωσε κυρίαρχες αρμοδιότητες στην Κομισιόν, υποβάθμισε το Συμβούλιο των εθνικών κυβερνήσεων και περιθωριοποίησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο των αιρετών;
Η σημερινή πραγματικότητα, τρεις δεκαετίες μετά, δείχνει ότι το μοντέλο ήταν όχι μόνο ατυχές αλλά και καταστροφικό. Η κεντρική γραφειοκρατία -μέσα από συσχετισμούς λόμπι και καρτέλ- κατέστρεψε την προοπτική της Ευρώπης, ναρκοθετώντας το παρόν της στην προηγούμενη διεθνή συγκυρία. Στην παρούσα συγκυρία, μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, υπάρχουν επιλογές που επιδεικνύουν κυριολεκτικά παραφροσύνη από την πλευρά της Κομισιόν.
Για παράδειγμα, η απαγόρευση της κυκλοφορίας νέων αυτοκινήτων με κινητήρα εσωτερικής καύσης (βενζίνη – ντίζελ), μέχρι και των υβριδικών. Με ορίζοντα το 2035, η Κομισιόν υποστηρίζει ότι θα πρέπει πλέον στους δρόμους της Ευρώπης να κινούνται μόνον ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Είναι εντυπωσιακό ότι μετά την πλήρη αποτυχία της στρατηγικής της ηλεκτροκίνησης -τάχα στο πλαίσιο της προστασίας του περιβάλλοντος- επανέρχεται η ίδια επιμονή σε αυτή την αυταπάτη. Ή μήπως σε αυτή την απάτη; Είναι γνωστό ότι σε μια κλειστή συνάντηση κορυφής των Ευρωπαίων κατασκευαστών αυτοκινήτων διαπιστώθηκε προ διετίας η αστοχία αυτού του προσανατολισμού. Για διάφορους λόγους. Τεχνικούς, δικτύου, κόστους ανταλλακτικών και ειδικά των μπαταριών.
Η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία στις κεντρικές χώρες παραγωγής αναζητά πλέον διέξοδο στην αύξηση των στρατιωτικών εξοπλισμών, με πολλά εργοστάσια να βλέπουν την επόμενη μέρα τους στη μετατροπή τους σε πολεμική βιομηχανία. Πέραν όλων των άλλων, στον ενεργειακό τομέα η Ευρώπη με την πράσινη οικονομία και το χρηματιστήριο των ρύπων, που μονομερώς υποστήριξε η γραφειοκρατία της Κομισιόν, κατέστρεψε την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων αλλά και την οικονομική δυνατότητα των νοικοκυριών. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σωρηδόν μετακομίζουν στις ΗΠΑ και στη Γουόλ Στριτ, αλλά ακόμη και σήμερα οι προδιαγραφές που έχει θέσει η Κομισιόν τις καθιστούν μη ανταγωνιστικές εντός της ευρωπαϊκής ζώνης έναντι εκείνων των τρίτων χωρών. Στον τομέα της ηλεκτροκίνησης έχει πλέον διεθνές πλεονέκτημα η Κίνα και προφανώς αυτό που «δείχνει» η Κομισιόν για το 2035 θα πρέπει να στοχοποιηθεί, τόσο από τη βιομηχανία -ήδη η Γερμανία θέτει (ευτυχώς) βέτο σχετικά με την κατάργηση των υβριδικών και των άλλων αυτοκινήτων με θερμικούς κινητήρες- όσο και από τις κυβερνήσεις και τους εκλεγμένους των λαών.
Εφημερίδα Απογευματινή