Τα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία τα τελευταία χρόνια κάνει μια σημαντική προσπάθεια ανασύνταξης δυνάμεων και μεγαλύτερης παρουσίας της στην καθημερινότητα του πολίτη, προκαλούν προβληματισμό και ανησυχία. Το 2024 είχαμε αύξηση των ληστειών σε σπίτια, στους δρόμους και σε καταστήματα κατά περίπου 4% σε σχέση με το 2023. Επίσης είχαμε οκτώ ληστείες κάθε μέρα, ενώ οι υποθέσεις ναρκωτικών που εξιχνιάστηκαν ήταν αυξημένες επίσης κατά 15%.
Εντυπωσιακά είναι και τα στοιχεία για απάτες με θύματα ηλικιωμένους που επίσης αυξήθηκαν κατά 11%. Οι περισσότερες κατηγορίες εγκλημάτων αυξάνονται με το πέρασμα του χρόνου παρά το γεγονός ότι το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ειδικά με την παρουσία εκεί του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη δείχνει μεγάλη κινητικότητα. Οι ΟΠΚΕ ενισχύθηκαν θεαματικά — από 34 σε 94 ομάδες, με προσθήκη 600 ατόμων. Παράλληλα, αυξήθηκαν τα μπλόκα, οι περιπολίες και οι δράσεις πρόληψης.
Ωστόσο, παρά την ένταση των επιχειρήσεων, η μείωση των διαρρήξεων και κλοπών δεν έχει επιτευχθεί όπως ήταν ο στόχος. Σε πολλές συνοικίες οι πολίτες εξακολουθούν να αισθάνονται ότι η Αστυνομία φτάνει αργά ή δεν επαρκεί και ότι οι «μικρότερες» παραβάσεις συχνά μένουν χωρίς γρήγορη ανταπόκριση.
Οι ηλικιωμένοι παραμένουν οι πιο ευάλωτοι στόχοι. Οι απάτες μέσω τηλεφώνου και διαδικτύου, οι διαρρήξεις κατοικιών και οι κλοπές σε δημόσιους χώρους πλήττουν όχι μόνο το πορτοφόλι τους αλλά κυρίως το αίσθημα ασφάλειας και την αξιοπρέπεια της καθημερινής τους ζωής. Όταν ένας ηλικιωμένος φοβάται να απαντήσει στο τηλέφωνο ή να ανοίξει την πόρτα του, η κοινωνία οφείλει να αναρωτηθεί πόσο αποτελεσματικά προστατεύει τα πιο αδύναμα μέλη της.
Η περαιτέρω ενίσχυση της αστυνομικής παρουσίας είναι αναγκαία, αλλά όχι από μόνη της ικανή. Η ασφάλεια δεν εξαντλείται στο μπλε φως του περιπολικού· χτίζεται με φωτισμένους δρόμους και υπόγειες διαβάσεις που δεν είναι ευθύνη της Αστυνομίας αλλά των δήμων και των Περιφερειών. Χτίζεται επίσης με λειτουργικές κάμερες, καθαρούς δημόσιους χώρους και γειτονιές που δεν αφήνονται να ρημάζουν. Με ειδικά προγράμματα προστασίας ηλικιωμένων, τηλεφωνικές γραμμές άμεσης βοήθειας, εθελοντικά δίκτυα και γρήγορη αστυνομική ανταπόκριση σε κάθε καταγγελία απάτης. Παράλληλα, μείζονος σημασίας είναι η επιτάχυνση της δικαστικής διαδικασίας, ώστε οι καθημερινές ληστείες και οι απάτες να εκδικάζονται άμεσα, με αποτρεπτικά μέτρα για τους δράστες.
Προφανώς η ασφάλεια δεν είναι μόνο θέμα καταστολής· αλλά και κοινωνικής συνοχής. Η φτώχεια, η περιθωριοποίηση και η έλλειψη ευκαιριών τροφοδοτούν την παραβατικότητα. Γι’ αυτό, η πρόληψη πρέπει να περνά μέσα από την εκπαίδευση, την εργασία και την ένταξη με πολιτικές που δίνουν ελπίδα πριν χρειαστεί να φτάσει η ώρα της τιμωρίας.
Η Ελλάδα των τελευταίων ετών έχει κάνει βήματα μπροστά στην αστυνόμευση και στην επιχειρησιακή ικανότητα των Σωμάτων Ασφαλείας. Όμως η μάχη για την καθημερινή ασφάλεια του πολίτη -του ηλικιωμένου, του εργαζόμενου, του παιδιού- δεν έχει κερδηθεί. Οι αριθμοί λένε την αλήθεια: η εγκληματικότητα, μικρή ή μεγάλη, αυξάνεται. Η πολιτεία οφείλει να δράσει πιο συντονισμένα, με επιμονή και σχέδιο.
Εφημερίδα Απογευματινή