Ο Αλέξης Τσίπρας θα δημιουργήσει νέο κόμμα. Ο Αντώνης Σαμαράς ετοιμάζεται να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Η Μαρία Καρυστιανού διαψεύδει ότι θα ηγηθεί ενός τέτοιου εγχειρήματος, όχι όμως και ότι δεν θα συμμετάσχει σε αυτό. Στη Βουλή σήμερα υπάρχουν οκτώ κόμματα, συν ένα επιπλέον με εκπροσώπηση στην Ευρωβουλή, σύνολο εννιά.
Αν προσθέσουμε και το Κίνημα Δημοκρατίας που αριθμεί έξι βουλευτές (αλλά δεν διαθέτει Κοινοβουλευτική Ομάδα τυπικά), το σύνολο φτάνει τα δέκα. Εφόσον προχωρήσουν κανονικά τα τρία προαναφερθέντα υπό ίδρυση κόμματα και εφόσον συνεχίσει να «τσιμπάει» δημοσκοπικά το ΜέΡΑ25, τότε μπορεί ακόμα και 14 κόμματα να διεκδικούν με αξιώσεις την είσοδό τους στο κοινοβούλιο την άνοιξη του 2027. Μπορεί να μην καταφέρουν τελικά να ολοκληρώσουν όλα τη διαδρομή που οδηγεί μέχρι την κάλπη -και σίγουρα δεν θα καταφέρουν όλα να περάσουν το όριο του 3%- αλλά ένα είναι σίγουρο: η δημοκρατία μας δεν πάσχει από έλλειψη πολυφωνίας ή από κάποιο «ολιγοπώλιο» κομμάτων. Ίσα ίσα που παρουσιάζει έναν πλούτο ιδεολογικών και πολιτικών αποχρώσεων, τάσεων και φωνών. Κάτι το οποίο μπορεί να αποδειχθεί πραγματικά γόνιμο και θετικό.
Λείπει όμως κάτι πολύ βασικό και ουσιαστικό. Οι προτάσεις. Θα πει κανείς, μα διαβάζουμε και ακούμε άφθονες προτάσεις για μια σειρά από θέματα. Σωστό. Αλλά αν ξύσεις λίγο την επιφάνειά τους, ανακαλύπτεις τη γύμνια τους, στις περισσότερες τουλάχιστον των περιπτώσεων.
Ας μη μακρηγορούμε και πολυλογούμε άσκοπα. Η χώρα μας αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα και έχει μπροστά της τεράστιες προκλήσεις. Το δημογραφικό ίσως είναι η μεγαλύτερη από αυτές. Έχει κάποιος να προτείνει κάποια ριζοσπαστική λύση; Και μέχρι να αποδώσει αυτή η λύση, έχει κάποια πρόταση διαχείρισης της ενεργού γήρανσης; Πολύ σύντομα, ένας στους τέσσερις Έλληνες θα είναι άνω των 65 ετών. Η πίεση στο ασφαλιστικό σύστημα και στο Εθνικό Σύστημα Υγείας θα είναι τεράστια. Ίσως περισσότερη σε βάθος χρόνου από αυτήν που είναι σχεδιασμένα να αντέξουν.
Στην οικονομία, οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνεισφέρουν σημαντικά στην ανάπτυξη, ωστόσο τον Αύγουστο του 2026 τα χρήματα αυτά τελειώνουν. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (της Κομισιόν), στη χώρα μας λειτουργούν 739.378 πολύ μικρές επιχειρήσεις, που απασχολούν δηλαδή λιγότερο από δέκα εργαζομένους. Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει το 94,7% του συνόλου των επιχειρήσεων που υπάρχουν στην Ελλάδα. Όλοι ομνύουν υπέρ του μικρομεσαίου επιχειρηματία -και καλά κάνουν και στηρίζουν τους ανθρώπους αυτούς, που αγωνίζονται και παλεύουν- αλλά κανείς δεν τολμά να πει ανοιχτά ότι το μοντέλο αυτό δεν είναι βιώσιμο σε μια ολοένα και πιο ανταγωνιστική διεθνή οικονομία, σε μια εποχή μάλιστα που η τεχνητή νοημοσύνη προελαύνει ραγδαία και αλλάζει ριζικά τον τρόπο που λειτουργούν μια σειρά κλάδοι.
Ποια διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες μπορεί να προσφέρει μια χώρα όπου το 95% των επιχειρήσεων απασχολούν μια χούφτα εργαζόμενους; Ποια εξειδίκευση θα αναπτύξουν, πώς μπορούν να καταρτίσουν ένα μακροπρόθεσμο business plan και -σε ένα άλλο επίπεδο- πόσα εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε επιδοτήσεις ή ενισχύσεις ή κίνητρα μπορεί να δίνει ετησίως ο κρατικός προϋπολογισμός ώστε να βοηθήσουν τα χρήματα αυτά αποφασιστικά 740.000 επιχειρήσεις; Για τους αγρότες, η Κοινή Αγροτική Πολιτική αλλάζει άρδην τα δεδομένα από το 2028 και μετά και κανένα κόμμα, νέο ή παλιό, δεν μοιάζει να το έχει συνειδητοποιήσει και να έχει διαμορφώσει μια άποψη γι’ αυτό.
Δύο ακόμα προκλήσεις, που επίσης σχετίζονται με το δημογραφικό: Οι γεννήσεις στην Ελλάδα την περασμένη χρονιά, το 2024 δηλαδή, ανήλθαν σε 68.467, 35.216 αγόρια και 33.251 κορίτσια. Αν αφαιρέσουμε όσους δεν καταφέρουν να τελειώσουν το σχολείο, όσους μεταναστεύσουν με την οικογένειά τους στο ενδιάμεσο, όσους φύγουν για προπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό και όσους επιλέξουν να εργαστούν αμέσως μετά την αποφοίτηση από το σχολείο, εκείνοι της «σειράς» τους που θα δώσουν Πανελλαδικές -ή όποιο σύστημα εισαγωγής υπάρχει τότε- δεν θα είναι πάνω από 50.000. Οι εισακτέοι στα ΑΕΙ ακόμα λιγότεροι προφανώς. Ο αριθμός αυτός δεν αρκεί για τα 24 πανεπιστήμια που λειτουργούν σήμερα. Αρκετά, αναγκαστικά, θα βάλουν λουκέτο. Ούτε οι 30.000 (κατ’ εκτίμηση πάντα) άνδρες της ίδιας «σειράς» που θα υπηρετήσουν στον στρατό αρκούν για να επανδρώσουν όλες τις μονάδες. Αρκετά στρατόπεδα θα κλείσουν αναγκαστικά.
Βλέπει άραγε κανείς από τους γεννήτορες νέων κομμάτων -χωρίς να εξαιρούμε βέβαια και όσους ηγούνται υφιστάμενων κομματικών σχηματισμών- τη σκληρή αυτή αλήθεια; Προς το παρόν τουλάχιστον ούτε κάποια τέτοια διαπίστωση βλέπουμε ούτε γενναίες προτάσεις ακούμε. Η τακτική -κατά την προσφιλή αγγλοσαξονική έκφραση- του να κλοτσάμε το τενεκεδάκι πιο κάτω στον δρόμο είχε δραματικές συνέπειες για τον τόπο μας. Επί χρόνια οι κυβερνήσεις έβλεπαν το δημοσιονομικό έλλειμμα να διογκώνεται, το δημόσιο χρέος να τραβά την ανηφόρα, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών να διευρύνεται, και ουσιαστικά σφύριζαν αδιάφορα. Ώσπου οι συνέπειες ήρθαν και σάρωσαν τα πάντα, αρχής γενομένης από το 2010.
Ας γίνουν, λοιπόν, νέα κόμματα και ας μοιραστούν «νέα διαβατήρια». Αλλά ας βγουν και οι πολιτικοί ταγοί να μιλήσουν με θάρρος και γνώση για τα μελλούμενα και να προετοιμάσουν τον λαό για αυτά.
Εφημερίδα Απογευματινή