Στην αρχή ταξίδευε για τα Στενά του Βοσπόρου για να φορέσει τη φανέλα της Αναντολού Εφές. Στην πορεία όμως αποφάσισε να αγκυροβολήσει στο λιμάνι του Πειραιά, πριν επιλέξει να πιει μια μπίρα στις γειτονιές του Μονάχου, σκεπτόμενος στην πορεία αν πρέπει να περιμένει πρόταση από ομάδα του NBA.
Όσα συνέβησαν το τελευταίο εικοσιτετράωρο μόνο στο άκουσμα της πιθανότητας μετακόμισης του Σπένσερ Ντινγουίντι στα παρκέ της Euroleague επιβεβαιώνουν δύο δεδομένα. Πρώτον, την αναμφισβήτητη αξία του χαρισματικού άσου που είναι σε θέση να αλλάξει ισορροπίες στη μεγαλύτερη διασυλλογική διοργάνωση του ευρωπαϊκού μπάσκετ και, δεύτερον, την παντελή έλλειψη ψύχραιμης αντιμετώπισης οποιασδήποτε πληροφορίας διαχέεται στο διαδίκτυο.
Ζούμε στην εποχή της ηλεκτρονικής ταχύτητας, όπου τα πάντα κινούνται πολύ πιο γρήγορα σε σχέση με το παρελθόν: από τη δημοσιογραφική αξιολόγηση μιας πληροφορίας μέχρι τη βιασύνη της δημοσίευσής της και την… υστερική υποδοχή της στα social media.
Όταν μάλιστα η είδηση (ή μια απλή φήμη) αφορά έναν παίκτη με τα χαρακτηριστικά ενός πρωταγωνιστή και όχι απλού ρολίστα στα παρκέ του NBA (γιατί ο Ντινγουίντι διαθέτει στα χαρτιά «πακέτο» ανώτερο ακόμη και από αυτό του σπουδαίου Κέντρικ Ναν), τότε απλώς… χάνεται η μπάλα!
Πώς λειτουργεί αυτή τη στιγμή η… διαδικτυακή πιάτσα; Μαθαίνει ένας δημοσιογράφος μια πληροφορία και τη δημοσιεύει στο Μέσο όπου εργάζεται ή στα προσωπικά του social media. Μέσα σε δευτερόλεπτα φτάνει ειδοποίηση σε μερικές εκατοντάδες επαγγελματικά κινητά σε ολόκληρο τον πλανήτη: «Έγραψε αυτό ο Ουρμπόνας», «αποκάλυψε εκείνο ο Ρομάνο», «έσκασε η βόμβα από τον… Σομογλόπουλο».
Μια φορά κι έναν καιρό, επειδή οι αποκαλυπτικές ειδήσεις κυκλοφορούσαν το επόμενο πρωινό στα περίπτερα σε έντυπη μορφή, υπήρχε ο χρόνος για ρεπορτάζ, για τσεκάρισμα, για διασταύρωση πηγών.
Στη δίνη της παράνοιας
Στη σημερινή εποχή όλες οι παραπάνω αυτονόητες ενέργειες ενός δημοσιογράφου γίνονται μετά τη μαζική αναπαραγωγή μιας πληροφορίας! Ο ένας προσπαθεί να προλάβει τον άλλο στον βωμό των περισσότερων clicks και likes και, το χειρότερο, η πληροφορία… φουσκώνεται στη διάρκεια της διαδρομής, με αποτέλεσμα να δημοσιεύονται ειδήσεις που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.
Άλλο πράγμα για παράδειγμα να αναφέρεις ότι «ο Ολυμπιακός εξετάζει την περίπτωση του Σπένσερ Ντινγουίντι», άλλο να γράφεις ότι «ο Ολυμπιακός έκλεισε τον Ντινγουίντι».
Όσο μεγάλη όμως είναι η σπουδή των δημοσιογράφων για αποκαλύψεις και αποκλειστικά, ακόμη μεγαλύτερη είναι η βιασύνη των φιλάθλων να εξάγουν συμπεράσματα και να αποθεώσουν ή να… κατακεραυνώσουν προπονητές, παράγοντες, ιδιοκτήτες, αθλητές.
Δημοσιεύεται η πληροφορία ότι ο Ντινγουίντι κλείνει στον Ολυμπιακό; Πρώτοι μάγκες οι Αγγελόπουλοι, κολοσσός ο Μπαρτζώκας που έπεισε τον Αμερικανό μετά τον Φουρνιέ.
Αναφέρει ο Ουρμπόνας ότι ο Ντινγουίντι πάει στην Μπάγερν; Κλείστε το μαγαζί εκεί στο ΣΕΦ, ο Μπαρτζώκας τού είπε ότι θα κάνει τα ρεπό του Ουόκαπ και ό,τι παρανοϊκό μπορείς να σκεφτείς.
Και όλα αυτά χωρίς κανείς να ενδιαφερθεί να μάθει τι ακριβώς έχει συμβεί, να εξακριβώσει αν η δημοσίευση που σχολιάζει έχει βάση ή ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Το πρόβλημα είναι πώς μπορούν οι πιο λαοφιλείς ομάδες, ως οργανισμοί, να μείνουν ανεπηρέαστες από τα σύγχρονα ήθη που επικρατούν στη διακίνηση των πληροφοριών. Πώς μπορούν να αφήσουν τη συγκεκριμένη υστερία μακριά από τα γραφεία τους, τα αποδυτήριά τους και κυρίως τις εξέδρες του γηπέδου τους, που είναι το πιο σημαντικό;
Γιατί αν η παράνοια του διαδικτύου αρχίσει να εγκαθίσταται στην κερκίδα, τότε οποιαδήποτε ομάδα είναι αδύνατο να μην εγκλωβιστεί στη δίνη μιας αυτοκαταστροφικής εσωστρέφειας που θα τρώει σε κάθε παιχνίδι τα σωθικά της.
Εφημερίδα Απογευματινή











