Ο κύβος ερρίφθη. Οι υπουργικές αποφάσεις που αναθέτουν τέσσερα θαλάσσια ενεργειακά οικόπεδα στις περιοχές της Νότιας Πελοποννήσου και της Κρήτης στην κοινοπραξία Chevron – Hellenic Energy, η οποία επικράτησε σε σχετικό διεθνή διαγωνισμό, υπεγράφη. Αν θελήσουμε να παρακολουθήσουμε με προσοχή την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, αλλά και τους παράγοντες που επηρεάζουν τη γεωπολιτική της θέση και ισχύ, είναι καλύτερα να μην περιοριζόμαστε στην ύλη του υπουργείου Εξωτερικών. Αλλά να επικεντρώνουμε το ενδιαφέρον μας στη δραστηριότητα του υπουργείου Ενέργειας.
Η Ελλάδα κινείται βασικά στα ενεργειακά και εταιρικά πεδία άσκησης πολιτικής αναζητώντας μέσα από κέρδη για τον κρατικό της προϋπολογισμό την αύξηση της επήρειάς της στην εν γένει γεωστρατηγική περιοχή. Έχοντας τα προηγούμενα χρόνια εξελίξει σημαντικά μια πορεία σύγκλισης συμφερόντων με τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και αραβικές ηγεσίες, σήμερα πλέον κινείται μέσα στον κύκλο της ΕΕ ή του ΝΑΤΟ με αξιοσημείωτη αυτοτέλεια. Ευρισκόμενοι σε έναν διεθνή κύκλο αμφισβήτησης της αξίας και των αποφάσεων των πολυμερών οργανισμών ή συμμαχιών κρατών, με επιταχυντή αυτής της νέας εποχής την Ουάσινγκτον του Ντ. Τραμπ, η Αθήνα της διακυβέρνησης Μητσοτάκη βρίσκει χώρο και προσδοκίες σε συμφωνίες διμερούς ή επιχειρηματικού χαρακτήρα που εξυπηρετούν τα εθνικά της συμφέροντα.
Η ανάμειξη, για παράδειγμα, ενεργειακών πολυεθνικών όπως οι Chevron και Exxon Mobil στις έρευνες και την εξόρυξη ενεργειακών αποθεμάτων εντός των ΑΟΖ αλλά και των ηπειρωτικών ζωνών μιας σειράς κρατών που συνδέονται με την Ανατολική και τη Νότιο Μεσόγειο διαφοροποιεί το ενδιαφέρον αλλά και τις πιθανότητες μιας συνόδου πέντε κρατών («5×5») που έχουν χρόνια προβλήματα στη χάραξη των οικονομικών περιοχών τους.
Η Αθήνα στα νέα δεδομένα προέβαλε ως πρόταση μια τέτοια διεθνή διάσκεψη με τη συμμετοχή της Τουρκίας ως παράκτιας χώρας ανατολικά, όπως φυσικά και της Κύπρου. Υπήρχε μόνιμο ενδιαφέρον κατά το παρελθόν μέχρι και σήμερα να συμμετάσχει η Τουρκία, μέσα από μια τέτοιου τύπου διαδικασία, στα δρώμενα της Ανατολικής Μεσογείου. Επειδή ένιωθε αποκομμένη από τη διπλωματική και ενεργειακή σύγκλιση μεταξύ Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ – Αίγυπτου και επιθυμώντας πάγια να επιδεικνύει τον μεγαλοϊδεατισμό και την επιθετικότητά της στον χώρο της Μεσογείου, πέραν της Εγγύς Ανατολής και της Αφρικής, εμπνεύσθηκε κάποια στιγμή ένα μνημόνιο χάραξης οικονομικής ζώνης με τη θεσμικά και κρατικά διαλυμένη Λιβύη για να διεμβολίσει την «τάξη των πραγμάτων» σύμφωνα και με το Δίκαιο της Θάλασσας.
Στην παρούσα φάση εκδηλώνονται ανησυχίες από διπλωματικούς και πολιτικούς κύκλους γι’ αυτήν τη μετατόπιση θέσης της Ελλάδας προς τη διεθνή σύνοδο στη Μεσόγειο με κύρια θέματα εκτός των άλλων τις ΑΟΖ και το Μεταναστευτικό. Η σύνοδος αυτή από τις κεντρικές δυνάμεις προφανώς προκαλεί ηγετικό ενδιαφέρον στις ΗΠΑ.
Για να εξελιχθεί η σύνοδος, προϋποθέτει ότι η Τουρκία θα αποδεχθεί στο τραπέζι τη Λευκωσία ως κράτος της Κύπρου. Επίσης ότι στη χάραξη ΑΟΖ θα λάβουν υπόψη τους τη συγκεκριμένη πρόβλεψη του ισχύοντος διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας ότι τα νησιά έχουν ΑΟΖ και ανάλογο καθεστώς με τα ηπειρωτικά εδάφη. Αυτά δεν θα ήταν αποδεκτά σε καμία περίπτωση αν οι αμερικανικές πετρελαϊκές δεν βρίσκονταν στην περιοχή με συγκεκριμένα επιχειρησιακά πλάνα, αλλά και αν δεν είχαμε στις ΗΠΑ πρόεδρο τον Ντ. Τραμπ. Η ενεργειακή διπλωματία και τα συμφέροντα με την έννοια αυτή παράγουν γεωπολιτική και εξελίξεις. Η Ελλάδα έχει λόγους να προσαρμόσει τις πάγιες τακτικές της, που άλλωστε δεν έχουν παραγάγει για πολλές δεκαετίες αποτελέσματα, αλλά ούτε και σημαντικές θετικές εξελίξεις για τα εθνικά συμφέροντα ούτε στην οικονομική τους διάσταση.
Ταυτόχρονα, βλέπουν το φως της δημοσιότητας αναλύσεις σε αμερικανικές εκδόσεις σύμφωνα με τις οποίες στο Κυπριακό, που ενδεχομένως θα αναζητηθεί η λύση του παράλληλα με το Παλαιστινιακό, μπορεί να τεθεί και ζήτημα αποχώρησης των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων από το νησί. Επίσης να επιδιωχθεί μια ομοσπονδιακού χαρακτήρα λύση αντί της λύσης των δύο κρατών την οποία προβάλλει η Άγκυρα. Τα δεδομένα πλέον είναι διαφορετικά και οι παράλληλες διαδρομές Ελλάδας και Τουρκίας προϋποθέτουν την απεμπλοκή από τις πάγιες διμερείς διαφορές μεταξύ τους. Κάτι που αντιλαμβάνονται τόσο η Ουάσινγκτον όσο και η πάντα ισχυρής επιρροής Ιερουσαλήμ.
Εφημερίδα Απογευματινή










