Η λογική της εσωστρέφειας δεν έχει άλλα περιθώρια για την Ελλάδα. Τουλάχιστον για όσους θέλουν να τη δουν ισχυρή στους χάρτες του ευρωπαϊκού Νότου, της Μεσογείου και του νέου ατλαντισμού που με αφετηρία την περίοδο Τραμπ στις ΗΠΑ δομείται. Οι παράμετροι που γίνονται για δεκαετίες σεβαστές στις εγχώριες ελίτ, βασισμένες στις πελατειακές σχέσεις, τη διαφθορά και την αξιοποίηση ευρωπαϊκών κονδυλίων, δεν έχουν προοπτική. Η αποδοχή μιας τέτοιας αλήθειας φέρνει επιπλοκές στο πολιτικό και κομματικό σύστημα της χώρας τύπου ΟΠΕΚΕΠΕ. Εφόσον είναι αναγκαίες κυβερνήσεις και πολιτικοί οργανισμοί που θα βλέπουν την προοπτική ή την κεντρική θεώρηση με υπέρβαση της καθημερινότητας στο εσωτερικό της χώρας, τότε πολλοί επιτυχημένοι ή προβεβλημένοι της πολιτικής και των επιχειρήσεων δεν θα έχουν τύχη.
Η νέα στρατηγική της ισχύος για την Ελλάδα, ακόμη και η εθνικοποίηση του χαρακτήρα της, που επιβάλλεται εκ της διεθνούς συγκυρίας, δεν μπορεί να βλέπει ανάπτυξη και ισχύ εκ των έσω. Αλλά από την εξωτερική συνεργασία και τις συνέργειες με άλλες δυνάμεις, σταθερά συμμαχικές, που βλέπουν την Ελλάδα αυτοτελώς και όχι ως αντίπαλο δέος ή γεωπολιτικό δίπολο με την Τουρκία.
Με άλλα λόγια, η Ελλάδα θα δουλέψει με μάνατζμεντ εξωτερικού και με εταιρείες πολυμετοχικές -ακόμη και αν σε αυτές διατηρεί μειοψηφικά μερίδια το κράτος στη λογική ΣΔΙΤ και ΔΕΗ-, που θα σύρουν το εθνικό κράτος στην ισχύ αντί να επιβουλεύονται για ίδιον όφελος την οικονομική και δημοσιονομική επάρκειά του. Η Ελλάδα στη στρατηγική της τελευταίας δεκαετίας, που δείχνει πλέον τη σημασία της έναντι παλαιότερων κεντρικών στρατηγικών, έχει επενδύσει σε συγκεκριμένους δυτικούς συμμάχους, πέρα και πάνω από την οργανική θέση της ως μέλους της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Στην παρούσα πλέον φάση η ειδική και αναβαθμισμένη διμερής συνεργασία με τις ΗΠΑ, οι περιφερειακές συνεργασίες με το μοντέλο τριγώνων με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, την Ιορδανία, τα Εμιράτα και βαθμηδόν με τη Σαουδική Αραβία αλλά και άλλες χώρες του Κόλπου, θα μπορέσουν να συνδυασθούν με την εκλεκτική σχέση που μπορεί να δομηθεί με την Ινδία. Από την άλλη πλευρά, η βαλκανική διαδρομή, που αποκτά χαρακτήρα παρευξείνιας διεξόδου, ακουμπά μέσω Σλοβακίας και Ουγγαρίας στην Ουκρανία με επίκεντρο την Οδησσό.
Το σύνολο των διαδρομών αυτών, που έχουν πλέον στον πυρήνα τους τις υπό εξέλιξη «Συμφωνίες του Αβραάμ» και όχι το υπερκράτος των Βρυξελλών, δίνουν στην Ελλάδα όχι μόνο μια νέα και πιο εκλεκτή ατλαντική ταυτότητα αλλά και μια πλεονεκτική θέση στην υπό διαμόρφωση παγκόσμια Δύση απέναντι στην Κίνα. Μια συλλογικότητα διαφορετική ως προς τα χαρακτηριστικά και τις προδιαγραφές της από την παγκοσμιοποιημένη Δύση των τελευταίων τριών δεκαετιών πριν από τη δεύτερη άφιξη Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Πώς λειτουργεί η νέα αυτή στρατηγική για την Ελλάδα, όχι πλέον μόνο γεωπολιτικά ή στρατιωτικά αλλά και επιχειρηματικά; Αυτό θα γίνει φανερό από την εξέλιξη της Διάσκεψης για τη Διατλαντική Σύμπραξη και Συνεργασία για την Ενέργεια (P-TEC). Αυτή κινείται σε δύο φόρουμ που εμπλέκονται μεταξύ τους. Το υπουργικό με συμμετέχοντες τέσσερις υπουργούς της κυβέρνησης Τραμπ, 25 υπουργούς Ενέργειας, εκ των οποίων 23 ευρωπαϊκών κρατών, και 400 περίπου υψηλούς αξιωματούχους από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Το δεύτερο φόρουμ είναι το εταιρικό με επικεφαλής κορυφαίων διεθνών ομίλων, ειδικά προερχόμενων από τις ΗΠΑ, μεταξύ αυτών οι πετρελαϊκές ExxonMobil και Chevron, αλλά και τεχνολογιών-δικτύων όπως οι Google και Amazon. Η όλη διάσκεψη θα καθορίσει στρατηγικά τις διαδρομές, τις υποδομές και τη χρηματοδότηση του τέλους της εποχής του πετρελαίου και του φυσικού αερίου από τη Ρωσία για την Ευρώπη και την απαρχή μιας νέας εποχής με βάση το αμερικανικό LNG.
Η ενεργειακή διάσκεψη δεν εξελίσσεται απλώς στην Ελλάδα αλλά αφορά την Ελλάδα, αφού η βάση των συνδέσεων σχετίζεται με τη Ρεβυθούσα και την Αλεξανδρούπολη. Η διάσκεψη θα πρέπει να εκτιμηθεί ως αφετηρία «new deal» για την Ελλάδα και όχι ως γεγονός που έτυχε να αφορά την Ελλάδα.
Εφημρίδα Απογευματινή









