Για σειρά δεκαετιών μεταπολεμικά η ελληνική διπλωματία στη σχέση και στις επαφές της με την αμερικανική διοίκηση, ασχέτως προσώπων, κομμάτων και διεθνούς συγκυρίας, ήταν απολύτως προβλεπόμενη και μάλλον ανιαρή για την Ουάσινγκτον. Οι Έλληνες ηγέτες και αξιωματούχοι θα έκαναν τα παράπονά τους για την επιθετικότητα της Τουρκίας και θα ζητούσαν τη συμπαράσταση των ΗΠΑ στην ανάσχεση των κατά καιρούς εντάσεων, προβάλλοντας τις αρχές και τις ρυθμίσεις του Διεθνούς Δικαίου σχετικά. Από την πλευρά των ΗΠΑ μόνιμος βραχίονας των ζητημάτων Ελλάδας – Τουρκίας στον διμερή ανταγωνισμό τους ήταν η σταθερότητα και η ισορροπία στην περίφημη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Όλα κινούνταν γεωπολιτικά στο περιβάλλον αυτό, είτε μιλάμε για τις δεκαετίες του 1950-1970 είτε μετά το 1980-2009, όπου προστέθηκαν ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα με την Τουρκία μετά την εισβολή και κατοχή στη Βόρεια Κύπρο, το casus belli για την περίπτωση που νομίμως η Ελλάδα επέκτεινε τα χωρικά της ύδατα, τη διαμόρφωση των ΑΟΖ και ούτω καθεξής.
Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις με τη διαδικασία αυτή, εντός και πέρα από τις διαβουλεύσεις στο ΝΑΤΟ, αποτελούσαν αντανάκλαση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ενώ από την άλλη η ελληνική ηγεσία αντιμετώπιζε πάντα τις συναντήσεις και τις συζητήσεις με την αντίστοιχη ηγεσία των ΗΠΑ στη βάση δημοσίων σχέσεων και ενίσχυσης των πολιτικών προσώπων στην Ελλάδα υπό την αμερικανική ομπρέλα. Σε επίπεδο κοινωνίας, παρά το γεγονός ότι η μαζική κουλτούρα είτε των αναμνήσεων των πολέμων είτε της ειρήνης ακόμη και σε σχέση με την εξωτερική μετανάστευση και τους περίφημους «μπρούκληδες» από την πλευρά των ομογενών ήταν απολύτως θετική για τους Αμερικανούς, η Αριστερά μεταπολιτευτικά πέτυχε έναν από τους κύριους στόχους της. Να επιβάλει και να εμπεδώσει έναν ενεργό αντιαμερικανισμό. Όλα αυτά μέχρι που φθάνουμε στο 2010 και στην επόμενη 15ετία, όπου η ελληνική οπτική στη διεθνή πολιτική βαθμηδόν αλλάζει και παρά τις διαφορετικές συνθέσεις των κυβερνήσεων ακολουθεί η αναβάθμιση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων σε μια διαρκή ανεξαρτητοποίηση από την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ενώ σε περιφερειακό επίπεδο αναπτύσσονται οι σχέσεις με το Ισραήλ, πέραν της Αιγύπτου και των αραβικών ηγεσιών, αποκτώντας τελικά το σχήμα του «3+1» (Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ + ΗΠΑ).
Από την πλευρά των Αμερικανών πάντα στη γεωπολιτική και την επιλεκτική σχέση τους με τη μικρή σε όγκο και βάθος αγοράς, αλλά πάντα στενή σύμμαχο στους πολέμους αλλά και τηρουμένων των αναλογιών στην ειρήνη, Ελλάδα προέβαλαν στο σκεπτικό τους ένα οικονομικό αποτύπωμα. Η Αμερική ήταν δομικά πιο φιλελεύθερη και εταιρική από την Ευρώπη και υπό την έννοια αυτή οι Αμερικανοί μιλούσαν στο πεδίο των εταιρειών, ζητώντας από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα των Ελλήνων… business plan. Οι Έλληνες κρατικοί αξιωματούχοι αλλά και επιχειρηματίες συνήθως κινούνταν στη βάση της διαφθοράς και της κερδοσκοπίας με τη λογική της «αρπαχτής», με αποτέλεσμα να μην μπορούν να δουν δουλειές με προοπτική και βάθος στη βάση των εσόδων και όχι μόνο των εξόδων.
Οι Αμερικανοί από την πλευρά τους από την εποχή του Σχεδίου Μάρσαλ, των στρατιωτικού και γεωπολιτικού χαρακτήρα συμφωνιών για τις αμερικανικές βάσεις στην ελληνική επικράτεια, ακόμη και στους εξοπλισμούς πάντα ήταν διατεθειμένοι να προσφέρουν στην ανασυγκρότηση, αναδόμηση, ανάκαμψη και ανάπτυξη της φιλικής Ελλάδας. Με τα χρόνια η Ελλάδα δεν εξελίχθηκε μόνο σε μέλος της ΕΟΚ, αλλά πίστεψε και επένδυσε στον «ευρωπαϊκό μονόδρομο», έστω και αν το πλαίσιο της Κομισιόν στην εταιρική της διακυβέρνηση ήταν πολύ πιο αποικιοκρατικό υπέρ των κεντρικών οικονομιών της Ένωσης και υπαγορευμένο από τον «γερμανικό καπιταλισμό».
Φθάνοντας στο σήμερα και στην εποχή της εμφάνισης του ημικρατικού αναπτυξιακού fund του DFC στην ανάκτηση και την ανασυγκρότηση για παράδειγμα των ελληνικών ναυπηγείων και στην ενεργειακή εποχή που έχει ξεκινήσει από την εποχή Πάιατ στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα και εξελίσσεται όλο και με μεγαλύτερο δυναμισμό στην εποχή Γκιλφόιλ, που μόλις ξεκίνησε, η Ελλάδα έχει μια μοναδική ευκαιρία. Να συνδυάσει τη γεωπολιτική με τις μπίζνες. Η διάσκεψη σήμερα στο Ζάππειο δείχνει τον δρόμο. Είναι και υπουργική σε υψηλότατο επίπεδο αλλά και εταιρική στην παραγωγική της παράμετρο.
Εφημερίδα Απογευματινή









