Τα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας, με την επίσκεψη των κυβερνητικών αξιωματούχων της Ουάσινγκτον επί ελληνικού εδάφους, οι εικόνες και τα μηνύματα που βγήκαν από τις εν λόγω ζυμώσεις, καθώς και τα πολύ σημαντικά deals που υπογράφηκαν στο πλαίσιο των επαφών με την ελληνική πλευρά αλλά και εγχώρια επιχειρηματικά κέντρα, ήταν αν μη τι άλλο μια βαθιά ανάσα.
Πριν και πέρα απ’ όλα για την ίδια τη χώρα, η κρισιμότητα της οποίας για μια κομβική περιοχή του πλανήτη, που φλέγεται γεωστρατηγικά, υπογραμμίστηκε για μία ακόμη φορά και μάλιστα ιδιαίτερα εμφατικά. Μια παράμετρος η οποία αποκτά ακόμη πιο μεγάλες διαστάσεις αν αναλογιστεί κανείς την περιρρέουσα ατμόσφαιρα που είχε δημιουργηθεί εντός κι εκτός συνόρων σχετικά με την παρεμβατικότητά της και τη δυνατότητα να αποκομίζει οφέλη και να διαμορφώνει εξελίξεις στην εποχή Τραμπ (συγκριτικά με την Τουρκία και όχι μόνο), η οποία σαφώς και δημιούργησε νέα δεδομένα με φόντο τους κοινούς κώδικες που είχε αναπτύξει η Αθήνα με τις ΗΠΑ στη διάρκεια της διακυβέρνησης Μπάιντεν. Ήταν ταυτόχρονα και αναμφίβολα μια βαθιά ανάσα για την κυβέρνηση, η οποία θύμισε τον καλό της εαυτό: εκείνον της αποτελεσματικής διπλωματίας και της αξιοπιστίας έναντι των εταίρων της Δύσης, σε αντίθεση βεβαίως με τις αστοχίες στα εσωτερικά μέτωπα, που της στοιχίζουν σε επίπεδο προφίλ και εμπιστοσύνης των πολιτών.
Βλέπετε, εν μέσω φθοράς και έντονης αντιπολιτευτικής ρητορικής, ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αποδομηθεί τουλάχιστον στο κομμάτι της εξωτερικής και της ενεργειακής πολιτικής, η διόλου αβάσιμη μετά τα δικαιώματα που είχαν δοθεί, κριτική της αντιπολίτευσης (μιλάμε για την ορθολογική και όχι τις τρέλες εκείνων που έχουν αναγάγει σε επάγγελμα την πατριδοκαπηλία) τους τελευταίους μήνες. Ήταν δε και μία απάντηση ακόμη και στις εκ των έσω κατηγορίες που ακούγονταν περί πλήρους έλλειψης ανακλαστικών εδώ και αρκετά μεγάλο χρονικά διάστημα στο πεδίο της διπλωματίας και ειδικότερα σε ό,τι αφορά την προσέγγιση με τη νέα κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών. Το μομέντουμ αυτό μπορεί και πρέπει να είναι η αφετηριακή στιγμή για την περιβόητη επανεκκίνηση προσωπικά του Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά και συνολικά του υπουργικού του συμβουλίου.
Το έχουμε πει πολλές φορές, αλλά πραγματικά η χρονική στιγμή κατά την οποία προέκυψαν οι εξελίξεις της περασμένης εβδομάδας είναι ξεκάθαρα άκρως ενδιαφέρουσα δεδομένων των ισορροπιών που έχουν διαμορφωθεί. Τέτοιου είδους περιστάσεις, αφενός υπενθυμίζουν στα δύσκολα πως παρά τα κακώς κείμενα η κυβέρνηση αυτή εξακολουθεί να έχει την ικανότητα να δρομολογεί θετικά μαντάτα για την Ελλάδα στο διεθνές προσκήνιο και να τα αξιοποιεί στο πεδίο της καθημερινότητας με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Αφετέρου, εξυπηρετείται δίχως αμφιβολία με τον καλύτερο τρόπο το αφήγημα της σταθερότητας που έχει ανάγκη η χώρα για να προχωρήσει μπροστά και ιδιαίτερα σε αυτό το δύσκολο γεωστρατηγικό περιβάλλον, αφού εκτός των άλλων, στον απόηχο των γεγονότων αυτών, τονίζεται η ένδεια προσώπων και θέσεων της αντιπολίτευσης. Και επαναλαμβάνω της λεγόμενης θεσμικής, αφού ό,τι και να συμβεί οι υπηρέτες του λαϊκισμού, είτε εκ δεξιών είτε εξ αριστερών δεν θα σταματήσουν ποτέ και για κανέναν λόγο να αναπτύσσουν ανάλογη επιχειρηματολογία.
Για κάποιους εξ αυτών που ακόμη δεν έχουν ξεπεράσει τα κατάλοιπα του παρελθόντος, μπορεί να παραδώσαμε τη χώρα στους… Αμερικανούς. Για κάποιους άλλους, θα πλανάται το ερώτημα τι θα κερδίσει ο Έλληνας στην τσέπη, λες και δεν είναι προφανές τι θα συμβεί στο μέλλον ενόψει των εξορύξεων ή θα θαρρείς πως μπαίνει στο ζύγι το κομμάτι της ενεργειακής επάρκειας και της γεωστρατηγικής ενίσχυσης και ασφάλειας. Άλλοι πάλι και μάλιστα πρώην, θα πιστεύουν ότι οι ίδιοι θα τα έκαναν καλύτερα, με το ερώτημα τι ακριβώς έπραξαν επί ημερών τους να το κάνουν… skip σαν τις διαφημίσεις στο ίντερνετ και τα social media.
Αν όμως και πάλι οι κυβερνώντες δεν αντιληφθούν την ευκαιρία και δεν καβαλήσουν άλλο ένα κύμα, που βρίσκεται μπροστά τους, προκειμένου να ξεφύγουν από την προοπτική μιας αδύναμης πρωτιάς στις επερχόμενες κάλπες, τότε και τα πόδια τους θα πυροβολήσουν και η Ελλάδα θα εισέλθει σε περιπέτειες με απροσδιόριστες συνέπειες, με τον κίνδυνο μιας νέας επικράτησης λαϊκιστικών απόψεων και συμπεριφορών να είναι προ των πυλών.
Εφημερίδα Απογευματινή











