Την ώρα που η κυβέρνηση -και δικαίως- βρισκόταν όλο το προηγούμενο διάστημα εν μέσω έντονης κριτικής για την ακρίβεια, τον ΟΠΕΚΕΠΕ, το μπάχαλο με τον Άγνωστο Στρατιώτη και όλα τα συναφή, ήρθε μια συγκυρία η οποία -όπως λέγαμε και την προηγούμενη εβδομάδα- έδωσε ανάσα τόσο στη χώρα όσο κατ’ επέκταση και στο Μέγαρο Μαξίμου. Έτσι είναι βλέπετε αυτά τα πράγματα. Όπως τα κακώς κείμενα πρέπει να αποδίδονται στους εκάστοτε κυβερνώντες, το ίδιο θα πρέπει να συμβαίνει και με τις θετικές εξελίξεις, όπως η υπογραφή των συμφωνιών με τις οποίες η Ελλάδα καθίσταται ενεργειακός κόμβος σε μια τόσο κρίσιμη γεωστρατηγική συγκυρία, αλλά και η σημειολογική παρουσία αξιωματούχων της διακυβέρνησης Τραμπ και εκπροσώπων αμερικανικών κολοσσών.
Το όλο σκηνικό απέκτησε ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις, με την άφιξη στην Αθήνα του Ουκρανού προέδρου Ζελένσκι, η παρουσία του οποίου ήρθε να επιβεβαιώσει τον νέο ρόλο που θα κατέχει πλέον η Ελλάδα στα μάτια ολόκληρης της Δύσης σε ό,τι αφορά την ενεργειακή πολιτική και το γεωπολιτικό πόκερ στην κρίσιμη αυτή γωνιά του πλανήτη, που εδώ και μία τετραετία σχεδόν φλέγεται σε βορρά και νότο. Η ελληνική κυβέρνηση διάλεξε ξεκάθαρα και εξαρχής σε αυτό το μέτωπο, στρατόπεδο. Ορθώς και σε μια περίοδο που οι σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες είχαν μπει σε άλλη βάση με την ενίσχυση της Σούδας, την Αλεξανδρούπολη και άλλες σημαντικές παραμέτρους σε επίπεδο έργων, αλλά και λόγων, τάχθηκε υπέρ της Ουκρανίας, έστω κι αν χρειάστηκε να θυσιάσει ένα σημαντικό μέρος των όποιων παραδοσιακών δεσμών και οικονομικών συναλλαγών είχαμε (όπως και ολόκληρη η Ευρώπη) με την πλευρά της Ρωσίας.
Η «επένδυση» αυτή, όσο κι αν λοιδορήθηκε από ορισμένα κομμάτια της αντιπολίτευσης, είχε ως απώτερο στόχο τις ισορροπίες που είδαμε να διαμορφώνονται τις τελευταίες ημέρες. Την έμπρακτη αναγνώριση δηλαδή της Ελλάδας ως του πιο αξιόπιστου εταίρου της Δύσης στη Νοτιανατολική Μεσόγειο, ειδικά έναντι των παιχνιδιών της Τουρκίας και τη συνεπακόλουθη ανάδειξή της ως παράγοντα-κλειδί για τις ευρύτερες ζυμώσεις στην περιοχή. Μένει βεβαίως το εκτελεστικό μέρος αυτής της ιστορίας, το οποίο, όμως, είναι στο χέρι μας να εκμεταλλευθούμε. Εξάλλου, οι Αμερικανοί και οι δυτικοί, με μαθηματική ακρίβεια δεν πρόκειται να αφήσουν απροστάτευτη τη δική τους μεγάλη ζαριά σε ό,τι αφορά το διπλωματικό, αμυντικό, οικονομικό και ενεργειακό πεδίο σε μια γεωγραφική ζώνη η οποία συνιστά σημείο τομής του power game που παίζεται μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων.
Στο πλαίσιο αυτό, άπαντες θα πρέπει να αναγνωρίσουν (μιλάμε βεβαίως για τους υγιώς σκεπτόμενους νόες οι οποίοι έπεσαν στην παγίδα του λαϊκισμού χάριν των εντυπώσεων) ότι αυτές ακριβώς είναι πολιτικές που χρειάζεται η Ελλάδα και αντιστοίχως αυτά είναι τα επιθυμητά αποτελέσματα. Οι εύκολες επικλήσεις στο εθνικό συναίσθημα έχουν κοντά ποδάρια και αργά ή γρήγορα εκθέτουν όσους τις επιστρατεύουν. Για παράδειγμα, οι θεσμικές πολιτικές παρατάξεις όπως το ΠΑΣΟΚ, οφείλουν να αντιδρούν αντιστοίχως, διεκδικώντας φυσικά το κομμάτι που τους αναλογεί από το παρελθόν στο θέμα π.χ. των υδρογονανθράκων. Και ο Αντώνης Σαμαράς όμως, αντί να θυμίζει λίγο Λατινοπούλου και πολύ Βελόπουλο θα ήταν σώφρον με γενναιότητα να μιλήσει για τις εξελίξεις αυτές, υπενθυμίζοντας και τη συμβολή της δικής του διακυβέρνησης στο θέμα αυτό και μάλιστα σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Για εκείνους που χαρακτήριζαν τον Πούτιν με του κόσμου τα κοσμητικά επίθετα και ω! του θαύματος, θυμήθηκαν πως έχουν ανάγκη να μην τα… σπάσει η Αθήνα με τη Μόσχα, εγκαταλείποντας παράλληλα τους φόβους τους για τη δράση των αναθεωρητικών καθεστώτων, το μόνο που αξίζει να ειπωθεί είναι πως πρόκειται για αστείο το να θεωρεί κάποιος πως σε αυτό το περιβάλλον μπορεί μια χώρα και μια κυβέρνηση να πατάνε σε δύο βάρκες.
Παράμετρος, για παράδειγμα, που επιχειρήθηκε να ακολουθηθεί με εμφατική αποτυχία την περίοδο της διακυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή, όπου σε μια συγκυρία κατά την οποία τα αμερικανικά μηνύματα για την προσπάθεια αύξησης του κινεζικού παράγοντα στην Ευρώπη (αλλά και τα ανάλογα που εξέπεμψε προσφάτως η Ευρωπαία εισαγγελέας, Κοβέσι) έχουν φθάσει για τα καλά και εντός των συνόρων μας, ο ίδιος τιμάται από την πρεσβεία του Πεκίνου σε μια κίνηση με εμφανή συμβολισμό. Βλέπετε ζούμε τη στιγμή που οι γεωπολιτικοί στρατοί… παρατάσσονται κανονικά και ο καθένας επιλέγει στρατόπεδο, είτε πρόκειται για μία ανώδυνη ενέργεια, όταν μιλάμε για έναν πρώην πρωθυπουργού, είτε για ένα γεγονός με τεράστιο ειδικό βάρος, όταν μια κυβέρνηση καλείται να επιλέξει κατεύθυνση. Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι, μετά την Ελλάδα, ο Ζελένσκι έβαλε πλώρη για Παρίσι και Μακρόν, έτσι για να μην υπάρχουν αμφιβολίες για τη γενικότερη λογική των εταίρων και δη εκείνων με τους οποίους έχουμε αναπτύξει κοινούς διαύλους επικοινωνίας. Αν τώρα η κυβέρνηση καταφέρει να αξιοποιήσει το μομέντουμ του ουκρανικού και τη στάση που επέδειξε όλον αυτόν τον καιρό στο κορυφαίο για μας θέμα της επίλυσης του Κυπριακού, τότε θα μπορεί να πει κανείς ότι αν μη τι άλλο έχει γίνει αυτό που έπρεπε…
Εφημερίδα Απογευματινή










