Η «Ιθάκη» και η αναγκαία αυτοκριτική

Το 2025 δεν είναι ούτε 2007 ούτε 2015. Και χωρίς ουσιαστική αυτογνωσία,  ο δρόμος παραμένει τουλάχιστον αβέβαιος για τον εμπνευστή του
11:40 - 20 Νοεμβρίου 2025
Αλέξης Τσίπρας, Ευκλείδης Τσακαλώτος, Παύλος Πολάκης

Η αξιοπιστία ενός πολιτικού δεν κρίνεται μόνο από όσα πέτυχε, αλλά και από την ικανότητά του να αναγνωρίζει καθαρά τα λάθη του. Στην περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα, η δημόσια συζήτηση που έχει ανοίξει ενόψει της έκδοσης του βιβλίου του -με τον κλισέ τίτλο «Ιθάκη»- επαναφέρει κρίσιμα ζητήματα της περιόδου διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Πρόκειται για σημεία που απαιτούν όχι αμυντικές αναφορές ή εξωραϊσμούς, αλλά ουσιαστική αυτοκριτική.

Η τραγωδία στο Μάτι παραμένει ίσως η πιο βαθιά πληγή αυτής της περιόδου για τον κ. Τσίπρα. Δεν αρκεί μια γενική αναφορά σε «λάθη». Χρειάζεται να ειπωθεί ξεκάθαρα πώς ο προβληματικός συντονισμός, η ασάφεια αρμοδιοτήτων και η ελλιπής επικοινωνία με τους πολίτες συνέβαλαν στη διάσταση ανάμεσα στην τραγική πραγματικότητα και στο κυβερνητικό αφήγημα εκείνων των ωρών. Η ανάληψη ευθύνης προϋποθέτει να αναγνωριστεί ότι ορισμένοι πρωτοκλασάτοι υπουργοί, με τη συναίνεση του τότε πρωθυπουργού, λειτούργησαν με αναβλητικότητα με γραφειοκρατικές εμμονές και με γνώμονα την επικοινωνία που και αυτή υπήρξε τραγική.

Η υπόθεση Novartis είναι άλλο ένα κομβικό κεφάλαιο. Εκεί όπου η κυβέρνηση της εποχής μιλούσε για «το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του ελληνικού κράτους», τελικά επικράτησαν κάποιες «υποψίες κακοδιαχείρισης» και μια βέβαιη πολιτική εκμετάλλευση. Μια πειστική αυτοκριτική δεν μπορεί να παρακάμπτει το ερώτημα: πώς οι χειρισμοί της κυβέρνησης υπονόμευσαν την αξιοπιστία μιας υποθέσεως που θα μπορούσε -με θεσμική σοβαρότητα- να ενισχύσει τη διαφάνεια και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης;
Το δημοψήφισμα του 2015 παραμένει επίσης σημείο-τομή. Η ηγεσία οφείλει να παραδεχθεί ότι η ενημέρωση των πολιτών ήταν ανεπαρκής, ο δημόσιος λόγος διχαστικός και το τελικό αποτέλεσμα -η υπογραφή του πιο σκληρού μνημονίου- απέδειξε ότι οι υποσχέσεις δεν συμβάδιζαν με τις πραγματικές δυνατότητες της χώρας. Η αυτοκριτική εδώ πρέπει να είναι σαφής: η πολιτική ηγεσία δεν μπορεί να υπόσχεται ρήξεις που αδυνατεί να υλοποιήσει ούτε να μεταθέτει ευθύνες για τις συνέπειες των επιλογών της.

Η Συμφωνία των Πρεσπών, με τα πολλά αρνητικά της, υπήρξε διπλωματικά σημαντική. Το βέβαιο είναι όμως ότι επικοινωνήθηκε λανθασμένα και χωρίς επαρκή προετοιμασία της κοινωνίας. Η κυβέρνηση δεν κατάφερε να εξηγήσει με επάρκεια τα ενδεχόμενα οφέλη, ούτε να αποτρέψει εσωτερικούς ιδεολογικούς αυτοματισμούς που τελικά αύξησαν το πολιτικό κόστος που έτσι κι αλλιώς θα υπήρχε. Η αυτοκριτική οφείλει να εστιάσει και στη συμφωνία καθαυτή αλλά και στο πώς παρουσιάστηκε στους πολίτες.

Τέλος, η υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών εξέθεσε τα όρια ανάμεσα στη ρητορική περί «πάταξης της διαπλοκής» και στην πραγματική εφαρμογή των νόμων. Η επιμονή σε έναν σχεδιασμό που από νωρίς είχε δεχθεί σοβαρές προειδοποιήσεις ακυρότητας, φανέρωσε πείσμα χωρίς επαρκή θεσμική γνώση. Και έναν «ψευτοτσαμπουκά» που, όπως οι περισσότεροι αυτού του είδους, γίνονται μπούμερανγκ.

Συνολικά, η πολιτική κληρονομιά του ΣΥΡΙΖΑ -μιας παράταξης που σήμερα βρίσκεται σε κρίση- απαιτεί καθαρό λόγο, σαφείς παραδοχές και ξεκάθαρη στρατηγική. Αν ο Αλέξης Τσίπρας επιθυμεί να διεκδικήσει ξανά την εμπιστοσύνη των πολιτών, η «Ιθάκη» του δεν μπορεί να είναι ένα ακόμη αφήγημα δικαίωσης, αλλά μια πραγματική ρεαλιστική και έντιμη  αποτίμηση. Το 2025 δεν είναι ούτε 2007 ούτε 2015. Και χωρίς ουσιαστική αυτογνωσία, ο δρόμος προς οποιαδήποτε «Ιθάκη» παραμένει τουλάχιστον  αβέβαιος για τον εμπνευστή του.

Εφημερίδα Απογευματινή