Συγγραφέας χωρίς όραμα ο Αλέξης

Ζωηρή, αλλά σύντομη η δημόσια συζήτηση γύρω από το βιβλίο, καθώς αφορά το παρελθόν. Αυτό που ενδιαφέρει στο εξής είναι το μέλλον
12:24 - 2 Δεκεμβρίου 2025

Η συζήτηση για την «Ιθάκη» του Αλέξη Τσίπρα άνοιξε, μεγάλωσε, πλάτυνε και μετά σιγά σιγά έκλεισε. Μέσα στην πρώτη εβδομάδα από την κυκλοφορία του βιβλίου μίλησαν όλοι. Κυρίως οι τότε κορυφαίοι υπουργοί και στελέχη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και μετέπειτα αρχηγοί κομμάτων που προήλθαν από διαδοχικές διασπάσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Γιάνης Βαρουφάκης (ΜέΡΑ25), η Ζωή Κωνσταντοπούλου (Πλεύση Ελευθερίας), ο Παναγιώτης Λαφαζάνης (ΛΑΕ), ο Στέφανος Κασσελάκης (Κίνημα Δημοκρατίας, ο μόνος που δεν ήταν τότε στον ΣΥΡΙΖΑ), ο Αλέξης Χαρίτσης (Νέα Αριστερά). Πλην του τελευταίου, οι τέσσερις υπόλοιποι δεν δείχνουν καμία διάθεση να εγκαταλείψουν τα κόμματά τους και να συνταχθούν με την όποια πολιτική κίνηση δημιουργήσει τελικά ο κ. Τσίπρας, κάτι που δείχνει ότι το 2026 θα είναι μια χρονιά σκληρής μάχης και ανταγωνισμού στον χώρο της Αριστεράς, με απρόβλεπτο προς το παρόν αποτέλεσμα.

Αμφισβήτηση για τα γραφόμενα στο βιβλίο δεν υπήρξε, πέραν του διαλόγου με την αείμνηστη Φώφη Γεννηματά τον οποίο διέψευσαν τόσοι πολλοί και τόσο κοντινοί της άνθρωποι, που είναι μάλλον απίθανο να έγινε όπως τον περιγράφει ο κ. Τσίπρας. Πέραν κάποιων αποκαλυπτικών διαλόγων -ιδίως αυτών στο Κρεμλίνο- και ορισμένων άλλων άγνωστων στιγμών, το βιβλίο είναι η αλήθεια πως -παρά το ενδιαφέρον που παρουσιάζει- δεν προσφέρει πολλά καινούργια στοιχεία στον ιστορικό του μέλλοντος για την περίοδο της ελληνικής κρίσης χρέους. Όχι πολλά περισσότερα τουλάχιστον από όσα έχουν ήδη γραφτεί αθροιστικά στα βιβλία «Ελευθερία» (Άνγκελα Μέρκελ), «Η τελευταία μπλόφα» (Β. Δενδρινού και Ε. Βαρβιτσιώτη), «Ενήλικες στο Δωμάτιο» (Γιάνης Βαρουφάκης). Ίσως βέβαια αν συνέγραφαν τα δικά τους απομνημονεύματα οι Κώστας Καραμανλής, Γιώργος Παπανδρέου, Λουκάς Παπαδήμος και Αντώνης Σαμαράς, το παζλ να ήταν πιο πλήρες και θα υπήρχε έτσι μια πιο σαφής και ολοκληρωμένη εικόνα για τη δεκαετία που συντάραξε τη χώρα μας -αλλά και ουσιαστικά ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Ωστόσο, όλη η ζωηρή δημόσια συζήτηση που έγινε γύρω από το βιβλίο την τελευταία εβδομάδα αφορά το παρελθόν. Και έσβησε σταδιακά, επειδή ακριβώς τα γεγονότα που περιγράφει είναι πρόσφατα, οι μνήμες όλων είναι νωπές, οι περισσότεροι εμπλεκόμενοι έχουν ήδη τοποθετηθεί εκτενώς και τοποθετήθηκαν ξανά. Αυτό που ενδιαφέρει στο εξής είναι το μέλλον, ιδίως από τη στιγμή που ο συγγραφέας του βιβλίου δεν παραιτήθηκε από βουλευτής, για να αποσυρθεί από την πολιτική, αλλά για να επιχειρήσει να επιστρέψει με άλλον σχηματισμό.

Η «νέα εθνική πυξίδα», το τελευταίο και πιο σύντομο κεφάλαιο της «Ιθάκης» είναι και το μοναδικό με αναφορές στο μέλλον -εξάλλου δεν ήταν αυτός ο σκοπός του συγκεκριμένου βιβλίου. Ακόμα και αυτές οι λίγες αναφορές, ωστόσο, δείχνουν ότι το «rebranding», το επαναλανσάρισμα ενός πολιτικού είναι σαφώς πιο εύκολο και βατό ως προς το παρελθόν του απ’ ό,τι για το μέλλον του. Προτάσεις, όπως «να πάμε σε ένα κράτος επιχειρησιακό, που θα αναλάβει να κωδικοποιεί τις προτεραιότητες και να καθοδηγεί την οικονομία με στόχο την κοινή ωφέλεια», «χρειαζόμαστε επειγόντως παραγωγικό αναπροσανατολισμό […] με ολιστικό σχέδιο βιομηχανικής πολιτικής για την ανασυγκρότηση της ελληνικής βιομηχανίας», «χρειαζόμαστε στήριξη της εργασίας», «η υγεία δεν είναι προνόμιο, είναι δικαίωμα», θα μπορούσαν να είναι βγαλμένες και από το ChatGPT ή το Gemini, καθώς λένε πολλά, με τα οποία θα μπορούσαν να συμφωνήσουν άνετα οι περισσότεροι, αλλά επί της ουσίας δεν λένε τίποτα. Η δε «μείωση των ωρών εργασίας με ταυτόχρονη αύξηση των αποδοχών» δείχνει μικρή επαφή με την πραγματικότητα στο πεδίο, εκτός κι αν πρόκειται για μια ευχή, με την οποία επίσης θα μπορούσαν άνετα να συμφωνήσουν οι περισσότεροι.

Οι προκλήσεις της εποχής είναι τεράστιες. Ένας πολιτικός μακριά από την «κάμινο» της καυτής καθημερινής πολιτικής αντιπαράθεσης που έχουν οι αρχηγοί και τα στελέχη των κομμάτων, αξιοποιώντας την προβολή που απλόχερα απολαμβάνει αυτήν την περίοδο, θα μπορούσε να προτείνει ρήξεις και τομές. Δεν το πράττει – προς το παρόν τουλάχιστον. Ζητά γενναία αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, αλλά χωρίς να προτείνει κάτι ρηξικέλευθο, όπως π.χ. την απεξάρτηση από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Κάνει άλλη μια παρέμβαση για τη δημόσια σχολική και πανεπιστημιακή εκπαίδευση, χωρίς να θίξει το δύσκολο ζήτημα της αξιολόγησης των δασκάλων, των καθηγητών, των ΑΕΙ και των σχολικών μονάδων.

Η λύση που συζητιέται στη Γαλλία εδώ και καιρό («φόρος Ζουκμάν»), μεταφέρεται εδώ ως «πατριωτική εισφορά για τα πολύ υψηλά εισοδήματα» (γιατί άραγε μόνο αυτή η εισφορά είναι «πατριωτική»;), αλλά πόσα ακριβώς χρήματα θα συγκεντρώσει; Την περσινή χρονιά, έσοδα από ακίνητη περιουσία άνω των 100.000 ευρώ δήλωσαν 1.436 άτομα και έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα άνω των 100.000 ευρώ δήλωσαν 3.746 άτομα (πολλά σίγουρα συμπίπτουν). Συνολικά 3.371 φορολογούμενοι δήλωσαν εισοδήματα άνω των 500.000 ευρώ. Πόσο επιπλέον φόρο θα κληθούν να πληρώσουν οι παραπάνω, πόσοι θα συνεχίσουν να δραστηριοποιούνται επαγγελματικά στη χώρα ύστερα από μία έξτρα, μεγάλη επιβάρυνση και τι δημοσιονομικό όφελος θα προκύψει τελικά από όλο αυτό;
Υπάρχουν συγκεκριμένοι και μετρήσιμοι λόγοι που η Αριστερά είναι σε ύφεση στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια κι ένας από αυτούς είναι η έλλειψη πειστικού οράματος, ρεαλιστικών προτάσεων, καινοτόμων λύσεων. Η Ελλάδα -μέχρι στιγμής τουλάχιστον- δεν αποτελεί εξαίρεση.

Εφημερίδα Απογευματινή