Η ψήφιση του προϋπολογισμού και τα θετικά μέτρα τα οποία ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός έρχονται στον απόηχο της εκλογής του Κυριάκου Πιερρακάκη στην προεδρία του Eurogroup. Εκτός από το σημειολογικό του πράγματος, που έχει αναλυθεί αν μη τι άλλο επαρκώς, σχετικά με τον τρόπο που βλέπουν πλέον τη χώρα και τα οικονομικά της δεδομένα οι Ευρωπαίοι εταίροι (πολλώ δε μάλλον αν αναλογιστεί κανείς ότι η Ελλάδα ήταν το μαύρο πρόβατο της οικονομίας όχι μόνο στη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου αλλά ακόμη και την εποχή των παχιών αγελάδων), το ενδιαφέρον εστιάζεται στο κομμάτι της προοπτικής και της επίδρασης της εξέλιξης αυτής στο μέτωπο των πολιτικών ισορροπιών.
Βλέπετε, το «έξω πάμε καλά», αφού η περίπτωση Πιερρακάκη ήρθε μετά την υπογραφή των κομβικών συμφωνιών με τον αμερικανικό παράγοντα τον προηγούμενο μήνα, δεν μπορεί να συνιστά το μοναδικό εργαλείο προκειμένου η κυβέρνηση να πείσει για τις θέσεις της και να ζητήσει και πάλι με όσο το δυνατόν καλύτερους όρους την ψήφο των πολιτών, στη βάση της διατήρησης της σταθερότητας και κατ’ επέκταση της έλλειψης εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης. Ναι, η εκλογή Πιερρακάκη ήταν βάλσαμο για την εικόνα και το γόητρο της Αθήνας έναντι των Βρυξελλών εν μέσω της δίνης του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ. Προφανώς και είχε αντίκτυπο σε έναν κόσμο που ομνύει στην ανάγκη της ομαλότητας, έχει σταθερά θεσμική πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά και βλέπει την αντιπολίτευση να ισορροπεί σε τεντωμένο σκοινί μεταξύ της απόλυτης αμηχανίας του ΠΑΣΟΚ, των εξάρσεων της Ζωής Κωνσταντοπούλου, της γνωστής ρητορικής του Κυριάκου Βελόπουλου, του εξώστη του Τσίπρα, του αδιεξόδου της υπόλοιπης Αριστεράς και των αλυσιδωτών αντιδράσεων που προκαλούν ακόμη στους κόλπους των χαροκαμένων γονιών των Τεμπών οι πρωτοβουλίες και οι δημόσιες δηλώσεις της Μαρίας Καρυστιανού.
Σε αυτό το κάδρο προσθέστε και τις καθυστερημένες χρονικά αλλά βαρύγδουπες επικοινωνιακά παρεμβάσεις των πρώην πρωθυπουργών, ο καθένας εκ των οποίων προβάλλει τη δική του ατζέντα. Ωστόσο, στην κυβέρνηση πρέπει να καταλάβουν ότι ένα σημαντικό πια κομμάτι αυτού ακριβώς του κόσμου και όχι εκείνης της δεξαμενής της κοινωνίας που βρίσκεται σε ανοιχτό δίαυλο με διάφορες μορφές λαϊκισμού αισθάνεται ότι πια δεν του αρκεί για να εμπιστευτεί εκ νέου τη ΝΔ η απουσία αντίπαλου δέους για τον Κυριάκο Μητσοτάκη ή το καλό προφίλ του στο εξωτερικό. Χαρακτηριστικά προς την κατεύθυνση αυτή είναι τα ευρήματα της πρόσφατης μέτρησης της GPO για τα Παραπολιτικά 90,1 FM, όπου το περσινό 68% των πολιτών που δεν ήθελαν πρόωρη προσφυγή στις κάλπες έχει γυρίσει τούμπα και πλέον το 52% των ερωτηθέντων απαντά ότι το καλύτερο σενάριο θα ήταν η διεξαγωγή εκλογών μέσα στο 2026. Αυτή είναι η αποτύπωση μιας ξεκάθαρης πραγματικότητας. Αφενός μεν ότι δεν μπορεί να γίνονται πια ανεκτά φαινόμενα κοινωνικών αδικιών στην Ελλάδα του 2025, όπου κάθε λογής λαμόγιο μπορεί να ζει εις βάρος της υπόλοιπης χώρας, πολλώ δε μάλλον εν μέσω μιας διακυβέρνησης με μεταρρυθμιστικό και τεχνοκρατικό λόγο.
Αφετέρου δε ότι δεν μπορεί η παράμετρος αυτή να συνυπάρχει με μια σειρά μετώπων όπως η ακρίβεια και η στεγαστική κρίση, που έρχονται να διαμορφώσουν καθοριστικά το περίγραμμα με το οποίο θα φθάσει η Ελλάδα στις επόμενες εθνικές κάλπες. Και εδώ είναι το στοίχημα των κυβερνώντων. Να αποκαταστήσουν δηλαδή την πραγματικότητα αυτή και να πείσουν στο μέτρο του δυνατού τους πολίτες, ανεξαρτήτως αν ψηφίζουν ή όχι ΝΔ (άλλωστε το σύνολο των πολιτών έδινε την τόσο μεγάλη ευχέρεια χειρισμών και τον αντίστοιχο χώρο και χρόνο στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη όλον αυτό τον καιρό, διαβλέποντας είτε πως δεν υπάρχει άλλη λύση είτε πως υφίστατο ένα συγκεκριμένο πλάνο που σήμερα τίθεται υπό αμφισβήτηση), πως η κανονικότητα των τελευταίων ετών, με την υπογραφή του Κυριάκου Μητσοτάκη, αξίζει παράτασης δεδομένων των συνθηκών παρά τα κακώς κείμενα. Όμως η πεποίθηση αυτή δεν θα καλλιεργηθεί με παρεμβάσεις άμεσης κατανάλωσης, από τις οποίες η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός θα κερδίζουν πρόσκαιρες δημοσκοπικές εντυπώσεις, αλλά μέσω της δημιουργίας ενός νέου οράματος, έστω και μέσα από τη δίνη της φθοράς και των λαθών. Κάτι που συνέβη στις προηγούμενες αναμετρήσεις και κάτι που πρέπει να συμβεί και τώρα, κόντρα σε διεθνείς δυσκολίες, διαχρονικά προβλήματα, «Φραπέδες» και «Τζιτζήδες». Διαφορετικά τα εφιαλτικά σενάρια της αβεβαιότητας, της αστάθειας και της ακυβερνησίας θα αποτελούν μια σκληρή αλήθεια το βράδυ της κάλπης, όποτε και αν αυτή στηθεί τελικώς…
Εφημερίδα Απογευματινή











