Η Αριστερά και σε αυτήν τη στροφή της Ιστορίας θέτει ένα παλιό δίλημμα. «Κανόνια ή βούτυρο». Αιτία η προώθηση της πολεμικής οικονομίας είτε με αφορμή τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία είτε γιατί ο διεθνής προσανατολισμός στη Δύση είναι εντελώς διαφορετικός από ό,τι προηγούμενες δεκαετίες. Για την Ευρώπη, το έλλειμμα που παρουσιάζει στον ανταγωνισμό, την παραγωγή, την καινοτομία επιχειρείται να το αντιμετωπίσει με αλλαγή προτύπου. Πρωταγωνίστριες οι κεντρικές δυνάμεις και οι ισχυρές οικονομίες της Ευρωζώνης, οι ηγεσίες και η τεχνοκρατία των οποίων, αφού απέτυχαν στην «πράσινη μονομέρεια» και στην άσκηση του νεοταξικού εταιρικού φιλελευθερισμού, ψάχνουν με τεθωρακισμένα να λύσουν το πρόβλημα της απειλής λουκέτου στα εργοστάσια που παρήγαγαν ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Σημαντικές είναι και οι παρεμβάσεις που γίνονται στο πλαίσιο, επίσης, του ΝΑΤΟ για αύξηση των στρατιωτικών δαπανών στο επίπεδο του 5% του ΑΕΠ των κρατών-μελών, που θα συντείνει στον επανεξοπλισμό ευρωπαϊκών δυνάμεων, που αν και ισχυροί διεθνείς παραγωγοί όπλων θέλησαν τα έσοδα αλλά απέφυγαν τα έξοδα της συντήρησης επαρκών στρατιωτικών δυνάμεων σε επιχειρησιακή ετοιμότητα. Είναι οι ίδιοι που πριν από λίγους μήνες, όταν ο αμερικανικός παράγων υπό την προεδρία Τραμπ διακήρυξε διάθεση περιορισμού του συστήματος ασφαλείας που παρείχε μεταπολεμικά στη Δυτική Ευρώπη, εμφανίστηκαν απολύτως πρόθυμοι να προσκυνήσουν την Τουρκία για να καλύψουν τα ελλείμματά τους τόσο στις εγγυήσεις στην Ουκρανία όσο και απέναντι στην εμπειροπόλεμη και πυρηνική Μόσχα.
Η Ελλάδα όχι σήμερα αλλά για πολλές δεκαετίες απέδειξε ότι ήταν και είναι μία εξαίρεση. Κατά τη μακρά περίοδο του «πασιφισμού» στα κέντρα αποφάσεων της ενωμένης Ευρώπης, η Αθήνα έπρεπε να συνεχίσει να εξοπλίζεται. Γιατί απειλείτο και απειλείται από την Τουρκία. Επίσης γιατί μια άοπλη ή πλημμελώς εξοπλισμένη Ελλάδα θα έπρεπε να χαίρει πλήρων εγγυήσεων ασφαλείας και στρατιωτικής κάλυψης από μία ή περισσότερες κεντρικές δυνάμεις της Δύσης. Στο πεδίο αυτό αξιόπιστοι σύμμαχοί της δεν μπορεί να είναι άλλοι από τις ΗΠΑ πέραν του Ατλαντικού και της Γαλλίας στο ευρωπαϊκό επίπεδο. Υπήρξαν βέβαια διάφοροι αιθεροβάμονες, οι οποίοι πίστεψαν ότι θα προκύψει κάποια ενιαία δομή στην Ευρώπη, ο περίφημος ευρωστρατός. Και στη βάση της ύπαρξης αυτού η Ελλάδα, ως μέτοχος, θα μπορούσε να είναι ασφαλής. Κάτι δηλαδή σαν Ευρωζώνη. Φυσικά όλα αυτά πετάχτηκαν με τον καιρό στο κάλαθο των αχρήστων της Ιστορίας και η Ελλάδα συνέχισε την προσπάθεια εξοπλισμού της, ακόμη και σε συνθήκες δημοσιονομικής χρεοκοπίας.
Από αυτή την πραγματικότητα δεν μπορεί να διαφύγει λόγω θέσης αλλά και συσχετισμών η Ελλάδα, αφού ακόμη και το Ισραήλ, που έχει το πλέον ισχυρό καθεστώς εγγυήσεων από τις ΗΠΑ, συνεχίζει όχι μόνο να εξοπλίζεται αλλά να έχει αναπτύξει την οικονομία του στη βάση της πολεμικής βιομηχανίας σε συνδυασμό με καινοτομία, σε τέτοιο βαθμό που το καθιστούν από τις πλέον ισχυρές δυνάμεις παγκοσμίως σε περιφερειακό επίπεδο. Ειδικά για την Ελλάδα εξάλλου έχουν αποδείξει οι ηγεσίες της ότι το δίλημμα «κανόνια ή βούτυρο» του Μεσοπολέμου δεν υφίσταται. Δηλαδή στην Ελλάδα τα κανόνια και το βούτυρο είτε θα υπάρχουν και τα δύο είτε θα μηδενίζονται και τα δύο. Ακόμη και στη βάση της παραγωγικής διαδικασίας το στοίχημα λειτουργεί σωρευτικά και όχι διαζευκτικά. Είναι η χώρα που, αν θέλει να αυξήσει το ΑΕΠ της και να επιτύχει υψηλό βαθμό αυτονομίας ως παράγοντα εθνικής ασφάλειας, θα πρέπει να αναπτύξει και κανόνια και βούτυρο. Με άλλα λόγια και πολεμική βιομηχανία και παραγωγή τροφίμων. Γιατί μέχρι σήμερα ακόμη και ως χώρα της Ευρωζώνης, της ΕΟΚ πριν, η Ελλάδα έχει διαψεύσει το δίλημμα μην παράγοντας αλλά εισάγοντας και όπλα και τρόφιμα. Η μιζέρια της Αριστεράς στην προκειμένη περίπτωση περιγράφει ένα πλήρες αδιέξοδο για το εθνικό κράτος των Ελλήνων.
Εφημερίδα Απογευματινή










