Η χρονιά που έρχεται δεν είναι απλώς μία ακόμη πολιτική χρονιά. Είναι κομβική και αυτό ισχύει πρώτα και κύρια για τη Νέα Δημοκρατία. Παρά το γεγονός ότι δημοσκοπικά εξακολουθεί να κινείται με διαφορά από τον δεύτερο, κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει ότι το πολιτικό περιβάλλον έχει αλλάξει. Οι θεωρίες περί αυτοδυναμιών δεν ακούγονται πιστευτές και με την προσθήκη νέων κομμάτων στο εκλογικό τοπίο, ακόμη και το μπόνους δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο. Η σταθερότητα στα ποσοστά δεν ισοδυναμεί με πολιτική ασφάλεια.
Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι τι δείχνουν σήμερα οι μετρήσεις, αλλά τι θα νιώθει και τι θα ζει ο πολίτης τους επόμενους μήνες. Η κοινωνία περιμένει ακόμη πολλά και τα περιμένει γρήγορα. Οι φορολογικές ελαφρύνσεις που εξαγγέλθηκαν, οι αλλαγές στην προσωπική διαφορά, οι παρεμβάσεις που θα φανούν στο τέλος του μήνα και τον επόμενο θα κριθούν όχι στις ανακοινώσεις αλλά στο πορτοφόλι. Αν δεν γίνουν αντιληπτές από την πλειονότητα της κοινωνίας, απλώς δεν θα υπάρξουν πολιτικά.
Το ίδιο ισχύει και για την ακρίβεια. Είναι το νούμερο ένα πρόβλημα για τον κόσμο και δεν σηκώνει άλλες θεωρίες και πειραματισμούς. Η νέα Αρχή που εξαγγέλθηκε από το υπουργείο Ανάπτυξης θα πρέπει να αποδείξει γρήγορα ότι μπορεί να παρέμβει ουσιαστικά στην αγορά. Όχι με επικοινωνία αλλά με αποτελέσματα. Οι πολίτες δεν ενδιαφέρονται ποιος φταίει αλλά αν μπορούν να γεμίσουν το καλάθι με τα απαραίτητα χωρίς να μετρούν κάθε φορά κέρματα.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και πώς θα ανταποκριθεί η κυβέρνηση στα αιτήματα των αγροτών. Όχι μόνο αν θα δοθούν λύσεις, αλλά αν αυτές θα γίνουν κατανοητές και πειστικές στους ίδιους. Γιατί αν δεν τις αντιληφθούν εκείνοι που τις περιμένουν, τότε αλίμονο.
Την ίδια ώρα, υπάρχει ένα όριο ανοχής που δοκιμάζεται σοβαρά: αυτό της διαφάνειας. Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ έχει θυμώσει τον κόσμο. Και αυτήν τη φορά το επιχείρημα της «διαχρονικότητας» ή της εμπλοκής προσώπων από άλλους πολιτικούς χώρους δεν ακούγεται όπως παλαιότερα. Η κοινωνία περιμένει δικαιοσύνη και κάθαρση, όχι συμψηφισμούς. Αν αυτό το μήνυμα δεν περάσει καθαρά, το κόστος θα είναι μεγάλο.
Στον αντίποδα, οι μεγάλες διεθνείς επιτυχίες της κυβέρνησης και της χώρας, όπως οι ενεργειακές συμφωνίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες και η εκλογή του Κυριάκου Πιερρακάκη στην προεδρία του Eurogroup, κάνουν την Ελλάδα σημαντικό παίκτη εκεί που 10 χρόνια πριν ήταν αποδιοπομπαίος τράγος. Ταυτόχρονα διαψεύδουν τις θεωρίες περί δήθεν διεθνούς απομόνωσης της χώρας. Όμως αυτές οι σημαντικές επιτυχίες από μόνες τους δεν αρκούν για να κερδίσουν τη μάχη της καθημερινότητας.
Η αντιπολίτευση παραμένει κατακερματισμένη και συχνά χωρίς σαφή πρόταση. Η ενδεχόμενη επανεμφάνιση προσώπων από το παρελθόν μπορεί να συσπειρώσει ένα κομμάτι ψηφοφόρων γύρω από τη Νέα Δημοκρατία, ιδίως όσους δεν ξεχνούν το 2015 αλλά και το 1993 οι παλαιότεροι. Ωστόσο αυτό δεν είναι στρατηγική. Είναι απλώς συγκυρία.
Το μείζον είναι αλλού: να νιώσει ο πολίτης ότι η ζωή του βελτιώνεται. Ότι τα παιδιά του μπορούν να μείνουν σε αυτήν τη χώρα και να χτίσουν μέλλον. Ότι η κυβέρνηση ακούει, καταλαβαίνει και διορθώνει. Ο χρόνος πλέον δεν είναι σύμμαχός της. Είναι ο βασικός αντίπαλος. Και οι δεξαμενές εμπιστοσύνης, έπειτα από έξι χρόνια διακυβέρνησης, δεν είναι ανεξάντλητες.
Το παιχνίδι είναι ακόμη στα χέρια της Νέας Δημοκρατίας. Αλλά το νερό, όταν είναι ορμητικό, πάντα βρίσκει δρόμο να περάσει. Το ερώτημα είναι αν η κυβέρνηση θα κινηθεί μπροστά του ή θα παρασυρθεί από αυτό.
Εφημερίδα Απογευματινή










