
Τα παιδιά υπέστησαν «σοβαρή βλάβη» από εκείνους που θα έπρεπε να τα φροντίζουν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, σύμφωνα με τη βρετανική έρευνα «COVID-19 Inquiry». Άλλα εκτέθηκαν περισσότερο σε βίαιη πορνογραφία στο διαδίκτυο ή περνούσαν το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας παίζοντας στον υπολογιστή αντί να διαβάζουν. Ο αντίκτυπος των περιοριστικών μέτρων (lockdown) που είχαν ως αποτέλεσμα το κλείσιμο των σχολείων διατάραξε τον «ίδιο τον ιστό της παιδικής ηλικίας», όπως ακούστηκε στην τελευταία ενότητα της έρευνας κατά την ημέρα έναρξής της.
Η πρόεδρος, βαρόνη Χέδερ Χάλετ, δήλωσε ότι ο αντίκτυπος της COVID-19 στα παιδιά και τους νέους ήταν «σοβαρός και, για πολλούς, μακροχρόνιος», διότι έχασαν εκπαιδευτικές ευκαιρίες, κοινωνική αλληλεπίδραση και -για τους πιο ευάλωτους- έχασαν την προστασία από την κακοποίηση. Η δικηγόρος της έρευνας, Κλερ Ντόμπιν, υποστήριξε ότι το κλείσιμο των σχολείων «ανέδειξε ξεκάθαρα» τη σημασία τους ως φορέα που γνωρίζει καλύτερα τα παιδιά και τις οικογένειες. Θα προσκομιστούν στοιχεία που θα δείχνουν μείωση του αριθμού των παιδιών που παραπέμπονται στις κοινωνικές υπηρεσίες κατά τη διάρκεια του κλεισίματος των σχολείων.
Με ευθύνη των φροντιστών
Η κυρία Ντόμπιν πρόσθεσε: «Η πραγματικότητα είναι ότι υπήρχαν παιδιά που υπέστησαν σοβαρή βλάβη στα χέρια των φροντιστών τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Οι φροντιστές αυτών των παιδιών φέρουν την ευθύνη για τη βία και την παραμέληση που ασκείται στα παιδιά, και τα παιδιά αυτά αποτελούν τα πιο τρανταχτά παραδείγματα του τι είναι ικανοί να κάνουν οι ενήλικες στα παιδιά πίσω από κλειστές πόρτες».
Στο πλαίσιο της έρευνας στο Λονδίνο παρατέθηκαν αναφορές σε στοιχεία ότι το υπουργείο Παιδείας στην Αγγλία δεν είχε αρχίσει να σχεδιάζει το κλείσιμο σχολείων πριν από τις 16 Μαρτίου 2020. Στις 16 Μαρτίου γινόταν ακόμη λόγος να μείνουν τα σχολεία ανοιχτά. Στις 17 Μαρτίου οι αρμόδιοι συζητούσαν το κλείσιμο και στις 18 Μαρτίου ελήφθη η απόφαση να κλείσουν τα σχολεία. Τα στοιχεία του τότε υπουργού Παιδείας, σερ Γκάβιν Γουίλιαμσον, φέρονται να περιγράφουν μια «24ωρη ριζική αλλαγή που προκάλεσε σύγχυση» από το να παραμείνουν τα σχολεία ανοιχτά στις 16 Μαρτίου στο κλείσιμό τους την επόμενη ημέρα, μια λεπτομέρεια που περιγράφεται από την κυρία Ντόμπιν ως «αιτία συναγερμού». Αναφερόμενη στις διαφορές στα στοιχεία του σερ Γκάβιν και του τότε πρωθυπουργού, Μπόρις Τζόνσον, χαρακτήρισε «σημαντικό το γεγονός να υπάρχει διαφωνία σχετικά με το αν υπήρχε σχεδιασμός για ένα τόσο συνταρακτικό γεγονός».
Ο χρόνος στο διαδίκτυο
Η κυρία Ντόμπιν δήλωσε ότι τα σχολεία αποτελούν το «σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης» όσον αφορά τα μέτρα προστασίας. Εξετάζοντας τον χρόνο που περνά κανείς στο διαδίκτυο, είπε ότι τα στοιχεία της βρετανικής Εθνικής Υπηρεσίας Δίωξης του Εγκλήματος έδειξαν πως «το κλείσιμο των σχολείων και οι άδειες οδήγησαν περισσότερα παιδιά και δράστες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο να βρίσκονται στο διαδίκτυο» και ότι ο αυξημένος χρόνος των παιδιών στο διαδίκτυο αναγνωρίστηκε «ως απειλή». Ανέφερε ένα νεαρό άτομο που είπε: «Τα παιδιά απαντούσαν στην κλήση του μαθήματος εξ αποστάσεως από το κρεβάτι, είχαν την κάμερα κλειστή και έκαναν αναρτήσεις στα stories τους στο Instagram, κυριολεκτικά παρακολουθώντας το ριάλιτι “The Only Way Is Essex”».
Εκπαιδευτικοί, γονείς και εκπαιδευτικοί ψυχολόγοι σε μια ταινία που προβλήθηκε στην έναρξη της διαδικασίας, μίλησαν για τις «σημαντικές» επιπτώσεις στη μάθηση και τις επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των νέων. Ο δικηγόρος Στιβ Μπρόουτς, εξ ονόματος οργανώσεων όπως η «Save the Children», υποστήριξε ότι τα συμφέροντα των παιδιών και των νέων «παραβλέπονται συστηματικά ή υποβαθμίζονται».
Από δημοσιογράφο της «Daily Mail»
©Associated Newspapers Limited