Σε μια σκληρή ανακοίνωση προχώρησε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος με αφορμή δημοσίευμα που αναφέρεται σε απόφαση της Αιγυπτιακής κυβέρνησης να κλείσει την τη Μονή της Αγίας Αικατερίνης Σινά, που είναι και το αρχαιότερο εν λειτουργία χριστιανικό μοναστήρι σε όλον τον κόσμο.
Παρά τις υποσχέσεις του Αιγύπτιου Προέδρου Σίσι προς τον Έλληνα Πρωθυπουργό Μητσοτάκη, η Αίγυπτος δημεύει την περιουσία της Μονής και προχωρά ουσιαστικά στην έξωση των μοναχών από αυτό, ώστε τα κενά πλέον κτίρια να μετατραπούν σε τουριστικό αξιοθέατο σαν τις Πυραμίδες.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος ζήτησε κινητοποίηση από κάθε ελληνική και κάθε διεθνή Αρχή για το γεγονός ότι «η περιουσία της Μονής υφαρπάζεται και δημεύεται και ο πνευματικός αυτός Φάρος της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού αντιμετωπίζει πλέον ζήτημα πραγματικής επιβίωσης».
Αναλυτικά η δήλωση του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου
«Ύστερα από την χθεσινή σκανδαλώδη απόφαση βίαιης καταπάτησης των ανθρωπίνων και δη των θρησκευτικών ελευθεριών, που εξέδωσαν οι δικαστικές αρχές της Αιγύπτου, το παλαιότερο παγκοσμίως Ορθόδοξο Χριστιανικό Μνημείο, η Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Θεοβάδιστου Όρους Σινά, εισέρχεται σε μία μεγάλη δοκιμασία, που παραπέμπει σε άλλες σκοτεινές εποχές…
Ουσιαστικά, η ίδια η Αιγυπτιακή Κυβέρνηση αποφάσισε, παρά τις περί του αντιθέτου πρόσφατες δεσμεύσεις του Αιγύπτιου Προέδρου προς τον Έλληνα Πρωθυπουργό, να καταλύσει κάθε έννοια δικαίου και, ουσιαστικά, να επιχειρήσει να σβήσει μονοκοντυλιά την ίδια την ύπαρξη της Μονής, αναιρώντας αυτή καθαυτή την όλη λειτουργία Της, το ίδιο το λατρευτικό και το πνευματικό Της έργο, ομοίως και το πολιτιστικό.
Η περιουσία της Μονής υφαρπάζεται και δημεύεται και ο πνευματικός αυτός Φάρος της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού αντιμετωπίζει πλέον ζήτημα πραγματικής επιβίωσης.
Με απέραντη θλίψη και με εύλογη οργή, καλώ κάθε ελληνική και κάθε διεθνή Αρχή να αντιληφθεί το ύψιστο διακύβευμα και να προστρέξει άμεσα για την προστασία των θεμελιωδών θρησκευτικών ελευθεριών της Ιεράς Μονής του Σινά.
Καταδικάζω απερίφραστα κάθε προσπάθεια αλλαγής του καθεστώτος, που επί 15 αιώνες ισχύει στην εν λόγω περιοχή και απευθύνω έκκληση προς την υπεύθυνη Ελληνική Κυβέρνηση και προσωπικά προς τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να ενεργήσει άμεσα τα δέοντα, ούτως ώστε να επανέλθει η κανονική και νόμιμη τάξη και να μην καταργηθεί ουσιαστικά η Ιερά Μονή.
Εκφράζω ολόψυχα την αδελφική μου αλληλεγγύη τόσο προς την Αδελφότητα και προς τον Καθηγούμενο Αυτής, Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Σινά και Ραιθώ κ. Δαμιανό, όσο και προς τους έλληνες αδελφούς, που διακονούν θυσιαστικά στην ευρύτερη περιοχή του Σινά.
Δεν θέλω και δεν μπορώ να πιστέψω ,τέλος, πως σήμερα ο Ελληνισμός και η Ορθοδοξία βιώνουν μία ακόμη ιστορική «άλωση».
Αυτό δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε.»
«Η απόφαση είναι προς όφελος της Μονής Σινά», λένε στην Αίγυπτο – Οι μοναχοί ετοιμάζουν κινητοποιήσεις
Κι ενώ αυτή τη στιγμή επικρατεί τρόμος στη Μονή για το τι θα ακολουθήσει, Αιγύπτιοι αρχαιολόγοι όπως ο Δρ. Αμπντέλ Ραχίμ Ριχάν, ειδικός αρχαιολογίας και μέλος της Επιτροπής Ιστορίας και Αρχαιοτήτων του Ανώτατου Συμβουλίου Πολιτισμού της Αιγύπτου, αφού υποστήριξε πως, τα ακίνητα που δήμευσε το αιγυπτιακό δημόσιο εμπίπτουν στους νόμους περί αρχαιοτήτων, επέμεινε πως η απόφαση αυτή είναι προς όφελος της Μονής.
«Θεωρούμε αυτήν την απόφαση ιστορική προς όφελος της παγκόσμιας κληρονομιάς και για τους μοναχούς της Μονής της Αγίας Αικατερίνης, καθώς κατοχυρώνει το δικαίωμά τους να επωφελούνται από το μοναστήρι και τους θρησκευτικούς και αρχαιολογικούς χώρους της περιοχής» δήλωσε σε τοπικό μέσο.
Τι αναφέρει η απόφαση του Εφετείου της Αιγύπτου για τη Μονή Σινά
Σύμφωνα με το orthodoxianewsagency.gr, το Εφετείο της Ισμαηλίας εξέδωσε οριστική απόφαση για αμφισβητούμενες εκτάσεις στο Νότιο Σινά. Το Εφετείο της Ισμαηλίας , Taba Sinai Mission, εξέδωσε χθες, Τετάρτη, την απόφασή του σχετικά με την αγωγή που κατατέθηκε σχετικά με αμφισβητούμενα οικόπεδα στο Κυβερνείο του Νότιου Σινά.
Η απόφαση εκδόθηκε υπό την προεδρία του Συμβούλου Alaa Mustafa Abdel Razek, με τη συμμετοχή των Συμβούλων Hassanein Ahmed Al-Wasif και Amir Hassan Abu Al-Layl. Το δικαστήριο έκρινε ότι οι πιστοί της Μονής της Αγίας Αικατερίνης δικαιούνται να επωφεληθούν από το μοναστήρι και τους αρχαιολογικούς θρησκευτικούς χώρους στην περιοχή της Αγίας Αικατερίνης, με το κράτος να κατέχει αυτούς τους χώρους ως δημόσια περιουσία.
Αυτό συμβαίνει λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι πιστοί του μοναστηριού είναι παρόντες εκεί με τη θρησκευτική τους ιδιότητα και ασκούν τις θρησκευτικές τους τελετουργίες υπό την ηγεσία του επισκόπου του μοναστηριού, ο οποίος διορίστηκε με το Προεδρικό Διάταγμα αριθ. 306 του 1974. Το Ανώτατο Συμβούλιο Αρχαιοτήτων επιβλέπει αυτούς τους αρχαιολογικούς χώρους.
Το δικαστήριο αποφάσισε επίσης ότι οι συμβάσεις που έχουν συναφθεί μεταξύ της τοπικής μονάδας της πόλης Αγίας Αικατερίνης και του μοναστηριού σχετικά με ορισμένα οικόπεδα που εκμεταλλεύονται οι θυγατρικές του μοναστηριού πρέπει να τηρούνται, γεγονός που αναιρεί την πιθανότητα καταπάτησης αυτών των εκτάσεων.
Το δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα υπόλοιπα αμφισβητούμενα οικόπεδα αποτελούν φυσικά καταφύγια, τα οποία αποτελούν όλα δημόσια κρατική περιουσία και δεν μπορούν να διατεθούν ή να καταστούν ιδιοκτησία τους με παραγραφή. Δεν έχουν εκδοθεί συμβάσεις σχετικά με αυτούς από την αρμόδια αρχή.
Αγία Αικατερίνη του Σινά, η παλαιότερη χριστιανική μονή
Στις παρυφές του όρους Σινά, στην ομώνυμη χερσόνησο είναι χτισμένη η Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης στο Όρος Σινά ή Ιερά Μονή του Θεοβαδίστου Όρους Σινά όπως αποκαλείται και επίσημα. Μάλιστα η Μονή αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Θεωρείται η παλαιότερη χριστιανική μονή στον κόσμο, παρόλο που και η Ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου κοντά στο Κάιρο, θεωρείται ότι κατέχει ανάλογη διάκριση.
Η Αγία Αικατερίνη μαρτύρησε για τον Χριστό στις αρχές του 4ου αιώνα, στην Αλεξάνδρεια. Συνδέθηκε όμως άρρηκτα με το Όρος Σινά μετά την θαυμαστή εναπόθεση τού ιερού λειψάνου της στην ψηλότερη κορυφή τής Σιναϊτικής Χερσονήσου και την μεταφορά του αργότερα στην Μονή του Σινά. Για την ένδοξη Αγία διεσώθησαν «μαρτύρια», εγκωμιαστικοί λόγοι, συναξαριακές διηγήσεις, ασματικοί κανόνες και ποιητικές συνθέσεις, που εξιστορούν τον βίο και το μαρτύριο της και έχουν αποτελέσει το αντικείμενο συστηματικής μελέτης των επιστημόνων από τον 18ο αιώνα εως σήμερα. Ιστορικά, η παλαιότερη μαρτυρία για ύπαρξη μοναστικής ζωής στη περιοχή είναι του 381-384 μ.Χ.
Επί βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού, ανάμεσα στο 527 και 565, ανεγέρθηκε η μονή στο σημείο που βρίσκονταν η «φλεγόμενη βάτος» του Μωυσή. Το μέρος θεωρείται ιερό για χριστιανούς, μουσουλμάνους και Εβραίους.
Ως απάντηση σε αίτημα μοναχών της μονής για προστασία, η μονή έλαβε από τον Μωάμεθ «ιδιόγραφη υποχρέωση» ή Διαθήκη (Αχτναμέ), επικυρωμένη με το αποτύπωμα της ίδιας της παλάμης του, που περιγράφει τα δικαιώματα των χριστιανών που ζουν με τους Μωαμεθανούς.