Με φορτισμένο λόγο και εμφανή συναισθηματική ένταση, ο Πέτρος Φιλιππίδης απολογήθηκε στο δικαστήριο για τις κατηγορίες απόπειρας βιασμού που τον βαραίνουν, τις οποίες αρνήθηκε απόλυτα, δηλώνοντας «Εγώ κακοποιητής δεν είμαι. Δεν αναγνωρίζω αυτόν τον άνθρωπο που μου “συστήνουν” εδώ και τεσσεράμισι χρόνια».
Ο γνωστός ηθοποιός επιχείρησε να σκιαγραφήσει μια εικόνα προσωπικής και επαγγελματικής κατάρρευσης, λέγοντας χαρακτηριστικά «Βρίσκομαι σε μία θάλασσα, πνίγομαι και δεν βουτάει κανείς να με σώσει», περιγράφοντας τον εαυτό του ως «άνεργο και τεμπέλη» που ζει χάρη στη σύζυγό του, Ελπίδα Νίνου.
Θεωρίες, αιχμές και ο «εμφύλιος» στο θέατρο
Ο Φιλιππίδης υποστήριξε ότι οι καταγγελίες εναντίον του πυροδοτήθηκαν την περίοδο της πανδημίας και δεν ήταν τυχαίες, σημειώνοντας ότι «αν δεν είχε μεσολαβήσει η πανδημία, αυτό δεν θα είχε γίνει». Αναφέρθηκε, μάλιστα, στον Σπύρο Μπιμπίλα, υποστηρίζοντας ότι οι αλλαγές που συντελέστηκαν στον χώρο του θεάτρου στόχευσαν γενικά την καλλιτεχνική εξουσία, όχι προσωπικά τον ίδιο.
Σε ένα άλλο σημείο, έκανε λόγο για «εμφύλιο» στον καλλιτεχνικό χώρο, αναφερόμενος σε ανθρώπους που «τον πολεμούν», με τους οποίους είχε κάποτε στενές σχέσεις. «Άνθρωποι που αγγιχτήκαμε – δεν εννοώ σεξουαλικά – που ερωτευτήκαμε», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Η στάση του απέναντι στο #MeToo και στη συγγνώμη
Αν και δήλωσε πως στηρίζει το κίνημα #MeToo, άφησε αιχμές για την εφαρμογή του στην πράξη, λέγοντας ότι «δεν προστατεύτηκε το τεκμήριο της αθωότητας».
Όταν ρωτήθηκε για την απουσία συγγνώμης, απάντησε: «Ζητάω συγγνώμη αν έβλαψα κάποιον άθελά μου. Αλλά να ζητήσω συγγνώμη για απόπειρες βιασμού; Όχι, δεν θα ζητήσω για κάτι που δεν έκανα».
«Μεγάλωσα με ήθος – Δεν θα μπορούσα να είμαι κακοποιητής»
Ο Φιλιππίδης επικαλέστηκε το ήθος που, όπως είπε, διδάχτηκε από τις μεγάλες προσωπικότητες που τον επηρέασαν τονίζοντας «Μεγάλωσα με τον Κάρολο Κουν, τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Μίκη Θεοδωράκη. Δεν θα μπορούσα να είμαι κακοποιητής», προσθέτοντας πικρόχολα πως «σήμερα το ήθος χρειάζεται μετάφραση».
Μια απολογία-κατάθεση ζωής
Η απολογία του Πέτρου Φιλιππίδη ήταν περισσότερο από μια νομική διαδικασία – ήταν ένα δημόσιο ξέσπασμα, γεμάτο συγκίνηση, οργή, αυτοκριτική αλλά και άρνηση ευθυνών. Αντιμέτωπος με τις πιο βαριές κατηγορίες της ζωής του, ο άλλοτε δημοφιλής ηθοποιός επιχείρησε να διασώσει την αξιοπρέπειά του, περιγράφοντας μια ζωή που κατέρρευσε – και έναν εαυτό που, όπως λέει, δεν του ανήκει.