Τα «Ιουλιανά» που έχουν μείνει γνωστά ως «αποστασία» είναι ο όρος που χρησιμοποιείται στη σύγχρονη πολιτική ιστορία για να περιγραφεί η περίοδος πολιτικής ανωμαλίας που ακολούθησε την αποπομπή της κυβέρνησης του «Γέρου της Δημοκρατίας» Γεωργίου Παπανδρέου ακριβώς σαν σήμερα 15 Ιουλίου του 1965. Η περίοδος ολοκληρώθηκε με το πραξικόπημα των Συνταγματαρχών που εκδηλώθηκε στις 21 Απριλίου 1967 και είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή δικτατορίας μέχρι τις 24 Ιουλίου του 1974, όταν η Δημοκρατία επέστρεψε στον τόπο που την γέννησε, και αφού πρώτα είχε προηγηθεί η αιματοβαμμένη εξέγερση του Πολυτεχνείου και το πραξικόπημα στην Κύπρο, που είχε ως αποτέλεσμα την τουρκική εισβολή στη Μεγαλόνησο.
Στις 15 Ιουλίου 1965 ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου εξαναγκάστηκε σε παραίτηση από τον νεαρό βασιλιά Κωνσταντίνο, καθώς θέλησε να αναλάβει ο ίδιος το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, αντί του Πέτρου Γαρουφαλιά, ο οποίος ήταν ο εκλεκτός του Παλατιού. Λίγες ώρες αργότερα ορκίστηκε νέα κυβέρνηση από στελέχη που απόσχισαν από την Ένωση Κέντρου και έμειναν στην πολιτική ιστορία ως «αποστάτες».
Πώς φτάσαμε στην «Αποστασία»
Στις εκλογές που προκηρύχθηκαν για τις 16 Φεβρουαρίου 1964, η Ένωση Κέντρου υπό την ηγεσία του Γεωργίου Παπανδρέου πέτυχε εκλογικό θρίαμβο συγκεντρώνοντας 52,8% και εξέλεξε 171 βουλευτές. Ο «Γέρος της Δημοκρατίας» προσπάθησε να τηρήσει τις εσωκομματικές ισορροπίες καθώς το κόμμα περιελάμβανε στις τάξεις του από φιλοβασιλικούς δεξιούς και σκληρούς αντικομουνιστές έως δημοκρατικούς σοσιαλιστές.
Στη θέση του υπουργού Προεδρίας τοποθετήθηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου, που αποτελούσε το «κόκκινο πανί» τόσο για το Παλάτι όσο και για τη Δεξιά, ενώ στη θέση του υπουργού Συντονισμού (έτσι λεγόταν ο υπουργός Οικονομικών) ο «Γέρος» τοποθέτησε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Την ίδια στιγμή στο υπουργείο Άμυνας τοποθετήθηκε ο Πέτρος Γαρουφαλλιάς, ο οποίος αν και ήταν φίλος με τον Γεώργιο Παπανδρέου, διατηρούσε στενές σχέσεις με το Παλάτι.
Τα προβλήματα άρχισαν να γίνονται ορατά από τα πρώτα 24ωρα της εκλογικής νίκης της Ένωσης Κέντρου. Ενδεικτικό είναι ότι ο προτεινόμενος για τη θέση του προέδρου της ΒουλήςΓεώργιος Αθανασιάδης – Νόβας καταψηφίστηκε και χρειάστηκε δεύτερη ψηφοφορία για να εκλεγεί (19 Φεβρουαρίου 1965). Τότε ήταν που ο Γεώργιος Παπανδρέου εκστόμισε την περίφημη φράση του «Οι θριαμβευταί της 16ης Φεβρουαρίου εγίναμεν η χλεύη των ηττημένων». Ο «Γέρος» χαρακτήρισε ως «οργανωτές της συνωμοσίας» τον Ηλία Τσιριμώκο και τον Σάββα Παπαπολίτη και ανακοίνωσε τη διαγραφή τους. Σύντομα, όμως, αναγκάστηκε να ανακαλέσει την απόφασή του. Εντέλει, η κυβέρνηση έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης στις 5 Απριλίου 1964.
Από τις πρώτες ενέργειες της κυβέρνησης ήταν η επιδίωξη του ξηλώματος του μετεμφυλιακού κράτους της Δεξιάς, με σειρά μέτρων που οδηγούσαν στην αποδυνάμωση των μηχανισμών του. Πιο συγκεκριμένα η κυβέρνηση προχώρησε στην απελευθέρωση κομμουνιστών κρατουμένων, στην κατάργηση θεσμών αστυνόμευσης των πολιτικών απόψεων και στην ελεύθερη και ανεμπόδιστη δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Όμως, με τις περιορισμένες αλλαγές που πραγματοποίησε στην ηγεσία του στρατεύματος τον Απρίλιο του 1964, φάνηκε να αναγνωρίζει το προβάδισμα των Ανακτόρων στο νευραλγικό αυτό τομέα του κρατικού μηχανισμού.
Οι δημοτικές εκλογές της 5ης Ιουλίου θα επιβεβαιώσουν την εκλογική καθίζηση της ΕΡΕ και την άνοδο των δυνάμεων της Ένωσης Κέντρου και της ΕΔΑ. Όλο αυτό το διάστημα ο Γεώργιος Παπανδρέου είχε να αντιμετωπίσει και πιέσεις από το εξωτερικό για τη λύση του Κυπριακού, ιδιαίτερα από την Ουάσιγκτον. Την ίδια στιγμή στο εσωτερικό του κόμματος το χάσμα ανάμεσα στον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη βάθαινε ακόμη περισσότερο. Μάλιστα τον Νοέμβριο του 1964, η εφημερίδα «Ελευθερία», η οποία κατά τον «Ανένδοτο» στήριξε ανερυθρίαστα τον Γεώργιο Παπανδρέου επιτέθηκε στον «Γέρο της Δημοκρατίας». Συγκεκριμένα τον κατηγορούσε ότι «διοικεί δικτατορικώς την Ένωσιν Κέντρου» και ότι «κατήργησε την κοινοβουλευτικήν ομάδα και το υπουργικόν συμβούλιον». Ο εκδότης της εφημερίδας, Πάνος Κόκκας, είχε στενούς δεσμούς με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, ο οποίος δεν έκρυβε τις φιλοδοξίες του να διαδεχτεί τον Γεώργιο Παπανδρέου στην ηγεσία του κόμματος, ενώ του προκαλούσε ιδιαίτερη ανησυχία η ραγδαία άνοδος και η ακτινοβολία που εξέπεμπε Ανδρέα Παπανδρέου.
Η άνοδος του Ανδρέα δεν ανησυχούσε μόνο τον Μητσοτάκη και τη Δεξιά αλλά και τους Αμερικανούς. Στις 15 Νοεμβρίου ο Ανδρέας Παπανδρέου παραιτήθηκε λόγω διαφωνιών με τον πατέρα του, αλλά και των κατηγοριών μερίδας του Τύπου για χαριστικές αναθέσεις μελετών δημοσίων έργων. Στις εναντίον του επιθέσεις πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε η εφημερίδα «Ημέρα» του Τζώρτζη Αθανασιάδη και η «Ελευθερία» του Πάνου Κόκκα.
Ο Γεώργιος Παπανδρέου αποφάσισε να περάσει στην αντεπίθεση και στις 23 Φεβρουαρίου 1965 από το βήμα της Βουλής αποκάλυψε το σχέδιο εκτροπής από την ομαλότητα με την επωνυμία «Περικλής». Λίγο αργότερα η δεξιά η οποία προσπαθούσε να ανασυνταχθεί μέσω φιλικών της μέσων ενημέρωσης ξεσκέπασε τον «Ασπίδα» που δρούσε στους κόλπους του στρατεύματος και είχε ως αρχηγό τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Την ίδια περίοδο ο μετέπειτα δικτάτορας Γεώργιος Παπανδρέου, έχοντας το βαθμό του αντισυνταγματάρχη σε μονάδα πυροβολικού στον Έβρο κατήγγειλε κομμουνιστική συνωμοσία στη μονάδα του. Η εφημερίδα «Ελευθερία» εξακολουθούσε να πρωτοστατεί στις επιθέσεις κατά του Γεωργίου Παπανδρέου και ο αντιπολιτευόμενος Τύπος έκανε λόγο για ακυβερνησία. Τον Απρίλιο ο Ανδρέας έχοντας επανέλθει στην κυβέρνηση είχε φροντίσει να οικοδομήσει το ηγετικό του προφίλ και εμφανιζόταν ως ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της αριστερής πτέρυγας της Ενώσεως Κέντρου.
Ιουλιανά – Αποστασία
Την 1η Ιουλίου ο Γεώργιος Παπανδρέου ζήτησε να παραιτηθεί ο Πέτρος Γαρουφαλιάς έτσι ώστε να αναλάβει ο ίδιος το υπουργείο Εθνικής Αμυνας. Ο Γαρουφαλιάς όχι μόνο δεν δέχθηκε αλλά δήλωσε ότι θα το πράξει μόνο εάν του του ζητήσει ο βασιλιάς. Η αιτιολογία της μη παραίτησης ήταν ότι ο Παπανδρέου δεν έπρεπε να αναλάβει τα ηνία του υπουργείου από τη στιγμή που βρισκόταν σε εξέλιξη η υπόθεση «Ασπίδα».
Ο τότε βασιλιάς αρνήθηκε να υπογράψει το διάταγμα της παραίτησης Γαρουφαλιά και στις 7 Ιουλίου έστειλε επιστολή στον «Γέρο», όπου του έγραφε ότι «ενισχύει και υποθάλπει […] συνωμοσία μοναδικόν σκοπόν έχουσα την ανατροπήν του Συντάγματος και την επιβολήν δικτατορίας ελεεινής μορφής…». Δύο μέρες μετά ο Παπανδρέου του απάντησε: «Εις την λαοπρόβλητον κυβέρνησιν ανήκει η πλήρης εξουσία εις όλους τους τομείς του κράτους. Δεν αποτελεί το Υπουργείον Εθνικής Αμύνης στεγανόν διαμέρισμα εξαιρούμενον της εξουσίας της κυβερνήσεως».
Στις 10 Ιουλίου έλαβε τη δεύτερη επιτολή από τον βασιλιά. Ο Κωνσταντίνος του έλεγε ότι «επιδιώκει τη δημιουργία συνταγματικού θέματος εκ του μη όντος» και επέμεινε στην απόφασή του να μην υπογράψει το διάταγμα αντικατάστασης του Γαρουφαλιά. Την επομένη, οι δύο άνδρες συναντήθηκαν στην Κέρκυρα για πρώτη φορά μετά τις 5 Μαρτίου και από τις δηλώσεις του Γεωργίου Παπανδρέου φάνηκε ότι η κρίση στις σχέσεις τους τείνει να ξεπεραστεί. Στις 12 Ιουλίου ο Παπανδρέου συγκάλεσε το Υπουργικό Συμβούλιο και όλοι οι παριστάμενοι συμφωνούν ότι ο Γαρουφαλιάς που είναι απών, θα πρέπει να διαγραφεί από το κόμμα. Την επομένη ο Γαρουφαλιάς διαγράφεται από την κοινοβουλευτική ομάδα της Ένωσης Κέντρου, αλλά αρνείται και πάλι να εγκαταλείψει το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης.
Το βράδυ της 14ης Ιουλίου παραδόθηκε στον Γεώργιο Παπανδρέου η τρίτη βασιλική επιστολή, με την οποία του επισημαινόταν να μην επιμείνει στην παραίτησή του Γαρουφαλιά. Ηγετικά στελέχη της Ένωσης Κέντρου (Μητσοτάκης, Τσιριμώκος, Αλλαμανής, Μπακατσέλος κ.ά.) ανέβηκαν στο Καστρί και του ζήτησαν να μην σπρώξει τα πράγματα στο δρόμο της ρήξης με το στέμμα. Ο ίδιος απάντησε στον βασιλιά με δεύτερη επιστολή, επισημαίνοντάς του ότι δεν μπορεί να είναι «πρωθυπουργός υπό απαγόρευση», προαναγγέλλοντας κατά κάποιο τρόπο την παραίτησή του.
Την επομένη οι δύο άνδρες συναντήθηκαν στα ανάκτορα. Θα ακολουθήσει ο παρακάτω διάλογος, όπως θα αποτυπωθεί στις εφημερίδες της εποχής:
Παπανδρέου: «Μεγαλειότατε αύριον θα σας υποβάλλω εγγράφως την παραίτησίν μου.»
Κωνσταντίνος: «Άκουσα τα περί παραιτήσεώς σας και τα λαμβάνω υπ’ όψιν μου.»
Παπανδρέου: «Αντιλαμβάνομαι τον λόγον δια τον οποίον επείγεσθε δια την παραίτησιν.»
Βασιλιάς: «Είναι δεδομένη η παραίτησις».
Παπανδρέου: «Καταλαβαίνω τις έχετε κατά νουν, Μεγαλειότατε.»
Ο Κωνσταντίνος αρκέστηκε στην προφορική παραίτηση του Παπανδρέου και δεν περίμενε να του υποβληθεί εγγράφως. Λίγες ώρες αργότερα ορκίστηκε ενώπιόν του το πρώτο κλιμάκιο της κυβέρνησης των «Αποστατών», όπως ονομάστηκαν, υπό τον πρόεδρο της Βουλής, Ιωάννη Αθανασιάδη – Νόβα (Πρώτη Κυβέρνηση των «Αποστατών»).
Την επομένη χιλιάδες Αθηναίοι κατέβηκαν στους δρόμους για διαμαρτυρηθούν για το «βασιλικό πραξικόπημα». Ακολούθησαν συγκρούσεις σώμα με σώμα με την αστυνομία, η οποία τους αντιμετώπισε με γκλομπς και δακρυγόνα. Στις 19 Ιουλίου θα γίνει η πιο εντυπωσιακή διαδήλωση υπέρ της Δημοκρατίας. Ο Γεώργιος Παπανδρέου, επικεφαλής μιας πομπής από 200 και πλέον αυτοκίνητα, στολισμένα με σήματα της Ένωσης Κέντρου, φοινικόκλαδα και φωτογραφίες, κατέβηκε από το Καστρί προς την Αθήνα εν μέσω του παραληρούντος πλήθους. Στο συλλαλητήριο της 21ης Ιουλίου, που μετέβαλε το κέντρο της Αθήνας σε πεδίο συγκρούσεων ανάμεσα σε διαδηλωτές και την Αστυνομία, θα χάσει τη ζωή του ο 22χρονος φοιτητής Σωτήρης Πέτρουλας, στέλεχος της Αριστεράς.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η κυβέρνηση Νόβα, δεχόμενη από παντού πυρά, δεν έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή και υπέβαλε την παραίτησή της στις 5 Αυγούστου. Τα δύο μεγάλα κόμματα ΕΚ και ΕΡΕ ζήτησαν από τον βασιλιά εκλογές, αλλά αυτός έδωσε διερευνητική εντολή στο ηγετικό στέλεχος της Ένωσης Κέντρου, Στέφανο Στεφανόπουλο, ο οποίος θα την καταθέσει λίγες ημέρες αργότερα.
Στις 18 Αυγούστου ο Κωνσταντίνος έδω εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Ηλία Τσιριμώκο, στέλεχος της ΕΚ και δεινό επικριτή της πρώτης κυβέρνησης των «Αποστατών». Προς γενική έκπληξη, ο Τσιριμώκος αποδέχθηκε την εντολή και σχημάτισε τη δεύτερη κυβέρνηση των «Αποστατών» στις 20 Αυγούστου, η οποία είχε την τύχη της κυβέρνησης Νόβα, αφού δεν έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή στις 28 Αυγούστου.
Οι αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων, Γεώργιος Παπανδρέου και Παναγιώτης Κανελλόπουλος, πρότειναν στον βασιλιά τη διενέργεια εκλογών, αλλά αυτός ανέθεσε στον Στέφανο Στεφανόπουλο την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Αυτός σχημάτισε την τρίτη κυβέρνηση των Αποστατών, η οποία έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή στις 17 Σεπτεμβρίου 1965. Η περίοδος της «Αποστασίας» έληξε τυπικά με την πτώση της κυβέρνησης Στεφανόπουλου στις 22 Δεκεμβρίου 1966 και την άνοδο στην εξουσία της μεταβατικής κυβέρνησης του τραπεζίτη Ιωάννη Παρασκευόπουλου, που είχε εντολή να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές στις 28 Μαΐου 1967…Ωστόσο οι εκλογές δεν έγιναν ποτέ καθώς στις 21 Απριλίου είχαμε την κατάλυση της Δημοκρατίας και την επιβολή Δικτατορίας.
Ακολουθούν τα πρωτοσέλιδα της «Απογευματινής» με τα εκτενή ρεπορτάζ της από εκείνη την εποχή