Το 1949, ο µεγάλος Γάλλος ιστορικός Φερνάν Μπροντέλ εισηγήθηκε την έννοια της «µακράς διάρκειας» ως εργαλείου για τη µελέτη και
την ερµηνεία ιστορικών φαινοµένων, ιδιαίτερα ανθρώπινων νοοτροπιών, που µεταβάλλονται και εξελίσσονται µε εξαιρετικά αργούς ρυθµούς. Με λίγη ειρωνική
διάθεση θα µπορούσαµε κάλλιστα να τη χρησιµοποιήσουµε και για τους ρυθµούς απονοµής της ελληνικής ∆ικαιοσύνης.
Αντί πολλών στοιχείων για τη µακρόσυρτη απονοµή δικαιοσύνης στην Ελλάδα, αρκεί ένα από το E.U. Justice Scoreboard, της ετήσιας έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη ∆ικαιοσύνη στα κράτη-µέλη. Το 2023, στην Ελλάδα, για να εκδικαστεί µια υπόθεση σε πρώτο βαθµό απαιτούνταν κατά µέσον όρο 642
ηµέρες. Για τις δε αστικές και εµπορικές υποθέσεις το διάστηµα αυτό αυξάνεται σε 771 ηµέρες (όταν το 2014 ήταν 330 ηµέρες). Εύκολο να το µαντέψει κανείς, έχουµε την πρωτιά στην Ευρώπη στη βραδύτητα εκδίκασης των υποθέσεων.
Εδώ και 15 χρόνια διαπιστώνεται η αργή απονοµή της ∆ικαιοσύνης και εξαγγέλλεται η επιτάχυνσή της ως µείζων στόχος κάθε κυβέρνησης. Κι όµως, παραµένει µια χίµαιρα, όπως γνωρίζουµε από πρώτο χέρι όλοι οι λειτουργοί της ∆ικαιοσύνης. Οι αιτίες είναι πολλαπλές: γραφειοκρατία, συµφόρηση των δικαστηρίων, κακή οργάνωση και ελλειµµατική ψηφιοποίηση, στρεβλώσεις του νοµικού πλαισίου, κακή και αποσπασµατική νοµοθέτηση, πρόχειρος σχεδιασµός των µεταρρυθµίσεων που αφορούν τη ∆ικαιοσύνη και διάψευσή τους στην πράξη. Και οι συνέπειες είναι αδιόρατες, αλλά αµείλικτες. Θα περιοριστώ σε δύο: την αποθάρρυνση των επενδύσεων και, κυρίως, τη συνεχή διάβρωση της εµπιστοσύνης της κοινωνίας στους θεσµούς. Οταν ο πολίτης χρειάζεται χρόνια για να δει την επίλυση µιας απλής υπόθεσης, κλονίζεται η εµπιστοσύνη του όχι µόνο στη ∆ικαιοσύνη, αλλά στους ίδιους τους θεσµούς και τη δηµοκρατική πολιτεία.
Είναι βέβαιο και το έχει αποδείξει η εµπειρία ότι η επιτάχυνση της απονοµής δικαιοσύνης δεν επιτυγχάνεται µόνο µε βιαστικές και ελάχιστα µελετηµένες
συγχωνεύσεις δικαστηρίων ούτε µόνο µε την ψηφιοποίηση των διαδικασιών ούτε αποκλειστικά µέσω της πρόσληψης περισσότερων δικαστικών λειτουργών και υπαλλήλων. Και ασφαλώς δεν ευθύνονται για τους αργούς ρυθµούς οι δικηγόροι που ζητούν συνεχώς αναβολές, όπως ισχυρίστηκε πρόσφατα η πρόεδρος του Αρείου Πάγου!
Είναι, πρωτίστως, ζήτηµα νοοτροπίας και χειραφέτησης από τη συντεχνιακή οπτική των πραγµάτων. Οι δικηγόροι, µέσω των συνδικαλιστικών µας οργάνων, έχουµε αποφύγει επί δεκαετίες να αρθρώσουµε συστηµατικό, δοµηµένο και γενναίο λόγο για επίτευξη ταχύτερων ρυθµών απονοµής δικαιοσύνης. Πρέπει, επιτέλους, να το πράξουµε και να ξεφύγουµε από τη στενή αντίληψη των πραγµάτων. Με προτάσεις που δεν θα περιορίζονται στα του οίκου µας, αλλά θα προτάσσουν τη σηµασία της γρήγορης απονοµής δικαιοσύνης και θα αφορούν και στρεβλώσεις και του κλάδου µας, καταδεικνύοντας τα πραγµατικά αίτια των καθυστερήσεων µε θάρρος.
Με τους συναδέλφους, που στηρίζουν την υποψηφιότητά µου για την προεδρία του ∆ικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, θα καταθέσουµε ένα πλήρες και συνεκτικό πλέγµα προτάσεων για την απονοµή της δικαιοσύνης έγκαιρα και αποτελεσµατικά, όπως σε κάθε προηγµένη χώρα. Για να το υπηρετήσουµε, µε τη συµπαράσταση όλων των συναδέλφων, από την πρώτη ηµέρα µετά τις επικείµενες εκλογές.
*∆ικηγόρος, σύµβουλος ∆ΣΑ,υποψήφιος πρόεδρος
Κυριακάτικη Απογευματινή