Το «αναχρονιστικό» που επιμένει να συγκινεί

Στις άκρες των δρόμων δεν υπάρχουν παρατάξεις, υπάρχουν γενιές. Παιδιά που καμαρώνουν, ηλικιωμένοι που στέκονται με το χέρι στην καρδιά, άνθρωποι που δεν ξέχασαν πώς μοιάζει η αξιοπρέπεια
12:00 - 31 Οκτωβρίου 2025

Κάθε Οκτώβρη, το ίδιο έργο. Πριν ακουστεί το πρώτο βήμα και πριν σηκωθεί η πρώτη σημαία, ξεκινά η ιεροτελεστία της αποδόμησης με τη δικαιολογία του προοδευτισμού. «Οι παρελάσεις είναι ντροπή», «στρατιωτικά κατάλοιπα», «τελετές εθνικισμού».

Τα ίδια λόγια, διαφορετικά πρόσωπα. Και κάθε φορά, εκεί έξω, ο κόσμος –ο κανονικός, αυτός που δεν έχει μικρόφωνο ούτε κοινό στο Twitter- γεμίζει πεζοδρόμια και πλατείες. Περιμένει να περάσουν τα παιδιά, να δει τους φαντάρους να βαδίζουν, να σηκώσει λίγο τη σημαία, όχι για επίδειξη, μα για να νιώσει πως κάτι κρατά ακόμη. Οι ίδιες παρελάσεις που λοιδορούνται στα πάνελ είναι αυτές που συγκεντρώνουν το 38% της τηλεθέασης. Τέσσερις στους δέκα Έλληνες μπροστά στις οθόνες, όχι για το θέαμα, αλλά για εκείνο το ρίγος που δεν έχει φύγει από μέσα μας. Γιατί μπορεί να έχουμε ξεχάσει την Ιστορία, αλλά δεν ξεμάθαμε να συγκινούμαστε.

Εκεί που οι τηλεπαρουσιαστές βλέπουν «παρωχημένες εικόνες», ο πολίτης βλέπει συνέχεια. Εκεί που οι «προοδευτικοί» ανακαλύπτουν αναχρονισμό, οι παππούδες ξαναβλέπουν τα χρόνια της αντοχής και οι γιαγιάδες σφίγγουν τις φωτογραφίες των δικών τους που δεν γύρισαν. Εκείνος ο λαός, που δεν έμαθε να κλαίει δημόσια, δακρύζει ακόμα όταν περνά η σημαία.

Θα ρωτήσεις: «Τι νόημα έχουν οι παρελάσεις; Γιατί στολές και τύμπανα το 2025;». Γιατί, αγαπητέ μου, υπάρχουν στιγμές που δεν επιδεικνύεις ισχύ. Υπενθυμίζεις μνήμη. Δεν χτυπούν το πόδι για να επιβληθούν, αλλά για να μην ξεχαστούν. Κι όμως, εκείνες τις μέρες τα πάνελ γεμίζουν «αντιρρησίες επετηρίδας». Ανθρώπους που δεν βρέθηκαν ποτέ σε παρέλαση, αλλά ξέρουν ακριβώς πώς «πρέπει» να γίνεται. Οι εκπομπές στήνουν τεχνητούς καβγάδες, οι τίτλοι γράφουν «Η κοινωνία διχάζεται» και, στο μεταξύ, το ουσιώδες εξαφανίζεται: Ότι αυτό το «παλιό τελετουργικό» στην πραγματικότητα ενώνει.

Στις άκρες των δρόμων δεν υπάρχουν παρατάξεις, υπάρχουν γενιές. Παιδιά που καμαρώνουν, ηλικιωμένοι που στέκονται με το χέρι στην καρδιά, άνθρωποι που δεν ξέχασαν πώς μοιάζει η αξιοπρέπεια. Ναι, οι παρελάσεις είναι «παλιές». Μα παλιές είναι και οι αξίες, και το φιλότιμο, και το σιωπηλό δάκρυ στο «Μακεδονία ξακουστή». Και ευτυχώς που δεν τα πετάξαμε κι αυτά στη λογική της «προόδου με delete».

Ο κόσμος δεν είναι αφελής. Ξέρει να ξεχωρίζει το show από τον σεβασμό, το χειροκρότημα από το χειροφίλημα της μνήμης. Οι εκπομπές ψάχνουν φασαρία. Το ήσυχο «ευχαριστώ» δεν γράφει νούμερα. Όμως εκείνη η σιωπή, τη στιγμή που περνά η σημαία και το πλήθος σωπαίνει, έχει βάρος ασήκωτο.
Κι όσο κι αν φωνάζουν οι σχολιαστές από τους καναπέδες, ο κόσμος αυτός που περιμένει στη γωνία του δρόμου ξέρει ακόμα να στέκεται προσοχή.

Του μητροπολίτη Σιγκαπούρης Κωνσταντίνου-Εφημερίδα Απογευματινή