Ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό τριών ανδρών που φέρονται μαζί με δύο ακόμη συλληφθέντες να αιματοκύλισαν ένα ολόκληρο χωριό έχουν εξαπολύσει τις τελευταίες ώρες πάνοπλοι αστυνομικοί της ΕΚΑΜ. Η κόντρα των οικογενειών Καργάκη και Φραγκιαδάκη έχει φτάσει στα άκρα, ενώ πέρα από τα χαρακτηριστικά της βεντέτας δείχνει να έχει και άρωμα μαφίας, σύμφωνα με ειδικούς αναλυτές.
Δύο νεκροί, τέσσερις τραυματίες και τρεις έως αργά χθες το βράδυ συλλήψεις ήταν ο επίσημος απολογισμός των αιματηρών συμπλοκών στο μικρό χωριό του Ψηλορείτη. Οι τραυματίες, ωστόσο, φαίνεται να είναι αρκετά περισσότεροι, όμως δεν μπορεί να γίνει η καταγραφή τους αφού δεν μεταφέρθηκαν με ασθενοφόρα σε δημόσιες δομές, αλλά με αγροτικά και ιδιωτικά ΙΧ σε ιδιώτες γιατρούς, ώστε να αποφευχθεί η σύλληψή τους.
Στα άκρα
Η έχθρα μεταξύ των δύο οικογενειών χάνεται στα βάθη των ετών, ενώ τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έμοιαζε να φτάνει σε επικίνδυνα σημεία, αφού υπήρξαν επιθέσεις με κατσούνες, κρητικές μαγκούρες δηλαδή, για καταπατήσεις χωραφιών από τα ζώα της μιας και της άλλης οικογένειας. Βλέποντας την κατάσταση να ξεφεύγει, οι γεροντότεροι προχώρησαν σε «σασμό», στήνοντας μια κουμπαριά ανάμεσα στις δύο οικογένειες. Όλα έδειχναν να ηρεμούν μέχρι που πριν από λίγο καιρό δύο μέλη της μιας οικογένειας συνελήφθησαν για ζωοκλοπές και θεώρησαν πως τους «κάρφωσαν» μέλη της αντίπαλης οικογένειας. Η κατάσταση έδειχνε ξανά ανεξέλεγκτη. Μέχρι τη στιγμή που ένας 27χρονος από την οικογένεια Φραγκιαδάκη αγόρασε ένα παλιό σπίτι στη συνοικία της οικογένειας Καργάκη και άρχισε να το αναπαλαιώνει. Οι σχέσεις των δύο οικογενειών ήταν τεταμένες και επιχειρήθηκε εκ νέου σασμός, με την οικογένεια Καργάκη να δηλώνει πως θα αποδεχόταν τη συμφιλίωση μόνο εάν δεν έφτιαχνε το σπίτι ο 27χρονος σήμερα ιδιοκτήτης του. Ο όρος δεν έγινε αποδεκτός, με αποτέλεσμα το βράδυ της Παρασκευής να τοποθετηθεί ισχυρή βόμβα στο υπό ανακαίνιση σπίτι, που υπέστη σοβαρές υλικές ζημιές. Αυτή η βόμβα έβαλε «μπουρλότο» στα θεμέλια ολόκληρου του χωριού.
Την ίδια ώρα, η διαχείριση του θέματος από τις αστυνομικές Αρχές φαίνεται πως δεν μπορούσε να αποτρέψει το μακελειό που ακολούθησε.
«Ελάτε στα Βορίζια, θα μας μπαλοτάρουν», ανέφερε στο τηλεφώνημά της προς τους αστυνομικούς του Τμήματος Μοιρών μια γυναίκα λίγο μετά την έκρηξη της βόμβας στο σπίτι του 27χρονου. Αν και η ενημέρωση ήταν έγκαιρη, μόλις ένα περιπολικό έφτασε στο σημείο, με τις Αρχές να μην αξιολογούν ορθά την κατάσταση. Η διαμάχη των δύο οικογενειών ήταν γνωστή εδώ και χρόνια, όμως αντί να εμφανιστούν ισχυρές δυνάμεις, έφτασαν μόλις λίγοι αστυνομικοί. Το πρωί του Σαββάτου έφτασε στο χωριό και ομάδα πυροτεχνουργών, δίπλα στους οποίους ξεκίνησε η μάχη των δύο οικογενειών.
«Οι σφαίρες σφύριζαν πάνω από τα κεφάλια μας», δήλωσε στους ανωτέρους του αστυνομικός που ήταν παρών στο περιστατικό. Η ανεξέλεγκτη παράνομη οπλοκατοχή, η έλλειψη ελέγχων στα απόμερα χωριά του Ψηλορείτη και η λανθασμένη εκτίμηση των αστυνομικών του τοπικού τμήματος ήταν ορισμένες από τις αιτίες του μακελειού με τους δύο νεκρούς και τους τουλάχιστον τέσσερις τραυματίες.
Απίστευτες σκηνές
«Καθόμουν εδώ έξω στο μπαλκόνι και ξαφνικά ακούω μπαλοθιές. Ένα αμάξι έτρεχε και άκουγα μπαμ, μπαμ, μπαμ συνεχόμενα. Άκουσα φωνές γυναικείες, ξάπλωσαν τη Βαγγελιώ», αναφέρει στην «Απογευματινή» συγγενής της 56χρονης νοσηλεύτριας Ευαγγελίας Φραγκιαδάκη. Ήταν το δεύτερο θύμα της βεντέτας των δύο οικογενειών. Λίγα λεπτά νωρίτερα είχε δολοφονηθεί ο 39χρονος Φανούρης Καργάκης, πατέρας πέντε παιδιών, που σύμφωνα με κάποιους κατοίκους του χωριού πιθανολογείται πως ήταν ο άνθρωπος που έβαλε τη βόμβα στο σπίτι του 27χρονου. Κάτι που μέχρι στιγμής δεν έχει επιβεβαιωθεί από τις έρευνες των αστυνομικών.
«Ήταν στα σπίτια τους ταμπουρωμένοι και πυροβολούσαν ο ένας τον άλλο. Πυροβολούσαν αυτοκίνητα που περνούσαν, όποιον έβλεπαν. Έτρεξα να κρυφτώ μέσα στο σπίτι, φοβήθηκα πως θα πέθαινα», αναφέρει η συγγενής της 56χρονης.
«Σύμφωνα με τα στοιχεία, περίπου 300 κάλυκες συγκεντρώθηκαν από το χωριό, πλέον υπάρχει έντονη παρουσία και συνεχής έρευνα όλων των σπιτιών για στοιχεία και παράνομο οπλισμό», ανέφερε σε δηλώσεις της η εκπρόσωπος τύπου της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντία Δημογλίδου, που μαζί με τον αρχηγό του Σώματος και τον διευθυντή της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος έφτασαν στα Βορίζια για να συντονίσουν τις αστυνομικές ενέργειες. Πάνοπλοι αστυνομικοί της ΕΚΑΜ έμπαιναν στα σπίτια του χωριού αναζητώντας όπλα και στοιχεία, με αποτέλεσμα να συλλάβουν έναν άνδρα για παράνομη κατοχή καραμπίνας.
Από διαφορετικά όπλα
Σύμφωνα με την ιατροδικαστική εξέταση, ο 39χρονος δέχθηκε τέσσερις σφαίρες από δύο διαφορετικά όπλα, ενώ στην τσέπη του βρέθηκε ένα κουτί με σφαίρες. Η 56χρονη, αντιθέτως, έφερε μόλις ένα πισώπλατο διαμπερές τραύμα στον ώμο που έπληξε ζωτικά όργανα. Η άτυχη γυναίκα είχε έρθει στο χωριό για το μνημόσυνο του πατέρα της. Τη στιγμή που δέχθηκε τη σφαίρα, ετοιμαζόταν να φύγει από τα Βορίζια.
Στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου νοσηλεύονται φρουρούμενοι δύο από τους τραυματίες: ο 25χρονος αδελφός του 27χρονου ιδιοκτήτη του σπιτιού που έγινε στόχος βόμβας και ένας 26χρονος φίλος του. Και οι δύο συνελήφθησαν κατηγορούμενοι για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως και απόπειρα ανθρωποκτονίας. Σύμφωνα με ανακοίνωση του Αρχηγείου της ΕΛΑΣ, έχει διαπιστωθεί η εμπλοκή έξι ατόμων, στα οποία περιλαμβάνεται ο 39χρονος θανών και οι δύο τραυματίες, ενώ αναζητούνται τρία ακόμη άτομα, ηλικίας 19, 25 και 29 ετών.
Φωνές εκδίκησης, φυγάδευση παιδιών και τρόμος για το αύριο
Η επόμενη μέρα και οι εξελίξεις που θα επιφέρει το διπλό φονικό στα Βορίζια είναι το μοναδικό μέλημα των λιγοστών πλέον κατοίκων του χωριού που βρίσκεται στους πρόποδες του Ψηλορείτη. Άρον άρον οι κάτοικοι απομάκρυναν για αρχή τα παιδιά τους, ενώ αρκετοί νέοι εγκατέλειψαν το χωριό φοβούμενοι για αντίποινα και ακραία επεισόδια ανάμεσα στα μέλη των δύο οικογενειών.
Οι δύο πλευρές έχασαν από έναν άνθρωπο και ορκίζονται εκδίκηση, δημιουργώντας ένα εξαιρετικά τεταμένο κλίμα. «Οι αστυνομικοί θα παραμείνουν, όσο παραμείνουν, στο χωριό μας. Μετά; Μετά τι θα γίνει;», αναρωτιέται, μιλώντας στην «Απογευματινή», συγγενής της άτυχης Ευαγγελίας Φραγκιαδάκη. Ο φόβος έχει φωλιάσει για τα καλά στους περίπου 600 κατοίκους στα Βορίζια. Ενδεικτικό της κατάστασης είναι ότι σήμερα και αύριο τα σχολεία θα παραμείνουν κλειστά, ενώ σήμερα αναμένεται να πραγματοποιηθεί -εκτός απροόπτου- η κηδεία του 39χρονου Φανούρη Καργάκη. Η σύζυγός του αρνείται να δεχθεί πως ο άνδρας της έπεσε νεκρός από σφαίρες της αντίπαλης οικογένειας και όλο το βράδυ του Σαββάτου φώναζε ότι «θα πάρω εκδίκηση». Η φωνή της ακουγόταν σε ολόκληρο το χωριό, δημιουργώντας ένα ρίγος σε όσους την άκουγαν.

Η μία οικογένεια κατηγορεί την άλλη για την απώλεια του ανθρώπου της. Οι πρώτες σκέψεις για έναν σασμό ξεχάστηκαν εν ριπή οφθαλμού. Δεν υπάρχει κανένα κοινά αποδεκτό πρόσωπο που να μπορεί να συμφιλιώσει τις δύο πλευρές. Πέραν τούτου, καμία από τις δύο οικογένειες δεν σκέφτεται καν το ενδεχόμενο να μονιάσει με τους δολοφόνους της. Συνεπώς προς το παρόν το βάρος ρίχνεται στην πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης και της σύλληψης όλων όσοι συμμετείχαν στην ανταλλαγή πυροβολισμών. Μέχρι και χθες το βράδυ για να προσέγγιζε κάποιος το χωριό θα έπρεπε να έμενε σε αυτό. Δεν επιτράπηκε η είσοδος σε κανέναν ξένο, μακρινό συγγενή ή ακόμα και δημοσιογράφο.

Τα Βορίζια θυμίζουν χωριό-φάντασμα. Ελάχιστοι κυκλοφορούσαν χθες, κυρίως ηλικιωμένοι. Οι γονείς ανησυχούν για τα παιδιά τους και, σύμφωνα με μαρτυρίες, τα ίδια τα παιδιά δεν θέλουν να πάνε στο σχολείο. Η υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, Σοφία Ζαχαράκη, ανακοίνωσε χθες την αποστολή ειδικής ομάδας παιδοψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών, αμέσως μετά την ολοκλήρωση των αστυνομικών ερευνών, προκειμένου να έρθουν σε επαφή με μαθητές και γονείς. «Οι άνθρωποι αυτοί έχουν υποστεί σημαντική ψυχολογική πίεση και χρειάζονται βοήθεια», τόνιζαν στελέχη του υπουργείου Παιδείας, που ευελπιστούν ότι μέσα στις επόμενες ημέρες το κλιμάκιο των ειδικών θα καταφέρει να ξεκινήσει το έργο του στο πολύπαθο χωριό.
Το ζήτημα είναι αν η κόντρα των δύο οικογενειών θα συνεχιστεί ή θα καταλάβουν ότι δεν πρέπει να χαθούν άλλες ανθρώπινες ζωές στον βωμό του μίσους και της βεντέτας.

Η ατίμωση μιας κοπέλας, οι 140 νεκροί και ο σασμός με την ορκωμοσία Σαρτζετάκη
Μία άνευ προηγουμένου βεντέτα, που διήρκεσε 15 ολόκληρα χρόνια και κόστισε τη ζωή 140 ανθρώπων, ξεκίνησε το 1941 από δύο μεγάλες οικογένειες των Χανίων, τους Σαρτζετάκηδες και τους Πενταράκηδες. Ο κύκλος αίματος, που παρουσιάστηκε πίσω από την τηλεοπτική σειρά «Σασμός» και που πιθανόν άνοιξε με αφορμή την ατίμωση μιας κοπέλας, έκλεισε και τυπικά το 1985 με την εκλογή του Χρήστου Σαρτζετάκη στο αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Η φοβερή βεντέτα εξακολούθησε και μεταπολεμικά, με τις δολοφονίες να είναι συνεχείς, αλλά η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι έπεσε στις 28 Μαρτίου 1948, όταν ο 14χρονος Ανδρέας Πεντάρης δολοφονήθηκε εν ψυχρώ από τον χωροφύλακα Λευτέρη Σαρτζετάκη, που πήρε εκδίκηση για τη δολοφονία του αδελφού του. Τα πράγματα χειροτέρεψαν, με έναν μαθητή γυμνασίου, τον Βαγγέλη Πεντάρη, να κλείνει τον κύκλο του αίματος σκοτώνοντας έναν διαπρεπή εκπρόσωπο της οικογένειας Σαρτζετάκη, ως εκδίκηση για τον φόνο του αδελφού του, Σταμάτη. Δικάστηκε αλλά αθωώθηκε λόγω του νεαρού της ηλικίας του.
Η βεντέτα έκλεισε και τυπικά το 1985, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν πρότεινε για Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Κωνσταντίνο Καραμανλή αλλά τον Χρήστο Σαρτζετάκη. Ο τελευταίος, που είχε συγγένεια με τους Σαρτζέτηδες, χρειαζόταν 200 ψήφους για να εκλεγεί, αλλά στην πρώτη ψηφοφορία της Βουλής δεν συγκέντρωσε τον απαραίτητο αριθμό, με τον Παπανδρέου να αναζητά τους δύο βουλευτές που ψήφισαν «λευκό». Βουλευτής του ΠΑΣΟΚ εκείνη την περίοδο ήταν ο Βαγγέλης Πεντάρης, ο οποίος ξεκαθάρισε ότι δεν ήταν εκείνος που ψήφισε «λευκό». Τελικά ο Χρήστος Σαρτζετάκης εκλέχθηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην τρίτη ψηφοφορία, εκεί όπου χρειαζόταν 180 ψήφους. Η τελευταία ψήφος προήλθε από την οικογένεια Πενταράκη, με τον Βαγγέλη Πενταράκη να ψηφίζει έναν Σαρτζετάκη για πρόεδρο της Δημοκρατίας, βάζοντας τυπικά έτσι ένα τέλος στην κόντρα των δύο οικογενειών.
Η έναρξη της βεντέτας το 1955 που αιματοκύλισε τα Βορίζια

Δεν είναι η πρώτη φορά που τα Βορίζια πρωταγωνιστούν σε αιματοκύλισμα λόγω βεντέτας, αφού και πριν από 70 χρόνια το χωριό είχε συγκλονιστεί από μακελειό με έξι νεκρούς και 14 τραυματίες. Μάλιστα, κατά διαβολική σύμπτωση, τότε είχε πρωταγωνιστήσει πρόγονος της μίας εκ των δύο οικογενειών της τωρινής βεντέτας, ενώ μεταξύ των τραυματιών υπήρχαν και δύο μέλη από την οικογένεια Καργάκη.
Το περιστατικό είχε γίνει στις 27 Αυγούστου 1955, τη μέρα που γιορτάζεται ο Άγιος Φανούριος, προστάτης του χωριού. Τότε έξω από ένα καφενείο καθόταν μία παρέα, μεταξύ των οποίων ο 38χρονος κτηνοτρόφος και δασοφύλακας Γιάννης Φραγκιαδάκης. Ξαφνικά, δέχθηκε πισώπλατη μαχαιριά από τον 31χρονο καφετζή και χασάπη Μανούσο Βεϊσάκη. Για την αιτία που προκάλεσε τον πρώτο φόνο της βεντέτας υπάρχουν διάφορες εκδοχές, όπως ένας παλιότερος τσακωμός ανάμεσα στους δύο άνδρες για κάποια… καυσόξυλα ή ότι το θύμα έλεγε στους χωριανούς να μην πηγαίνουν στο καφενείο του 31χρονου αλλά στου Παπαδάκη, όπου βρισκόταν και αυτός.
Στα επόμενα κιόλας λεπτά ξεκίνησε μία βεντέτα που έβαψε το χωριό με αίμα. Πρώτος έπεσε νεκρός με μία σφαίρα στην κοιλιά ο 18χρονος πρώτος ξάδελφος και συνονόματος του 31χρονου καφετζή, όταν βγήκε στο μπαλκόνι του σπιτιού του, θέλοντας να μάθει από πού προέρχονταν οι φωνές. Θύτης θεωρήθηκε ο 28χρονος ανιψιός του θύματος. Αμέσως ακολούθησε τρίτο έγκλημα με θύμα τον Μιχάλη Λεονταράκη που βρέθηκε νεκρός σε δρόμο του χωριού έχοντας πυροβοληθεί. Για το έγκλημα κατηγορήθηκε ένας 54χρονος κτηνοτρόφος, συγγενής του 31χρονου δράστη του πρώτου φονικού (το δικαστήριο τον αθώωσε, γιατί δεν αποδείχθηκε η ενοχή του).
Εκείνο το αυγουστιάτικο βράδυ δολοφονήθηκαν ακόμα τρεις Βοριζιανοί από χειροβομβίδα που πέταξε ο Θεοχάρης Λεονταράκης, συγγενής του τρίτου θύματος, στην αυλή του σπιτιού του πρώτου νεκρού. Εκείνη την ώρα βρίσκονταν δεκάδες συγγενείς και φίλοι του νεκρού με συνέπεια να σκοτωθούν ένας άνδρας και δύο γυναίκες, ενώ τραυματίστηκαν 14 άτομα (και δύο μέλη της οικογένειας Καργάκη), πολλά εκ των οποίων ακρωτηριάστηκαν.
Εφημερίδα Απογευματινή Γιώργος Σόμπολος- Εύα Παπαδάτου










