Η πιο μορφωμένη και τεχνολογικά καταρτισμένη, αλλά ταυτόχρονα η πιο… κακοπληρωμένη γενιά, εξαρτημένη οικονομικά από τους γονείς και «φιλοξενούμενη» στην πατρική εστία, είναι οι νέοι της σημερινής εποχής, η αποκαλούμενη Generation Z. Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Ερευνών της ΓΣΕΕ που αφορά εργαζόμενους νέους ηλικίας έως 29 ετών, η δημιουργία οικογένειας πριν από την ηλικία των 30 και, είναι ανέφικτη για τη σημερινή νεολαία.
Με χαρτζιλίκι
Η αυτονομία της Generation Z είναι εξαιρετικά περιορισμένη, καθώς μόλις το 20% των νέων εργαζόμενων ζει μόνο του. Το 45% εξακολουθεί να ζει με την οικογένειά του (το ποσοστό γι’ αυτούς που εργάζονται με μερική απασχόληση ανεβαίνει στο 65%) και το 30% με φίλο ή σύντροφο. Μόλις το 30% συμβάλλει οικονομικά στο ενοίκιο ή στα έξοδα στέγασης, αφού το 70% δηλώνει ότι τα εισοδήματά του δεν επαρκούν για τις βασικές μηνιαίες ανάγκες και το 62% ακόμη «χαρτζιλικώνεται» από τους γονείς για να συμπληρώσει τα απαιτούμενα χρήματα. Στο πανεπιστήμιο διέπρεψαν, όμως στην αγορά εργασίας κλήθηκαν να αναπτύξουν δεξιότητες και… αντοχές που δεν έχουν διδαχθεί. Το 38% των εργαζόμενων έως 29 ετών δηλώνει ότι η εργασία του δεν σχετίζεται με τις σπουδές ή την κατάρτισή του, ενώ το 49% αναγνωρίζει ότι η εκπαίδευσή του δεν τους προετοίμασε επαρκώς για την αγορά εργασίας.
Άπιαστο όνειρο η αυτονομία και η δημιουργία οικογένειας για τη «γενιά Ζ» (έως 29 ετών)
Δεν επαρκεί ο μισθός, δεν τους προετοίμασε η εκπαίδευση για επαγγελματική σταδιοδρομία
Όμως ελπίζουν: Το 86% δηλώνει ισχυρή διάθεση για συνεχιζόμενη μάθηση. Σε αυτό τους έχει βοηθήσει η εξοικείωση με την τεχνολογία, ένας τομέας ο οποίος διαρκώς εξελίσσεται και τους προκαλεί να εξελιχθούν μαζί του: Το 65% δηλώνει ότι αισθάνεται μεγάλη επάρκεια σε ό,τι αφορά τις αναγκαίες ψηφιακές δεξιότητες για την εργασία του. Άλλωστε, το 73% δηλώνει ότι αισθάνεται αρκετά έως πολύ άνετα να χρησιμοποιεί εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης στην εργασία. Ταυτόχρονα, στην επιθυμία τους να απολαμβάνουν περισσότερο χρόνο, δείχνουν να κατανοούν ότι η τεχνολογία μπορεί να τους βοηθήσει σε αυτήν την κατεύθυνση: σε ποσοστό 59% συνυπολογίζουν, για την επιλογή δουλειάς ή εργοδότη, τη δυνατότητα τηλεργασίας ή ευέλικτου ωραρίου.
Άλλωστε, η καθημερινή τους ενασχόληση με το επαγγελματικό τους αντικείμενο, όπως είναι παραδοσιακά διαμορφωμένη, φαίνεται πως τους πιέζει και ήδη τους έχει οδηγήσει σε… burnout: Το 62% δηλώνει ότι η εργασία επηρεάζει αρνητικά την προσωπική του ζωή. Το 60% δηλώνει ότι βιώνει εξουθένωση στην εργασία του, ενώ το 46% αισθάνεται ότι η δουλειά του επιβαρύνει την υγεία ή τον ύπνο του. Η συνολική ικανοποίηση από την εργασία περιορίζεται στο 35%, ενώ άγχος-στρες δηλώνει ότι αντιμετωπίζει το 53%.
Ψυχική υγεία
Γι’ αυτό δείχνουν να αλλάζουν προτεραιότητες σε σχέση με τους γονείς και τους παππούδες τους, που επέλεγαν το εργασιακό περιβάλλον ανάλογα με το ύψος της αμοιβής. Η ψυχική υγεία προηγείται της οικονομικής ασφάλειας για το 70%, ενώ για το 73% η εργασία οφείλει να έχει νόημα και πέρα από την αμοιβή. Ένα 47% θεωρεί την εργασία πηγή ταυτότητας και αυτοεκτίμησης, ενώ το 44% θα ήταν πρόθυμο να αλλάξει δουλειά, εφόσον αυτή δεν θα τον εξέφραζε, ακόμη και αν αυτό σήμαινε την απώλεια εισοδήματος.
Οι αξίες που δεν παραμένουν το ίδιο ισχυρές, είναι εκείνες των πατεράδων τους, που στην πλειονότητά τους υπήρξαν συνδικαλιστικά ενεργοί: Μόλις το 30% των εργαζόμενων σήμερα δηλώνει ότι υπάρχει ενεργό σωματείο ή συνδικαλιστική εκπροσώπηση στον χώρο εργασίας, ενώ ούτε τέσσερις στους δέκα (36%) έχει συμμετάσχει σε απεργία ή άλλη συλλογική κινητοποίηση. Αυτό φαίνεται πως δεν αποδίδεται σε έλλειψη ενδιαφέροντος, αλλά σε κρίση εμπιστοσύνης: Το 67% δηλώνει ότι θα συμμετείχε σε απεργία, αν θεωρούσε δίκαιο το αίτημα, ενώ ένα ίδιο υψηλό ποσοστό θεωρεί ότι η συλλογική δράση μπορεί να βελτιώσει τις συνθήκες εργασίας. Άλλωστε, είναι ενθαρρυντικό ότι το 60% δηλώνει ότι γνωρίζει τα εργασιακά του δικαιώματα.
Εφημερίδα Απογευματινή








