Μία ιδιαίτερα θετική επίδοση καταγράφει η χώρα μας στο θέμα της εκπαίδευσης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού μόλις το 2,2% των ελληνόπουλων εγκαταλείπει τα θρανία. Το ποσοστό αυτό κατατάσσει τη χώρα μας στις τελευταίες θέσεις του σχετικού πίνακα των χωρών της ΕΕ, σύμφωνα με τη Eurostat, αφού το φαινόμενο εκεί παραμένει έντονο, με το 14% των νέων ηλικίας 15-34 ετών να έχουν διακόψει τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους την επίσημη εκπαίδευση ή κατάρτισή τους.
Ανά χώρα
Βάσει των στοιχείων που συλλέχθηκαν το 2024, τα υψηλότερα ποσοστά εγκατάλειψης σχολείου / σπουδών καταγράφηκαν στις βόρειες και βορειοδυτικές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την Ολλανδία να βρίσκεται στην πρώτη θέση (32,2%), ακολουθούμενη από τη Δανία (27,1%), το Λουξεμβούργο (24,8%) και την Εσθονία (24,4%). Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά σημειώθηκαν στη Ρουμανία (1,5%), την Ελλάδα (2,2%) και τη Βουλγαρία (3,5%), γεγονός που κατατάσσει τις χώρες αυτές στις πλέον σταθερές ως προς τη σχολική και ακαδημαϊκή διαρροή.
Σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης (χαμηλή, μεσαία και υψηλή) ο συχνότερος λόγος διακοπής ενός εκπαιδευτικού προγράμματος ήταν ότι αυτό δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες των συμμετεχόντων ή θεωρήθηκε υπερβολικά δύσκολο. Το ποσοστό αυτό ανήλθε στο 42,6% όσων εγκατέλειψαν την εκπαίδευση, ενώ ακολούθησαν οικογενειακοί ή προσωπικοί λόγοι με 18,5% και η προτίμηση για εργασία με 13,8%, ενώ μόλις το 5,3% ανέφερε οικονομικούς λόγους ως βασική αιτία διακοπής.
Κατώτερα των προσδοκιών
Τέλος, τα αίτια που σχετίζονται άμεσα με το ίδιο το εκπαιδευτικό πρόγραμμα διαφοροποιούνται αισθητά ανάλογα με το επίπεδο σπουδών. Αντιπροσώπευαν το 28,7% των διακοπών στη χαμηλή εκπαίδευση, το 35,9% στη μεσαία και έφταναν στο ιδιαίτερα υψηλό 50,2% στην ανώτατη εκπαίδευση, υποδεικνύοντας αυξημένες απαιτήσεις ή αστοχία προσδοκιών σε πανεπιστημιακό επίπεδο.
Αντίθετα, λόγοι που σχετίζονται με ασθένεια ή αναπηρία εμφανίζονται συχνότερα στα χαμηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης, με ποσοστό 11,1%, σε σύγκριση με 9,8% στη μεσαία και 5,6% στην υψηλή βαθμίδα. Ανάλογη τάση καταγράφεται και για τους οικογενειακούς ή προσωπικούς λόγους, οι οποίοι μειώνονται όσο αυξάνεται το μορφωτικό επίπεδο, από 24,6% στη χαμηλή εκπαίδευση σε 21,8% στη μεσαία και 15% στην υψηλή.
Εφημερίδα Απογευματινή










