Η εκεχειρία Ισραήλ – Ιράν έκλεισε ένα κεφάλαιο της στρατιωτικής σύγκρουσης. Ανοίγει ωστόσο ένα άλλο κεφάλαιο, αυτό της αποτίµησης της πολεµικής αναµέτρησης και των προβλέψεων που άπτονται της επόµενης ηµέρας για τους άµεσα εµπλεκόµενους παίκτες και για την περιοχή ευρύτερα. Είναι πρόδηλο ότι το Ισραήλ εφάρµοσε έναντι του Ιράν το αµυντικό του δόγµα που προβλέπει τη διατήρηση του ποιοτικού του πλεονεκτήµατος µέσω της διαρκούς ετοιµότητας και της αποτροπής προς αντιµετώπιση χωρών που συνιστούν απειλή για το ίδιο, αλλά δεν διαθέτουν κοινά σύνορα.
Επέλεξε να επιφέρει επιχειρησιακά χειρουργικά πλήγµατα σε ιρανικές πυρηνικές και στρατιωτικές εγκαταστάσεις αντί της διεξαγωγής πολέµου στον κυβερνοχώρο, όπως είχε πράξει στο παρελθόν, προκειµένου να εξασφαλίσει ότι το ιρανικό πυρηνικό πρόγραµµα θα καθυστερήσει για δεκαετίες. Υπενθυµίζεται ότι το 2010 το Ισραήλ εξαπέλυσε επίθεση στον κυβερνοχώρο µε τον ιό Stuxnet, ο οποίος αναπτύχθηκε από κοινού µε τις ΗΠΑ, και διεισέδυσε στους υπολογιστές που ήλεγχαν τις πυρηνικές εγκαταστάσεις στην πόλη Νατάνζ, καθυστερώντας σηµαντικά το ιρανικό πυρηνικό πρόγραµµα. H επιλογή των χειρουργικών πληγµάτων προκρίθηκε από το Ισραήλ αποκλείοντας την πυραυλική ανταπάντηση, ακόµη και όταν το Ιράν εξαπέλυσε βαλλιστικές επιθέσεις εναντίον ισραηλινών πόλεων. Ως γνωστόν, το Ισραήλ διαθέτει προηγµένες βαλλιστικές δυνατότητες, καθώς είναι εξοπλισµένο µε τους πυραύλους Ιεριχώ µέγιστης εµβέλειας που φθάνει τα 4.800 χιλιόµετρα, που µπορούν να πλήξουν το Ιράν.
Τα χειρουργικά στρατιωτικά πλήγµατα σε βάρος του Ιράν προκρίθηκαν από το Ισραήλ προκειµένου να επιτευχθεί ο διττός στόχος, αφ’ ενός της καθυστέρησης, ακόµη και της διάλυσης, του πυρηνικού προγράµµατος και αφ’ ετέρου της αποδυνάµωσης του «άξονα της αντίστασης» (axis of resistance), ενός ευρύτατου δικτύου ένοπλων οργανώσεων που υποστηρίζονται από την Τεχεράνη και δραστηριοποιούνται σε χώρες της Μέσης Ανατολής. Με απλά λόγια, το Ισραήλ επέλεξε να χτυπήσει τον εγκέφαλο του «άξονα της αντίστασης», αφού προηγουµένως είχε πετύχει τους εξής στρατηγικούς στόχους έναντι του Ιράν:
Πρώτον, αποκοπή της επιρροής του Ιράν στις ακτές της Ανατολικής Μεσογείου που χρησιµοποιούσε ως βάση τον γειτονικό Λίβανο. ∆εύτερον, εκδίωξη της ιρανικής στρατιωτικής παρουσίας στη Συρία πέριξ των συνόρων µε το Ισραήλ. Και, τρίτον, δραστικός περιορισµός της ιρανικής υλικής και οικονοµικής στήριξης του στρατιωτικού σκέλους της σιιτικής οργάνωσης «Χεσµπολάχ». Στο ίδιο στρατηγικό µήκος κινήθηκαν και οι ΗΠΑ επιλέγοντας την περιορισµένη στρατιωτική εµπλοκή µε την περίφηµη επιχείρηση «Σφυρί του Μεσονυχτίου» (Midnight Hammer), στοχεύοντας στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις σε Φορντό, Νατάνζ και Ισφαχάν για την υποστήριξη των ισραηλινών επιχειρήσεων, επιβεβαιώνοντας τη στρατηγική συνεργασία ΗΠΑ – Ισραήλ.
Η αµερικανική στρατιωτική επιχείρηση ήρθε µόλις δύο ηµέρες µετά την παύση των συνοµιλιών της Γενεύης ανάµεσα στον Ιρανό ΥΠ.ΕΞ. και τους Ευρωπαίους οµολόγους του και ήταν µικρής διάρκειας, λόγω, µεταξύ άλλων, των πιέσεων που δέχθηκε ο Αµερικανός πρόεδρος Τραµπ από εκπροσώπους του κινήµατος MAGA, που αντιδρούν σε οποιαδήποτε πολεµική παρουσία των ΗΠΑ στο εξωτερικό. Στόχος των ΗΠΑ συνιστά η επιστροφή της Τεχεράνης στο τραπέζι των διαπραγµατεύσεων, οι οποίες δύναται να οδηγήσουν σε µια ολοκληρωµένη ειρηνευτική συµφωνία, όπως εξέφρασε ο απεσταλµένος του Λευκού Οίκου, Στιβ Γουίτκοφ. Επί της ουσίας, Ιράν και ΗΠΑ φαίνεται να προτάσσουν τη διαπραγµάτευση έχοντας περάσει από το στάδιο της πολεµικής και διπλωµατικής κλιµάκωσης προς την αποκλιµάκωση. Οι προσδοκίες ως προς τον ρυθµό και το εύρος των συνοµιλιών ποικίλλουν, µε χώρες της περιοχής, όπως η Σαουδική Αραβία, να επιδιώκουν άµεσο ρόλο στη διαπραγµάτευση µιας συνολικής συµφωνίας για την περιφερειακή ασφάλεια. Σε αντιδιαστολή, το Ιράν επιδιώκει µια διµερή διαδικασία «βήµα προς βήµα» µε τις ΗΠΑ, που θα ξεκινά µε µέτρα οικοδόµησης εµπιστοσύνης για την αντιµετώπιση αποκλειστικά πυρηνικών ζητηµάτων.
Το Ιράν φαίνεται επίσης έτοιµο να επιταχύνει τη µετατόπιση της στρατηγικής του από τον «άξονα της αντίστασης» σε αυτή της «εθνικής αντίστασης», συστατικά στοιχεία της οποίας αποτελούν η ανάπτυξη και η αποθήκευση συµβατικών όπλων εντός των συνόρων του, τα οποία θα πρέπει να είναι επαρκή για την ενίσχυση της ιρανικής αποτροπής, χωρίς να απαιτείται η ανάπτυξη πυρηνικών όπλων. Ο διάλογος για την περιφερειακή ασφάλεια αποτελεί ζητούµενο των χωρών που γειτνιάζουν µε το Ιράν, δίνοντας έµφαση στην πυρηνική διπλωµατία. Επιδίωξη των χωρών της περιοχής συνιστά η υπογραφή µιας ολοκληρωµένης συµφωνίας ανάµεσα σε ΗΠΑ και Ιράν, η οποία θα φέρει στον πυρήνα την ανάπτυξη µη στρατιωτικού πυρηνικού προγράµµατος.
Προφανώς, η όποια νέα συµφωνία δεν µπορεί να αποτελεί αντίγραφο του Κοινού Ολοκληρωµένου Σχεδίου ∆ράσης (JCPOA), από το οποίο αποχώρησαν οι ΗΠΑ επί της πρώτης διακυβέρνησης Τραµπ. Και τούτο διότι το JCPOA περιελάµβανε ρήτρες λήξης, έπειτα από δέκα χρόνια, των άρθρων που προέβλεπαν τακτικούς ελέγχους στο ιρανικό πυρηνικό πρόγραµµα στην περίπτωση που η Τεχεράνη είχε συµµορφωθεί µε το σύνολο των υποχρεώσεών της, βάσει της συµφωνίας. Η εν λόγω πρόβλεψη άνοιγε την πύλη για τη µετεξέλιξη του πολιτικού πυρηνικού προγράµµατος του Ιράν σε στρατιωτικό. Βεβαίως, η αποχώρηση των ΗΠΑ από το JCPOA οδήγησε στην περαιτέρω αποµάκρυνση του Ιράν από τη ∆ύση και την αναζήτηση στενότερων σχέσεων µε τη Ρωσία και την Κίνα.
Η προσέγγιση µε Ρωσία και Κίνα, ωστόσο, δεν απέφερε τα προσδοκώµενα οικονοµικά οφέλη. Επτά χρόνια πληθωρισµού άνω του 30% έχουν αποδυναµώσει τη µεσαία τάξη και έχουν αυξήσει τη φτώχεια στο Ιράν. Είναι πρόδηλο ότι η σταθερότητα του ιρανικού καθεστώτος συναρτάται από τη βελτίωση της οικονοµικής κατάστασης και την προσέγγιση µε τη ∆ύση. Υπό τα δεδοµένα, η επιδίωξη µιας πυρηνικής συµφωνίας µε βελτιωµένους όρους, ως µέρος µιας ευρύτερης συµφωνίας που θα περιλαµβάνει -µεταξύ άλλων- τον µηδενικό εµπλουτισµό ουρανίου, τη διεθνή εποπτεία στο ιρανικό πρόγραµµα βαλλιστικών πυραύλων και την απελευθέρωση ξένων υπηκόων που κρατούνται σε ιρανικές φυλακές, αποτελεί µονόδροµο για τις εµπλεκόµενες στην πρόσφατη στρατιωτική αναµέτρηση χώρες. Μία συνολική συµφωνία αφ’ ενός θα κατοχυρώσει τις επιχειρησιακές επιτυχίες των Ισραήλ και ΗΠΑ και αφ’ ετέρου θα επιτρέψει την επαναπροσέγγιση του Ιράν µε τη ∆ύση. Σε διαφορετική περίπτωση, η επανάληψη στο µέλλον της στρατιωτικής επιλογής έναντι του Ιράν δεν µπορεί να αποκλειστεί.
Αντωνία Δήμου / Κυριακάτικη Απογευματινή