Μετά την ήττα στις προεδρικές εκλογές πριν από ένα χρόνο και την έντονη περίοδο ενδοσκόπησης, οι ∆ηµοκρατικοί «χαµογελούν» ξανά. Και ο κυριότερος και σίγουρα πιο προβεβληµένος λόγος είναι ο «εφιάλτης του Ντόναλντ Τραµπ», όπως τον χαρακτηρίζουν κατά καιρούς, Ζόχραν Μαµντάνι. Ο 34χρονος… «κοµµουνιστής», κατά τους πολιτικούς του αντιπάλους, Μαµντάνι είναι ο πρώτος µουσουλµάνος, Νοτιοασιάτης δήµαρχος της Νέας Υόρκης και ο νεότερος που εκλέγεται στο αξίωµα από το 1892. Πριν εκλεγεί, υπηρετούσε ως βουλευτής της Πολιτείας (Assemblyman) από το Κουίνς, θέση στην οποία εξελέγη το 2021.
Γεννηµένος στην Ουγκάντα, ο Μαµντάνι µετακόµισε στη Νέα Υόρκη µε την οικογένειά του σε ηλικία 7 ετών. Φοίτησε στο Bronx High School of Science και αργότερα απέκτησε πτυχίο στις Αφρικανικές Σπουδές από το Bowdoin College, όπου συνίδρυσε το παράρτηµα του Students for Justice in Palestine (Φοιτητές για τη ∆ικαιοσύνη στην Παλαιστίνη) στο Πανεπιστήµιο.
Ο προοδευτικός της γενιάς των millennials έχει βασιστεί στις ρίζες του σε µια πολυπολιτισµική πόλη. Εχει επίσης κάνει τη µουσουλµανική πίστη του ένα ορατό µέρος της εκστρατείας του. Επισκέπτεται τακτικά τζαµιά και κυκλοφόρησε ένα βίντεο εκστρατείας στα ουρντού σχετικά µε την κρίση του κόστους ζωής στην πόλη.
«Γνωρίζουµε ότι το να στέκεσαι δηµόσια ως µουσουλµάνος σηµαίνει επίσης να θυσιάζεις την ασφάλεια που µερικές φορές µπορούµε να βρούµε στις σκιές», είπε σε µια συγκέντρωση την άνοιξη. Παράλληλα, έχει προκαλέσει συζητήσεις η στάση του για το Μεσανατολικό, καθώς έχει κατηγορήσει το Ισραήλ για «γενοκτονία» στη Γάζα και έχει ταχθεί υπέρ της δηµιουργίας ενός ελεύθερου παλαιστινιακού κράτους.
Ακτιβισµός και συσπείρωση
Πριν ξεκινήσει την πολιτική καριέρα, ο Μαµντάνι είχε εργαστεί ως σύµβουλος στέγασης για οικογένειες χαµηλού εισοδήµατος, κυρίως νοτιοασιατικής καταγωγής, και είχε συµµετάσχει ενεργά σε προοδευτικές καµπάνιες και κινήµατα ακτιβισµού. Ας µη λησµονεί κανείς πως ο Μαµντάνι, που ανήκει στους ∆ηµοκρατικούς Σοσιαλιστές της Αµερικής (DSA), αγωνίστηκε µαζί µε το συνδικάτο New York Taxi Workers Alliance για την ελάφρυνση του χρέους των οδηγών από τα υπέρογκα ποσά που είχαν πληρώσει για τις µεταβιβάσιµες άδειες που επιτρέπουν στα ταξί να λειτουργούν.
Ο νέος δήµαρχος της «πόλης που ποτέ δεν κοιµάται» συνελήφθη και κατηγορήθηκε για καθιστική διαµαρτυρία στη λεωφόρο Μπρόντγουεϊ. Επίσης, έκανε απεργία πείνας µε µερικούς από τους οδηγούς ταξί για δύο εβδοµάδες. Οι οδηγοί ταξί αποτέλεσαν και µία από τις οµάδες που τον στήριξαν µαζικά στην «κούρσα» όπου έκοψε πρώτος το νήµα.
Η καµπάνια του στάθηκε κατά βάση σε δύο άξονες: τις προτάσεις για την αντιµετώπιση της ακρίβειας και του κόστους στέγασης (µε «ριζοσπαστικές» προτάσεις, όπως πάγωµα ενοικίων σε µεγάλο µέρος του στεγαστικού αποθέµατος, δωρεάν παιδική φροντίδα και δηµόσια λεωφορεία, καθώς και αύξηση του κατώτατου ωροµισθίου στα 30 δολάρια) σε συνδυασµό µε την προσέγγιση σε νεότερες γενιές. Ετσι, στηριζόµενος και στους 90.000 εθελοντές, δόµησε ένα «φρέσκο» προφίλ, µε ιδιαίτερη έµφαση στα social media, ενώ σίγουρα δεν του βγήκε σε κακό ακόµα και το ότι για ένα διάστηµα ήταν ράπερ.
Μπορεί, µάλιστα, η ατζέντα του να θορύβησε τους πιο εύπορους Νεοϋορκέζους και κυρίως τους επιχειρηµατικούς κύκλους του Μανχάταν, που διοχέτευσαν δεκάδες εκατοµµύρια δολάρια σε πολιτική επιτροπή υπέρ του αντιπάλου του (προερχόµενου εκ των ∆ηµοκρατικών), Αντριου Κουόµο, ωστόσο η εν λόγω αντισταθµίστηκε από τη συµµετοχή-ρεκόρ ψηφοφόρων.
Περισσότεροι από 2 εκατοµµύρια Νεοϋορκέζοι ψήφισαν. Ο αριθµός αυτός ήταν σχεδόν διπλάσιος από τους 1.100.000 ανθρώπους που ψήφισαν για δήµαρχο πριν από τέσσερα χρόνια. Σε ορισµένες περιοχές του Μπρούκλιν, του Κουίνς και του Μανχάταν η συµµετοχή προσέγγισε τα επίπεδα των προεδρικών εκλογών. Ο Μαµντάνι ήταν ο κινητήριος µοχλός αυτής της αύξησης. Ηταν ο πρώτος υποψήφιος µετά τον Τζον Β. Λίντσεϊ το 1969, που κέρδισε πάνω από 1 εκατοµµύριο ψήφους στις εν λόγω εκλογές.
Ο Μαµντάνι, µάλιστα, κέρδισε «κόντρα» και στο ίδιο του το κόµµα: ο πρώτος πλέον πολίτης της Νέας Υόρκης δεν είχε τη στήριξη του «κατεστηµένου» του κόµµατος σε µεγάλο βαθµό, µε εξαίρεση την αριστερή πτέρυγα και ιδίως τη βουλευτή Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ και τον ανεξάρτητο, αλλά κατά κανόνα συντασσόµενο µε τους ∆ηµοκρατικούς, Μπέρνι Σάντερς.
Σήκωσε το γάντι
Οι µάχες στη Νέα Υόρκη αναµένονται µε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, µε τον Μαµντάνι να αντιµετωπίζει την πρόκληση «Τραµπ», αλλά και την ενδεχοµένως όχι απολύτως συνεργάσιµη για την προώθηση της ατζέντας του Κάθι Χότσουλ, κυβερνήτη της Νέας Υόρκης, που ήδη αντιτίθεται στην αύξηση της φορολογίας για τους πλούσιους, µε την οποία ο Μαµντάνι θα µπορούσε (βάσει των όσων έχει εξαγγείλει) να χρηµατοδοτήσει το πρόγραµµά του.
Σε ό,τι αφορά τον Τραµπ, είχε απειλήσει προεκλογικά τη Νέα Υόρκη µε περιστολή κονδυλίων, εφόσον ο Μαµντάνι εκλεγόταν, ενώ έχει προειδοποιήσει πως µπορεί να προχωρήσει και στην ανάπτυξη της Εθνοφρουράς.
Από την πλευρά του, ο νέος δήµαρχος επέλεξε να «σηκώσει» το «γάντι». Ετσι, στην επινίκια οµιλία του έστειλε µήνυµα στον Αµερικανό πρόεδρο, αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Ντόναλντ Τραµπ, αφού ξέρω ότι παρακολουθείς, έχω τρεις λέξεις για σένα: Ανέβασε την ένταση!». Σε άλλο, δε, σηµείο είπε: «Αν υπάρχει κάποια πόλη που µπορεί να δείξει σε µια χώρα πώς να σταµατήσει τον Ντόναλντ Τραµπ, αυτή είναι η πόλη που τον ανέδειξε», κάτι που καθιστά απολύτως σαφές πως το πολιτικό θερµόµετρο θα παραµείνει στα ύψη στην Αµερική και το επόµενο χρονικό διάστηµα.
Εφημερίδα «Κυριακάτικη Απογευματινή»









