Οι τρείς φύλακες της Μεσογείου για ενέργεια, ασφάλεια και IMEC

Απομονωμένη η Άγκυρα - Τουρκικά media μιλούν για «συμμαχία του κακού» και τρέμουν την «Ασπίδα του Αχιλλέα»
09:06 - 24 Δεκεμβρίου 2025
ΝΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΝΕΤΑΝΙΑΧΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ

Σε μια γεωπολιτική συγκυρία αρκετά εύθραυστη και σε φάση ολικής αναδιάταξης, όπου περιφερειακές δυνάμεις αναζητούν ρόλους ισχύος, η τριμερής Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ εξελίσσεται ανοιχτά πλέον σε στρατηγική συμμαχία υψίστης σημασίας με κοινό παρονομαστή την άμυνα και την ενέργεια. Και με την Ελλάδα στην πρώτη γραμμή αυτών των σχημάτων σε ρόλο διαμεσολαβητή και αξιόπιστου συνομιλητή, κάτι που επισήμανε ανώτατη κυβερνητική πηγή, θέλοντας παράλληλα να καθησυχάσει τους τουρκικούς φόβους μετά και το αυστηρό μήνυμα που έστειλε ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου στην Άγκυρα.

Η ελληνική πλευρά προτάσσει τρία βασικά σημεία όπως αυτά προκύπτουν μετά την τριμερή της Ιερουσαλήμ και τα οποία εντέλει δίνουν το διπλωματικό στίγμα της χώρας σε όσα βλέπουμε τώρα να εξελίσσονται στη ΝΑ Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Κατ’ αρχάς ξεκαθαρίζει προς την πλευρά της Τουρκίας πως τα σχήματα συνεργασίας στα οποία συμμετέχει η Ελλάδα, όπως το 3+1, είναι ανοιχτά σε όλα τα κράτη που ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν, πάντα όμως με βάση τον σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο. Πρόκειται ουσιαστικά για πρόταση που εμμέσως απευθύνεται σε Λιβύη, Συρία, κυρίως όμως αφορά τη γείτονα χώρα η οποία, σε αυτήν τη φάση, παρατηρεί με αμηχανία να τρέχουν τα ενεργειακά προγράμματα στη Μεσόγειο ερήμην της. Η αναφορά δε της ελληνικής διπλωματίας στο Διεθνές Δίκαιο εισάγεται ως απαραίτητή προϋπόθεση, καλώντας ουσιαστικά την τουρκική πλευρά να αφήσει κατά μέρος τους νεοοθωμανικούς μεγαλοϊδεατισμούς και τις όποιες φαντασιώσεις περί «Γαλάζιας Πατρίδας». Διευκρινίζοντας, προφανώς για να μην υπάρξει κλιμάκωση της έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, πως σε καμία περίπτωση «η τριμερής συνεργασία με την Κύπρο και το Ισραήλ δεν θα πρέπει να λογίζεται ως μια συμμαχία εναντίον ουδενός».

Και όπως σημείωσε σχετικά η ίδια κυβερνητική πηγή, η Ελλάδα παραμένει ανοιχτή σε συνεργασία με χώρες που μοιράζονται τις κοινές αξίες. Το ερώτημα βέβαια είναι κατά πόσο η ακραία εθνικιστική Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν που επιδιώκει να αποκτήσει ισχυρή επιρροή στον μισό πλανήτη, από τη ΝΑ Ασία και την Αφρική έως την Κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, είναι πρόθυμη να μοιραστεί αυτές τις αξίες και να μπει στα συνεργατικά σχήματα. Κι αυτό καθώς επιμένει να διαδραματίζει αποσταθεροποιητικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή, εμμένοντας στη νομιμοποίηση του Αττίλα κινούμενη στη λογική των δύο κρατών, την ώρα που στηρίζει φονταμενταλιστικές παραστρατιωτικές ομάδες στη Συρία κοντά στο σύνορα με το Ισραήλ και ευρισκόμενη σε διαρκή, ανοιχτή ρήξη με το Τελ Αβίβ. Θέλοντας ταυτόχρονα να παίξει ρόλο στην επόμενη μέρα της Γάζας με την παρουσία τουρκικών στρατευμάτων στην πολύπαθη περιοχή.

Υπ’ αυτή την έννοια, η αμυντική συνεργασία Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ δεν εντάσσεται στη σφαίρα του γενικού και αορίστου, αλλά αποκτά χειροπιαστή διάσταση όσον αφορά το αμυντικό σκέλος και όχι μόνο το κομμάτι των εξοπλισμών. Συνεπώς, διόλου δεν αποκλείεται να δούμε τις συζητήσεις που αυτήν τη στιγμή διεξάγονται σε πολιτικό επίπεδο ανάμεσα στις τρεις χώρες για τη συγκρότηση κοινής στρατιωτικής δύναμης ταχείας αντίδρασης να παίρνουν σύντομα σάρκα και οστά. Αυτή η δύναμη των 2.500 ανδρών, αποτελούμενη από επίλεκτα τμήματα και με την υποστήριξη της ελληνικής και της ισραηλινής πολεμικής αεροπορίας καθώς και ναυτικών δυνάμεων των τριών χωρών, θα έχει ως αποστολή την προστασία κρίσιμων υποδομών, όπως είναι λ.χ. οι πλατφόρμες εξόρυξης και οι θαλάσσιοι ενεργειακοί διάδρομοι.

Το δεύτερο σημείο είναι ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως ιδιαίτερα αξιόπιστος συνομιλητής από την Παλαιστινιακή Αρχή, όπως φάνηκε κατά την επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Ραμάλα και τη συνάντηση που είχε με τον πρόεδρο Αμπάς. Η αξιοπιστία ενισχύεται ακόμη περισσότερο από τη στρατηγική σχέση που έχει παράλληλα με το Ισραήλ, γεγονός που -σύμφωνα με την ανώτερη κυβερνητική πηγή- ουσιαστικά δικαιώνει τη στάση της Αθήνας «να μη λειτουργήσει ως επισπεύδουσα στην τρέχουσα συγκυρία στο θέμα της αναγνώρισης του κράτους της Παλαιστίνης».

Και το τρίτο αφορά την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ με την επισήμανση πως ⁠υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για το έργο GSI και από την ισραηλινή πλευρά, ώστε να αποκτήσει το project νέα δυναμική. Ο πρωθυπουργός στην τριμερή αναφέρθηκε στον πρωταγωνιστικό ρόλο της Ελλάδας ως ενεργειακού κόμβου στη ΝΑ Ευρώπη με τις υποδομές που διαθέτει για να υποδέχεται υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), το οποίο θα μπορεί να διοχετεύεται τόσο προς την Κύπρο όσο και προς το Ισραήλ. Επιπλέον η είσοδος αμερικανικών κεφαλαίων στο όλο project δίνει εκείνες τις εγγυήσεις ασφαλείας που χρειάζονται, καθώς η Τουρκία αντιδρά απειλώντας και στο πεδίο, όπως είδαμε να γίνεται στην Κάσο. Με τον αμερικανικό παράγοντα αλλά και τις Βρυξέλλες να επιθυμούν να δοθεί νέα ώθηση στο έργο, φαίνεται πως το GSI έπειτα από πολλές καθυστερήσεις και αναβολές μπαίνει επιτέλους στην τελική ευθεία. Εκ παραλλήλου με την προώθηση του IMEC, που θα συνδέσει εμπορικά την Ινδία με την Ευρώπη, ως απάντηση της Δύσης στον κινεζικό Δρόμο του Μεταξιού.

Τα τουρκικά media μιλούν για «συμμαχία του κακού» και τρέμουν την «Ασπίδα του Αχιλλέα»

H τριμερής της Ιερουσαλήμ συνεχίζει να προκαλεί μεγάλες εθνικιστικές εξάρσεις στην Τουρκία, όχι τόσο στην τουρκική ηγεσία, η οποία έως τώρα γενικά κρατά χαμηλούς τόνους, αλλά στους πηχυαίους πρωτοσέλιδους τίτλους των τουρκικών ΜΜΕ. Την ίδια ώρα εκτενείς αναφορές γίνονται και στα ισραηλινά ΜΜΕ, με την αυστηρή προειδοποίηση του Μπενιαμίν Νετανιάχου προς την Άγκυρα να κυριαρχεί σε όλα τα ρεπορτάζ.

Ενδεικτικό ήταν το πρωτοσέλιδο της «Hürriyet» υπό τον τίτλο «Συναντήθηκαν με κοινό αντιτουρκικό συναίσθημα», ενώ η «Milliyet» γράφει «Κοινοί λογαριασμοί για τη συμμαχία του κακού». Σε γενικές γραμμές, τα ΜΜΕ της γειτονικής χώρας βλέπουν την τριμερή ως καθαρά πολεμική συμμαχία Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ με στόχο το τουρκικά συμφέροντα στη ΝΑ Μεσόγειο. Ταυτόχρονα παρουσιάζουν αναλυτικές λεπτομέρειες για τα ισραηλινά αντιαεροπορικά συστήματα τα οποία Ελλάδα και Κύπρος ήδη έχουν εγκαταστήσει: «Η Ελλάδα σχεδιάζει να αναπτύξει πέντε διαφορετικούς τύπους πυραυλικών συστημάτων, αξίας 3,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, κατά μήκος των ελληνοτουρκικών χερσαίων συνόρων, στο Αιγαίο Πέλαγος και στην Ανατολική Μεσόγειο, με την ονομασία “Ασπίδα του Αχιλλέα”. Η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να αγοράσει 36 συστήματα εκτόξευσης πυραύλων και πυραύλων πολλαπλών καννών Puls (Precision Universal Launch System), μαζί με τους πυραύλους και τα βλήματά τους, από το Ισραήλ, έναντι 691.000.000 ευρώ ως πρώτη φάση αυτού του έργου», αναφέρει σχετικό δημοσίευμα της «Milliyet». Η εφημερίδα κάνει επίσης ειδική μνεία στην πρόθεση των τριών χωρών να δημιουργήσουν κοινή δύναμη ταχείας αντίδρασης σε επίπεδο ταξιαρχίας, αποτελούμενη από αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις. Και όπως γράφει, το κέντρο που θα ιδρυθεί στην Κύπρο θα είναι ουσιαστικά μια ισραηλινή βάση. Αναφορά γίνεται και στις ισραηλινές επενδύσεις στην Ελλάδα στον στρατιωτικό τομέα, και ειδικότερα στην ΕΛΒΟ, σημειώνοντας πως κοινοπραξία που αποτελείται από την SK Group και την Plasan Sasa απέκτησε το 79% των μετοχών της ΕΛΒΟ στη Θεσσαλονίκη με δέσμευση 3.000.000 ευρώ σε μετρητά και 90.000.000 ευρώ σε επενδύσεις.

Αντιστοίχως και στα ισραηλινά ΜΜΕ τα δημοσιεύματα είναι πολλά, κάνοντας αναδρομές στις καλές σχέσεις της Ελλάδας και της Κύπρου με το Ισραήλ. Ξεχωρίζει, ωστόσο, το κύριο άρθρο της «Jerusalem Post» υπό τον τίτλο: «Από τον Αντίοχο στον Μητσοτάκη. Η στροφή Ισραήλ στην Ανατολική Μεσόγειο». «Αν ο βασιλιάς Αντίοχος Δ΄ο Επιφανής μπορούσε να ταξιδέψει στον χρόνο και να βρεθεί στο Χανουκά του 2025, πιθανότατα θα παρακολουθούσε με δυσφορία τη θερμή υποδοχή του Έλληνα πρωθυπουργού στο Ισραήλ. Η ιστορική ειρωνεία είναι εμφανής: ο άνθρωπος που συνδέθηκε με τη σύγκρουση που γέννησε τη Γιορτή των Φώτων “αντικρίζει” σήμερα έναν Έλληνα ηγέτη ως στενό εταίρο του εβραϊκού κράτους», σημειώνει στην εισαγωγή του ο αρθρογράφος και στη συνέχεια υπογραμμίζει ότι η τριμερής σχέση δεν προέκυψε από ιδεολογική σύμπτωση, αλλά από σκληρές γεωπολιτικές πραγματικότητες. «Στα τέλη της δεκαετίας του 2000, καθώς οι σχέσεις Ισραήλ – Τουρκίας επιδεινώνονταν ραγδαία υπό τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, το Ισραήλ αναγκάστηκε να επαναπροσδιορίσει τη θέση του στην Ανατολική Μεσόγειο. Ελλάδα και Κύπρος -χώρες με μακρά εμπειρία εντάσεων με την Άγκυρα- εξελίχθηκαν σταδιακά σε φυσικούς εταίρους. Αυτό που τελικά εδραίωσε τη σχέση ήταν η ασφάλεια. Οι ανησυχίες όλων συγκλίνουν: η Ελλάδα στο Αιγαίο, η Κύπρος σε ένα διχοτομημένο νησί με ισχυρή τουρκική στρατιωτική παρουσία, το Ισραήλ απέναντι στην αυξανόμενη επιρροή της Άγκυρας σε Συρία, Γάζα και Ανατολική Μεσόγειο».

Εφημερίδα Απογευματινή