Μαγικές στιγμές βιώνει το ελληνικό θέατρο τα τελευταία χρόνια, λόγω της τεράστιας προσέλευσης του κοινού στις θεατρικές αίθουσες. Η ανάγκη του κόσμου για σύνδεση μέσω της Τέχνης, αλλά και η έντονη τάση σύσσωμου του καλλιτεχνικού κόσμου για ποιοτικότερες παραστάσεις, έχουν κάνει την προπώληση των εισιτηρίων να «παίρνει φωτιά». Παραστάσεις-«φαινόμενα» που παίζονται ασταμάτητα για πολλά χρόνια, σημειώνοντας συνεχόμενα sold out, κάνουν το κόσμο να αναζητά για μήνες ένα εισιτήριο, ενώ οι ουρές που σχηματίζονται έξω από τα θέατρα της Αθήνας δείχνουν ένα κοινό που πάλλεται διαρκώς.
Ποιο είναι το μυστικό για να οδηγηθεί μια παράσταση σε απόλυτο talk of the town; Την απάντηση δίνουν σήμερα μιλώντας στην «Κυριακάτικη Απογευματινή» τέσσερις σκηνοθέτες, ο Πέτρος Ζούλιας, ο Τάσος Ιορδανίδης, ο Νικορέστης Χανιωτάκης και ο Γιωργής Τσουρής, αλλά και ο θεατρικός παραγωγός Γιώργος Λυκιαρδόπουλος, που τα τελευταία χρόνια έχουν την τιμή να απολαμβάνουν με ορμή την αγάπη του κόσμου.
Ο Πέτρος Ζούλιας, ο σκηνοθέτης της βραβευμένης και πολυπαιγμένης «Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου» που ερμήνευσε για χρόνια η Νένα Μεντή, αλλά και δεκάδων ακόμα επιτυχημένων παραστάσεων που φέρουν την υπογραφή του, απολαμβάνει φέτος στο «Πτι Παλαί» ακόμα έναν θεατρικό χαμό με τον μονόλογο «Μια ζωή – Ο μονόλογος μιας μοδίστρας», πάλι με τη Νένα Μεντή.
«Το κυριότερο υλικό της επιτυχίας για μένα είναι η συγκίνηση. Μου αρέσει να αγγίζω τις ψυχές των θεατών. Με ενδιαφέρει οι θεατές να γελάνε, να κλαίνε και να συμμετέχουν ψυχικά σε αυτό που βλέπουν. Το έργο πρέπει να λειτουργεί ως γέφυρα με τις ψυχές και το μυαλό των σύγχρονων θεατών. Το δεύτερο είναι ότι πρέπει να είναι πολύ καλά δεμένη η παράσταση από το σύνολο των συντελεστών. Γιατί η καλύτερη διαφήμιση είναι αυτό που λέμε “από στόμα σε στόμα”. Μια παράσταση για να φτάσει να γίνει sold out πρέπει να ακουστεί. Προσπαθώ να ξυπνάω όπως μπορώ τη συλλογική μνήμη, δηλαδή πράγματα που έχουμε βιώσει όλοι μας ή πράγματα που μας είναι οικεία από τη γιαγιά μας. Σε έναν βαθμό νιώθω και λίγο στρατευμένος σε αυτό, δηλαδή θέλω να διατηρηθούν κάποιες μνήμες από την ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδας, που φεύγει και χάνεται καθημερινά», αναφέρει.
Το ίδιο συμβαίνει και στην άλλη παράσταση που σκηνοθετεί φέτος στο Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, «Το μεγάλο μας τσίρκο» του Ι. Καμπανέλλη. «Το έργο αυτό μιλά για την ιστορία του τόπου μας. Και βλέπω από τα χειροκροτήματα και τα δάκρυα πόσο ανάγκη έχει ο κόσμος να έρθει σε επαφή με την εθνική του ταυτότητα».
Ο Τάσος Ιορδανίδης, με την τεράστια επιτυχία του πρωτότυπου έργου του «Θέλω να μου κρατάς το χέρι», που έγραψε, σκηνοθέτησε και παίζει μαζί με τη Θάλεια Ματίκα για πέμπτη συνεχή χρονιά στο θέατρο «Αλφα», κατατάσσεται πια σε έναν από τους πιο βαθιά διεισδυτικούς στην ψυχή του Έλληνα σκηνοθέτες στη χώρα. Τον ρωτήσαμε τι αρέσει τόσο πολύ στον κόσμο σε αυτήν παράσταση.
«Νομίζω ότι ο κόσμος ταυτίζεται πολύ έντονα με το έργο. Και ότι όλοι πάντα έχουμε την ελπίδα μέσα μας ότι θα τα καταφέρουμε στο τέλος, κυρίως όσον αφορά το θέμα της συντροφικότητας. Όλοι έχουμε ανάγκη στις δύσκολες και στις εύκολες στιγμές κάποιος να μας κρατά το χέρι. Οι ανθρώπινες σχέσεις ήταν πάντα δύσκολες. Τα ζευγάρια είναι ένα θέμα που θα μας αφορά πάντα και έχουν καταπιαστεί πολλά έργα με αυτό. Νομίζω ότι αυτή η παράσταση είναι πολύ σύγχρονη. Θα μπορούσε να παιχτεί σε όλες τις δυτικές κοινωνίες. Αναφέρεται στα οικονομικά προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίσει ένα ζευγάρι και σε πολλά ακόμα θέματα που συναντάς σε όλα τα σπίτια», τονίζει.
Το αδιαχώρητο και στον «Μάρτυρα κατηγορίας», που σκηνοθετεί για δεύτερη χρονιά ο Νικορέστης Χανιωτάκης στο θέατρο «Δ. Χορν». «Το έργο είναι σημαντικός παράγοντας μιας επιτυχίας. Το αστυνομικό είναι ένα είδος που δεν πρόκειται ποτέ να πεθάνει, γιατί περιέχει το στοιχείο της έκπληξης. Το μυστήριο να βρεις τον δολοφόνο πάντα θα γοητεύει. Βγαίνοντας από το θέατρο, αυτήν την έκπληξη θέλεις να τη μοιραστείς, μιλάς γι’ αυτήν. Έτσι “από στόμα σε στόμα” η παράσταση αποκτά μεγάλη απήχηση. Το μυστικό για μια επιτυχημένη παράσταση είναι η αλήθεια της. Αυτό που μιλά στην καρδιά του θεατή και τον κάνει να γίνει ένα με τους ηθοποιούς, μια αγκαλιά. Η στιγμή που ο θεατής συναντιέται με την παράσταση είναι μια στιγμή ερωτική», αναφέρει.
Την απόλυτη επιτυχία βιώνει τα τελευταία τέσσερα χρόνια ο ταλαντούχος Κύπριος σκηνοθέτης Γιωργής Τσουρής, αν σκεφτείς ότι το έργο του «170 τετραγωνικά», που είναι μια ιστορία δύο αδερφών που επιστρέφουν στο πατρικό τους μετά τον θάνατο του πατέρα τους, έκοψε περίπου 90.000 εισιτήρια. Η ίδια κοσμοσυρροή συμβαίνει και φέτος με το νέο του έργο «Τζόνι Μπλε» στο θέατρο «Ανεσις», μια κωμωδία μυστηρίου με φόντο τη σύγχρονη Ελλάδα που μας συστήνεται ως «εκδίκηση σε οικογενειακή συσκευασία».
«Η επιτυχία είναι μια σύμπραξη του κοινού και της παράστασης μέσα σε ένα θέατρο. Το “Τζόνι Μπλε” είναι η τέταρτη δραματουργική μας προσπάθεια (“Χαρτοπόλεμος”, “170 τετραγωνικά”, “Μακριά από παιδιά”) και έχουν αγκαλιαστεί όλες. Μας έχει καλομάθει το κοινό. Αυτό σημαίνει ότι αφορά πολύ τον Έλληνα το “εδώ και τώρα”, δηλαδή να δει κάτι οικείο που θα τον προβληματίσει χωρίς να του αφαιρέσει το δικαίωμα να ταξιδέψει με μια πλοκή που να περιέχει όρους μυστηρίου, αλλά και γέλιο. Εγώ και τα τέσσερα έργα μου τα χαρακτηρίζω κωμωδίες αν και ασχολούνται με πολύ πονεμένες ιστορίες», λέει.
Από την πλευρά της θεατρικής παραγωγής σημασία έχουν και άλλα πράγματα, εκτός από το έργο, όπως λέει ο θεατρικός επιχειρηματίας Γιώργος Λυκιαρδόπουλος μιλώντας για τον «Vania» του Simon Stephens, με τον οποίο ο Γιώργος Καραμίχος για δεύτερη χρονιά γεμίζει ασφυκτικά το «Υπόγειο» του Θεάτρου Τέχνης.
«Είναι ένα πολύ ευρηματικό έργο με έναν πολύ δυνατό πρωταγωνιστή. Στην επιτυχία όμως παίζει ρόλο και το μέγεθος του θεάτρου, η περιοχή στην οποία βρίσκεται και βέβαια το θέμα του έργου. Ο κόσμος αναζητά πια τις πολύ δυνατές παραστάσεις, τις καλοφτιαγμένες από σωστούς επαγγελματίες».
Κυριακάτικη Απογευματινή











