Από τη Μαρία Καλούδη
Η ευρωπαϊκή αγορά ακινήτων βρίσκεται αντιμέτωπη με μια κρίση πρωτοφανούς έντασης. Η έλλειψη νέων κατασκευών, σε συνδυασμό με τη ραγδαία αύξηση των τιμών πώλησης, έχει στρέψει μεγάλο μέρος του πληθυσμού προς την ενοικίαση κατοικιών. Το αποτέλεσμα είναι η εκτόξευση των ενοικίων, με το μέσο κόστος ενοικίασης να φτάνει πλέον τα 20,02 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο τον μήνα σε ευρωπαϊκό επίπεδο – τιμή που συνιστά ιστορικό υψηλό. Αν και η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, το πρόβλημα παραμένει οξύ. Τα ενοίκια είναι πλέον δυσβάσταχτα για μεγάλο μέρος του πληθυσμού, επιβαρύνοντας σημαντικά τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και περιορίζοντας την πρόσβαση σε αξιοπρεπή στέγη.
Στην Ελλάδα σήμερα οι τιμές συνεχίζουν να κινούνται ανοδικά, ενώ τα εισοδήματα παραμένουν στάσιμα, με αποτέλεσμα όλο και περισσότερα νοικοκυριά να αδυνατούν να ανταποκριθούν στα έξοδα στέγασης. Σύμφωνα μάλιστα με επαγγελματίες της αγοράς, παρά τις εξαγγελίες της κυβέρνησης για επιδότηση ενοικίου έως 800 ευρώ, με προσαύξηση 50 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος των νοικοκυριών, τα μέτρα προσφέρουν περιορισμένη μόνο ανακούφιση στο στεγαστικό πρόβλημα. Το ζήτημα, εξάλλου, κατά κοινή ομολογία δεν μπορεί να επιλυθεί μέσω επιδομάτων αλλά μόνο με την ουσιαστική ενίσχυση του διαθέσιμου οικιστικού αποθέματος που θα μειώσει τις τιμές. Ως αποτέλεσμα, οι δυνατότητες πρόσβασης σε αξιοπρεπή και οικονομικά προσιτή κατοικία συνεχώς περιορίζονται, ιδιαίτερα για τις νεότερες γενιές. Η στέγη από θεμελιώδες κοινωνικό δικαίωμα τείνει να μετατραπεί σε εμπόρευμα υψηλής αξίας, απρόσιτο για μεγάλο μέρος του πληθυσμού.
Σήμερα σχεδόν οι μισοί Έλληνες δαπανούν πάνω από το 30% του μηνιαίου εισοδήματός τους για την κάλυψη του ενοικίου, ενώ το 28% επισημαίνει ότι οι λοιπές δαπάνες που σχετίζονται με τη στέγαση υπερβαίνουν επίσης το κρίσιμο όριο του 30%. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Spitogatos, στην Αθήνα τα νότια προάστια παραμένουν η ακριβότερη περιοχή με 12,86 ευρώ/τετραγωνικό μέτρο, σημειώνοντας αύξηση 4,1% σε σχέση με το 2024. Το κέντρο της Αθήνας εμφανίζει τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση στην Αττική (7,6%), με τις τιμές να φτάνουν τα 11,15 €/τ.μ. Τα βόρεια προάστια ακολουθούν με 11,24 €/τ.μ., αλλά με τη μικρότερη αύξηση (2,7%) από όλες τις αθηναϊκές περιοχές. Στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά τόσο ο κεντρικός δήμος όσο και τα προάστιά του εμφανίζουν την ίδια ακριβώς αύξηση (5,7%), αν και οι τιμές στον κεντρικό Πειραιά είναι σημαντικά υψηλότερες (10,34 €/τ.μ. έναντι 8,59 €/τ.μ.).
H μόνη περιοχή ωστόσο που προσεγγίζει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο είναι η Βουλιαγμένη, που κατέγραψε τις υψηλότερες τιμές, με το μέσο ενοίκιο να διαμορφώνεται στα 20 ευρώ ανά τ.μ., κατακτώντας την πρώτη θέση. Ακολουθεί η Φιλοθέη με 17,5 ευρώ ανά τ.μ., ενώ στην τρίτη θέση βρίσκεται η Βούλα, όπου το μέσο ενοίκιο φτάνει τα 17,1 ευρώ ανά τ.μ. Το Κολωνάκι – Λυκαβηττός ακολουθεί με 16,7 ευρώ ανά τ.μ. και το Παλαιό Ψυχικό συμπληρώνει την πεντάδα με 16,2 ευρώ ανά τ.μ.
Οι ακριβότερες
Όπως αναφέρει η νεότερη Επισκόπηση της Αγοράς Κατοικιών για το πρώτο τρίμηνο του 2025 της Catella Investment Management, η κατάσταση στην αγορά ενοικίων έχει φτάσει σε οριακό σημείο, με την προσιτότητα και τη βιωσιμότητα της στέγασης να τίθενται πλέον υπό σοβαρή αμφισβήτηση.
Το Δουβλίνο και το Λονδίνο ξεχωρίζουν ως οι δύο ακριβότερες πόλεις στην Ευρώπη, με μέση τιμή ενοικίου 40 € και 39,3 € ανά τετραγωνικό μέτρο αντίστοιχα. Η στεγαστική κρίση στην Ιρλανδία έχει προκαλέσει ακόμα και πολιτικές αναταράξεις, ενώ στην πρωτεύουσα της Αγγλίας η αγορά κατοικίας αντανακλά τη συνύπαρξη τεράστιας ζήτησης και χρόνιας έλλειψης προσιτών κατοικιών. Ακολουθούν η Γενεύη με 34,5 €/τ.μ. ξεπερνώντας τη Ζυρίχη (32,2 €/τ.μ.) και το Λουξεμβούργο (30,8 €/τ.μ.), επιβεβαιώνοντας την έντονη πίεση που δέχονται οι μικρές εύπορες χώρες με ισχυρούς χρηματοοικονομικούς κόμβους. Στη Σκανδιναβία το Όσλο αγγίζει τα 29,5 €/τ.μ., ενώ η Κοπεγχάγη τα 28 €/τ.μ.
Το Παρίσι διατηρεί τη φήμη του ως μία από τις ακριβότερες ευρωπαϊκές πόλεις με μέση τιμή στα 31,1 €/τ.μ. Στη Νότια Ευρώπη η Βαρκελώνη φτάνει τα 22,9 €/τ.μ., ξεπερνώντας τη Μαδρίτη (21,7 €/τ.μ.) και τη Λισαβόνα (20,7 €/τ.μ.), όπου η πίεση εντείνεται από τη βραχυχρόνια μίσθωση και τη μεγάλη ζήτηση επενδυτών.
Στη Γερμανία το Μόναχο ξεχωρίζει με 24,5 €/τ.μ., ενώ υψηλές τιμές καταγράφονται και στη Φρανκφούρτη (19,5 €/τ.μ.), τη Στουτγκάρδη (18,3 €/τ.μ.), το Βερολίνο (17,4 €/τ.μ.) και το Αμβούργο (17,2 €/τ.μ.). Αντίθετα, πόλεις όπως η Λειψία παραμένουν πιο προσιτές με μόλις 10,3 €/τ.μ. Τέλος, στην Ολλανδία το Άμστερνταμ διαμορφώνεται στα 26,9 €/τ.μ., η Ουτρέχτη στα 22,75 €/τ.μ., ενώ η Χάγη και το Ρότερνταμ κινούνται στα 18,4 € και 17,6 €/τ.μ. αντίστοιχα.
Σταθερά υψηλές
Ακόμη και μικρότερες πόλεις εμφανίζουν ενοίκια που θεωρούνται υψηλά για τα δεδομένα κάθε χώρας. Στην Αυστρία το Ίνσμπρουκ ξεχωρίζει με 21,7 €/τ.μ., ξεπερνώντας ακόμη και τη Βιέννη (15,7 €/τ.μ.). Στην Ελβετία η Βέρνη φτάνει τα 21,6 €/τ.μ.
Στη Φινλανδία το Ελσίνκι διαμορφώνεται στα 22,3 €/τ.μ., ενώ πόλεις όπως το Τάμπερε, το Τούρκου και η Γιβάσκιλα κινούνται μεταξύ 15 και 17 ευρώ/τ.μ.
Ανάλογη εικόνα και στη Σουηδία, όπου η Στοκχόλμη καταγράφει 14,6 €/τ.μ., ενώ το Γκέτεμποργκ και το Μάλμε παραμένουν κάτω από τα 13 ευρώ.
Ακόμη και στην Πολωνία, που συνήθως θεωρείται πιο οικονομικός προορισμός, η Βαρσοβία ξεπερνά τα 20 €/τ.μ., ενώ η Κρακοβία και το Βρότσλαβ κινούνται γύρω από τα 16 €/τ.μ.
Τα δεδομένα αποκαλύπτουν ένα κοινό ευρωπαϊκό μοτίβο, καθώς οι τιμές ενοικίασης αυξάνονται σταθερά, ιδιαίτερα σε μητροπολιτικά κέντρα, ενώ ακόμη και οι παραδοσιακά φθηνότερες αγορές εμφανίζουν αυξητικές τάσεις. Το πρόβλημα της στέγασης παύει να είναι εθνικό και καθίσταται πανευρωπαϊκό, απαιτώντας συντονισμένες παρεμβάσεις, περισσότερο κοινωνικό απόθεμα κατοικίας και μέτρα που να επαναφέρουν την ισορροπία ανάμεσα σε εισόδημα και κόστος ζωής.
Αναδημοσίευση από το powergame.gr
Εφημερίδα Απογευματινή