Την εικόνα μιας Ελλάδας που θα συνεχίσει να αναπτύσσεται φέτος και του χρόνου με ισχυρότερους ρυθμούς συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και παγκοσμίως, έχοντας ήδη κερδίσει το στοίχημα εξόδου από την υπερδεκαετή κρίση και κυνηγώντας πλέον εκείνο της διατηρήσιμης ανάκαμψης σε βάθος χρόνου, περιγράφει ο ΟΟΣΑ στην έκθεσή του για την ελληνική και παγκόσμια οικονομία.
Οι αναθεωρημένες προβλέψεις του Οργανισμού ηχούν ωστόσο ως καμπανάκι συναγερμού για την παγκόσμια οικονομία και ειδικότερα για τις αναδυόμενες χώρες, που συνήθως εμφανίζουν πολύ υψηλά ποσοστά, καθώς η ανάπτυξη αναμένεται ότι θα είναι χαμηλότερη από το 2020, υποχωρώντας για πρώτη φορά κάτω από το όριο του 3% και συγκεκριμένα στο 2,9%.
Για την Ελλάδα, ο ΟΟΣΑ αναμένει ρυθμό ανάπτυξης 2% φέτος και 2,1% το 2026, σταθερά υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που συμβάλλουν στην αποκλιμάκωση του χρέους και αισθητή μείωση του πληθωρισμού. Οι επιδόσεις αυτές, που αναδεικνύουν την πολύ καλύτερη θέση της Ελλάδας συγκριτικά με τον μέσο όρο της ΕΕ, της Ευρωζώνης και μεγάλων ευρωπαϊκών οικονομιών, αναμένεται να επιτευχθούν με τη συμβολή αυξημένων επενδύσεων, τις οποίες χαρακτηρίζει ως «κλειδί», με τη βοήθεια του Ταμείου Ανάκαμψης, την ενίσχυση των μισθών σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, τη μείωση της ανεργίας αλλά και της σταθερά υψηλής καταναλωτικής δαπάνης, σε ένα περιβάλλον σημαντικών εξωγενών προκλήσεων, όπου κυριαρχούν οι απειλές του εμπορικού-δασμολογικού πολέμου μεταξύ των ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη.
Ενδεικτικές είναι οι προβλέψεις του Οργανισμού ότι αναμένει ανάπτυξη 1% φέτος και 1,2% για την Ευρωζώνη και 1,4% και 1,5% αντίστοιχα για τις χώρες του ΟΟΣΑ, αποδεικνύοντας την ανθεκτικότητά της.
Ο Οργανισμός αναμένει πρωτογενή πλεονάσματα στο 2,1% και 2,2% του ΑΕΠ το 2025 και το 2026 αντίστοιχα και υπογραμμίζει την ανάγκη να παραμείνει το χρέος σε πτωτική τροχιά, συστήνοντας να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και οι προσπάθειες που γίνονται για τη μείωση της φοροδιαφυγής. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, τα υψηλότερα φορολογικά έσοδα και τα ισχυρά πρωτογενή πλεονάσματα θα δημιουργήσουν περιθώρια για πρόσθετες κοινωνικές δαπάνες και μειώσεις φόρων ειδικά για τους χαμηλόμισθους, ενώ παράλληλα θα συμβάλουν σε περαιτέρω μείωση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ στο 140% το 2026.
Τι αναφέρει
Αναλυτικότερα η έκθεση για την Ελλάδα αναφέρει μεταξύ άλλων:
• Η ιδιωτική κατανάλωση θα συνεχίσει να αυξάνεται, έστω και με φθίνοντες ρυθμούς (1,2% το 2025, 1,7% το 2026), ενώ οι δημόσιες δαπάνες θα παραμείνουν συγκρατημένες.
• Το δημόσιο χρέος ακολουθεί καθοδική πορεία, στο 139,8% του ΑΕΠ το 2026, ενώ οι δημογραφικές αλλαγές και οι προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής θα απαιτήσουν πρόσθετες δαπάνες για να αντιμετωπιστούν, γεγονός που επιβάλλει προσοχή στη χάραξη της δημοσιονομικής πολιτικής και διαρκή μεταρρυθμιστική εγρήγορση, ιδίως στο πεδίο των δαπανών και της φορολογίας. Ο ΟΟΣΑ προβλέπει μικρά ελλείμματα στη Γενική Κυβέρνηση τα επόμενα χρόνια (0,2% του ΑΕΠ), τονίζοντας τη σημασία των ισορροπημένων προϋπολογισμών με κοινωνικό πρόσημο.
• Η επενδυτική δραστηριότητα ενισχύεται σημαντικά, με τις ακαθάριστες πάγιες επενδύσεις να αυξάνονται κατά 9,3% το 2025 και 8,1% το 2026, στηριζόμενες σε μεγάλο βαθμό από κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης. Αυτό αποτελεί καίριο μοχλό για τον εκσυγχρονισμό του παραγωγικού μοντέλου, αν και παραμένει ζητούμενο η διατηρησιμότητα αυτών των επενδύσεων πέραν των έκτακτων ευρωπαϊκών ενισχύσεων.
• Η ανεργία αναμένεται να συνεχίσει την αποκλιμάκωση, αγγίζοντας το 9,2% το 2025 και το 9,1% το 2026, από 10,1% το 2023.
• Ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στο 2,5% το 2025 και 2% το 2026, επιστρέφοντας σε πιο διαχειρίσιμα επίπεδα μετά την άνοδο των τελευταίων ετών.
• Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παραμένει ελλειμματικό (περίπου -5% του ΑΕΠ ως το 2026) παρά την ενίσχυση των εξαγωγών τα τελευταία χρόνια, δείχνοντας την ανάγκη ενίσχυσης της εξωστρέφειας αλλά και της εγχώριας παραγωγής.
Εφημερίδα Απογευματινή