Οκτώ στους δέκα Έλληνες αγοράζουν, λόγω κόστους, σπίτια εικοσαετίας και άνω

Η επόμενη διετία αναμένεται κρίσιμη για το πώς θα διαμορφωθούν οι τάσεις
12:19 - 7 Ιουνίου 2025
Οκτώ στους δέκα Έλληνες αγοράζουν, λόγω κόστους, σπίτια εικοσαετίας και άνω

Σπίτια πολύ μεγάλης παλαιότητας, τουλάχιστον 20 ετών και πάνω, αγοράζουν περισσότεροι από οκτώ στους δέκα Έλληνες στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τις μεγαλουπόλεις.

Οι λόγοι είναι προφανώς τα συγκριτικά λιγότερα χρήματα που καλούνται να πληρώσουν για την απόκτηση σπιτιού -παρότι μαζί με το κόστος ανακαίνισης οι δαπάνες αυξάνονται σημαντικά- και η έλλειψη νέων διαμερισμάτων σε τιμές τουλάχιστον που να ανταποκρίνονται στα εισοδήματα των νοικοκυριών. Μια τρίτη εξήγηση, πιο… επενδυτική, είναι ότι αρκετοί Έλληνες και ξένοι αγοράζουν παλαιά ακίνητα για να τα ανακαινίσουν και να τα εκμεταλλευτούν εμπορικά ενοικιάζοντάς τα με σκοπό να επιτύχουν υψηλές αποδόσεις σε μια περίοδο που οι τιμές πώλησης και ενοικίασης ανεβαίνουν ακατάπαυστα.

Σύμφωνα με τα δεδομένα του κτηματομεσιτικού δικτύου RE/MAX, συνολικά κατά το 2024, το 66,1% των πωληθέντων κατοικιών πανελλαδικά είχαν χρονολογία κατασκευής άνω της 20ετίας. Για την Αττική που έχει παλαιό οικιστικό απόθεμα, «γηραιότερες» των 20 ετών ήταν το 82,9% των κατοικιών που άλλαξαν χέρια, ενώ για τη Θεσσαλονίκη το 80,6% ήταν άνω της 20ετίας και μόλις το 7,6% νεόδμητες.

Από την πανελλαδική έρευνα της RE/MAX Ελλάς προκύπτει και ένα ακόμη στοιχείο. Ότι ένα σημαντικό πλέον ποσοστό αγοραστών που διαθέτει οικονομική επιφάνεια στρέφεται σε αγορές καινούργιων οικιστικών ακινήτων κυρίως εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων. Πρόκειται για μια τάση που αποτυπώνει αφενός το ενδιαφέρον επενδυτών να αγοράσουν και να εκμεταλλευτούν εμπορικά ακίνητα στο πλαίσιο της αυξανόμενης τουριστικής κίνησης, αφετέρου και ξένων πολιτών που θέλουν να αποκτήσουν ένα σπίτι σε κάποιο νησιωτική περιοχή ή στην ηπειρωτική Ελλάδα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία, τα ακίνητα ηλικίας έως 5 ετών συγκέντρωσαν το 19,3% των συνολικών πωλήσεων πανελλαδικά, εμφανίζοντας σημαντική αύξηση σε σχέση με το 2023. Το ποσοστό δεν είναι μικρό. Αντίθετα. Και καταδεικνύει μια σταδιακή αλλαγή στις προτιμήσεις των αγοραστών, ιδίως σε περιοχές εκτός μεγαλουπόλεων, με αναπτυσσόμενη ανοικοδόμηση, μεγαλύτερη προσφορά νέων ακινήτων και τιμές μεταπώλησης που καλλιεργούν προσδοκίες υπεραξιών στο μέλλον. Δεν ισχύει το ίδιο για την Αττική και τη Θεσσαλονίκη. Στο Λεκανοπέδιο μόλις το 4% των αγοραπωλησιών αφορούσαν πέρυσι νεόδμητα ακίνητα, ενώ στη Θεσσαλονίκη τα ακίνητα ηλικίας έως 5 ετών κάλυψαν το 7,6%, σχεδόν διπλάσιο αυτού της πρωτεύουσας.

Από την έρευνα προκύπτει επίσης ότι πανελλαδικά:

  • – Το 77,1% των ακινήτων που πωλήθηκαν το 2024 ήταν κατοικίες.
  • – Το 18,2% ήταν οικόπεδα και αγροτεμάχια και
  • – Το 4,7% ήταν επαγγελματικά ακίνητα.

Στο σύνολο της χώρας, παρότι οι κατοικίες διατηρούν την πρωτοκαθεδρία (71,7%), οι αγορές οικοπέδων και αγροτεμαχίων αυξήθηκαν κατά 25%, ενώ τα νεόδμητα παρουσιάζουν το υψηλότερο ποσοστό πανελλαδικά, φθάνοντας το 28%.

Η επόμενη διετία αναμένεται κρίσιμη για το πώς θα διαμορφωθούν οι τάσεις, καθώς θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη διαθεσιμότητα νέων κατασκευών, τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων, αλλά και τα συνολικά επίπεδα οικονομικής σταθερότητας της χώρας.

Εφημερίδα Απογευματινή