Εφεξής, τα οικονομικά προγράμματα των πολιτικών κομμάτων και των συνασπισμών τους θα μπορούν να υποβάλλονται σε αξιολόγηση από το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, το οποίο πλέον αποκτά τον χαρακτήρα Ανεξάρτητης Αρχής. Το γεγονός αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία, ιδίως σε προεκλογικές περιόδους, καθώς το Συμβούλιο θα έχει τη δυνατότητα να αξιολογεί και να ποσοτικοποιεί τον δημοσιονομικό αντίκτυπο των προτάσεων που περιλαμβάνονται στα εν λόγω προγράμματα.
Ταυτόχρονα, υπόλογο προς το Συμβούλιο ενδέχεται να είναι και το ίδιο το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, το οποίο, σε ορισμένες περιπτώσεις, θα υποχρεούται σε διορθωτικές παρεμβάσεις. Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο θα διαθέτει πρόσβαση σε κρίσιμα δεδομένα που τηρούνται από την ΑΑΔΕ, τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΗΦΚΑ), καθώς και από άλλα πληροφοριακά συστήματα του Δημοσίου, όπως το ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ και οι μελλοντικές εκδοχές του, τα ασφαλιστικά ταμεία και λοιποί φορείς που διαχειρίζονται δεδομένα φορολογικού χαρακτήρα (ΑΦΜ).
Οι αρμοδιότητες αυτές καθορίζονται στο νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, που τέθηκε πρόσφατα σε δημόσια διαβούλευση. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, το Δημοσιονομικό Συμβούλιο μετονομάζεται σε Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο και αποκτά θεσμική κατοχύρωση ως Ανεξάρτητη Αρχή. Θα διοικείται από πρόεδρο και Διοικητικό Συμβούλιο, με πλήρη λειτουργική, διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια. Δεν θα υπόκειται σε έλεγχο ή εποπτεία από κυβερνητικά όργανα ή άλλους κρατικούς φορείς, πέραν του Κοινοβουλίου. Ο πρόεδρος, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και το προσωπικό του οφείλουν να λειτουργούν ανεξάρτητα, χωρίς παρεμβάσεις από κρατικούς ή ιδιωτικούς φορείς.
Το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο θα έχει, μεταξύ άλλων, την αρμοδιότητα να αναλύει τα μακροοικονομικά σενάρια που εκπονεί το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους για τον κρατικό προϋπολογισμό και το δημόσιο χρέος, αξιολογώντας τη συμβατότητά τους με τις προβλέψεις διεθνών οργανισμών. Σε περίπτωση εντοπισμού αποκλίσεων που επηρεάζουν τις προβλέψεις του Υπουργείου για τα επόμενα τέσσερα έτη, το τελευταίο θα οφείλει να προχωρά σε διορθωτικά μέτρα.
Το Συμβούλιο επίσης αξιολογεί προληπτικά και εκ των υστέρων τις δημοσιονομικές προβλέψεις του κρατικού προϋπολογισμού, του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού Πλαισίου και του Πολυετούς Προγραμματισμού. Διαθέτει τη δυνατότητα διενέργειας ευρύτερων αναλύσεων με στόχο τη διασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας και της βιωσιμότητας του χρέους. Σε περίπτωση κατάθεσης συμπληρωματικού προϋπολογισμού, ελέγχει την τήρηση του κανόνα καθαρών δαπανών και αξιολογεί τις επικαιροποιημένες μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις στις οποίες αυτός βασίζεται.
Ειδικά για τα πολιτικά κόμματα, προβλέπεται η δυνατότητα υποβολής αιτήματος προς το Δημοσιονομικό Συμβούλιο για την εκτίμηση του δημοσιονομικού κόστους των οικονομικών τους προγραμμάτων ή επιμέρους προτάσεών τους. Οι εν λόγω αξιολογήσεις πραγματοποιούνται βάσει υποδείγματος, διαδικασίας και μεθοδολογίας που καθορίζονται από το ίδιο το Συμβούλιο, ενώ το αίτημα υποβάλλεται κατόπιν απόφασης του αρμόδιου οργάνου κάθε κόμματος.
Ιδιαίτερης σημασίας είναι η πρόβλεψη που δίνει στο Δημοσιονομικό Συμβούλιο τη δυνατότητα να ζητήσει από την ΑΑΔΕ τη διασταύρωση μικροδεδομένων (όπως ΑΦΜ) με άλλες δημόσιες βάσεις δεδομένων –συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών ταμείων και των τραπεζικών ιδρυμάτων– πριν ακόμη την ψευδωνυμοποίησή τους. Παράλληλα, παρέχεται ανωνυμοποιημένη πρόσβαση στα δεδομένα του ΗΦΚΑ, του ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ και άλλων σχετικών πληροφοριακών συστημάτων, ενισχύοντας την τεκμηρίωση και την εγκυρότητα των αξιολογήσεων.