Της ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΛΟΥ∆Η
Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η µάχη ισχυρών επιχειρηµατικών οµίλων για την Ακτή Βουλιαγµένης. Το «διαµάντι» της ΕΤΑ∆ ετοιµάζεται να περάσει σε νέα εποχή, καθώς το διεκδικούν επτά επενδυτικά σχήµατα. Οι περισσότεροι από τους επενδυτές διατηρούν ήδη παρουσία στα νότια προάστια, την οποία επιδιώκουν να ενισχύσουν περαιτέρω, αποδεικνύοντας ότι η παραλιακή ζώνη συνεχίζει να αποτελεί επενδυτικό προορισµό πρώτης γραµµής.
Πρώτη στη λίστα των ενδιαφεροµένων για την εκµετάλλευση της Ακτής Βουλιαγµένης είναι η AthensBeach Club, θυγατρική της ΤΕΜΕΣ των Οµίλων Κωνσταντακόπουλου και Olayan. Στο επενδυτικό σχήµα συµµετέχουν επίσης η Intracom Ventures της οικογένειας Κόκκαλη και ο εφοπλιστής Γιώργος Προκοπίου. Η εταιρεία υλοποιεί ήδη την ανάπλαση της Ακτής Β’ Βούλας, µε σκοπό να µετατρέψει την έκταση των 80 στρεµµάτων σε έναν πολυτελή παραλιακό προορισµό, µε υψηλού επιπέδου αθλητικές εγκαταστάσεις και σύγχρονες υποδοµές αναψυχής.
∆εύτερη έρχεται η The Margi, επενδυτικό σχήµα των αδελφών Γιάγκου και Θοδωρή Αγιοστρατίτη. Οι ίδιοι διαχειρίζονται ήδη το πολυτελές ξενοδοχείο The Margi στη Βουλιαγµένη, το beach restaurant Krabo στο Καβούρι και τη Margi Farm στα Καλύβια. Πρόκειται για ανθρώπους µε βαθιά γνώση της περιοχής και εξειδίκευση στο τουριστικό προϊόν υψηλής ποιότητας.
Στη συνέχεια, ενδιαφέρον έχει εκδηλώσει η κοινοπραξία των REDS και της εταιρείας Αποθήκες Αιγαίου. Η REDS αποτελεί θυγατρική του Οµίλου Ελλάκτωρ, ενώ οι Αποθήκες Αιγαίου είναι συµφερόντων ∆ηµήτρη Μελισσανίδη. Συµµετέχουν µαζί στον διαγωνισµό υπό τον διακριτικό τίτλο «∆ιαγωνιζόµενη Κοινοπραξία ∆ιαχείρισης και Εκµετάλλευσης Ακτής Βουλιαγµένης». Η REDS διαθέτει ήδη σηµαντικό χαρτοφυλάκιο τουριστικών επενδύσεων, µεταξύ των οποίων περιλαµβάνονται η ανάπλαση της Μαρίνας Αλίµου και η ανακατασκευή του Ολυµπιακού Ξενοδοχείου στο Μαρούσι.
Ακολουθεί η κοινοπραξία της CVC Capital µε την Evergood και τη Γευσήνους. Η CVC συµµετέχει µέσω της Evergood, η οποία ελέγχει γνωστά brands όπως τα Goody’s και τα Everest. Συνεργάζεται µε τη Γευσήνους, την εταιρεία βιοµηχανικού catering του επιχειρηµατία Μανώλη Βαβουράκη. Το σχήµα αυτό διαθέτει εκτενή εµπειρία στον τοµέα της µαζικής εστίασης, ενώ η CVC έχει ήδη ισχυρή παρουσία στην Αθηναϊκή Ριβιέρα, µέσω της µαρίνας Ζέας (DMarin), την οποία ελέγχει εξ ολοκλήρου.
Ανάµεσα στους διεκδικητές συγκαταλέγεται και η Air Canteen, εταιρεία του Οµίλου Γρηγόρης και του Βλάση Γεωργάτου. Η εταιρεία διακρίνεται για τη δραστηριότητά της σε χώρους υψηλής επισκεψιµότητας, όπως τα ελληνικά αεροδρόµια, και πλέον εξετάζει τη διεύρυνση της παρουσίας της στον τουριστικό κλάδο, µέσω παραθαλάσσιων εγκαταστάσεων.
Ακολουθεί η Montekavo Real Estate, εταιρεία συµφερόντων του εφοπλιστή Βίκτορα Ρέστη. Η εταιρεία διατηρεί ήδη µισθωµένο ακίνητο από την Εκκλησία στη Βουλιαγµένη, στον χώρο του πρώην Ορφανοτροφείου, αν και µέχρι σήµερα δεν έχει προχωρήσει σε κάποια υλοποιηµένη επένδυση. Παρ’ όλ’ αυτά, το ενδιαφέρον της να εδραιώσει παρουσία στην παράκτια ζώνη παραµένει έντονο.
Τέλος, στον διαγωνισµό συµµετέχει και η Φάις Συµµετοχών Α.Ε., συµφερόντων των Σάµι και Λούσι Φάις. Ο Οµιλος Φάις έχει ήδη παρουσία στον τουριστικό τοµέα, καθώς εκµεταλλεύεται το ξενοδοχείο Radisson Blu στη Σαντορίνη. Παράλληλα, επενδύει και σε νέες αναπτύξεις, όπως το υπό σχεδιασµό πολυτελές ξενοδοχειακό συγκρότηµα Castello Bibelli στην Κέρκυρα.
Υψηλός ανταγωνισµός
Πρόκειται για σχήµατα µε ισχυρό επιχειρηµατικό αποτύπωµα, που διαµορφώνουν ένα σκηνικό υψηλού ανταγωνισµού για την αξιοποίηση της Ακτής Βουλιαγµένης – ενός από τα πιο ελκυστικά και στρατηγικά παραθαλάσσια ακίνητα της χώρας.
Το ενδιαφέρον για την Ακτή Βουλιαγµένης χτυπάει κόκκινο. Και όχι άδικα. Πρόκειται για έναν από τους πιο αγαπηµένους προορισµούς, τόσο για τους Αθηναίους όσο και για επισκέπτες από το εξωτερικό. Μόλις 20 χιλιόµετρα από το κέντρο της πόλης, συνδυάζει µοναδικά τη φυσική οµορφιά µε την εµπορική αξία.
Η περιοχή εκτείνεται σε µια ενιαία έκταση 73.000 τετραγωνικών µέτρων και διαθέτει ακτογραµµή 650 µέτρων. Η ηµερήσια χωρητικότητά του φτάνει τα 8.000 άτοµα, ενώ στο εσωτερικό του ξεχωρίζει η «Ωκεανίδα», το ιστορικό καφέ-εστιατόριο µε την απίστευτη θέα και τον ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό χαρακτήρα.
Ακόµη, η Ακτή φιλοξενεί τρεις καντίνες που εξυπηρετούν τους λουόµενους, δύο εγκαταστάσεις εστίασης, γήπεδα τένις και βόλεϊ, καθώς και χώρο στάθµευσης για περίπου 150 αυτοκίνητα. Παρά τις παρούσες υποδοµές, το πραγµατικό της δυναµικό παραµένει εν πολλοίς αναξιοποίητο – κάτι που εξηγεί και το αυξανόµενο ενδιαφέρον για την αξιοποίησή της.
Η διαγωνιστική διαδικασία πραγµατοποιείται σε δύο φάσεις. Η πρώτη φάση έχει ολοκληρωθεί, ενώ θα ακολουθήσει η προεπιλογή των επενδυτών που θα κληθούν να συµµετάσχουν στη β’ φάση για υποβολή δεσµευτικών προσφορών, σύµφωνα µε τους όρους του διαγωνισµού. Ο ανάδοχος θα αναλάβει την υποχρέωση να προβεί, µε δικές του δαπάνες, σε εργασίες συντήρησης, προσαρµογής και αποκατάστασης της περιοχής του ακινήτου.
Εφημερίδα «Κυριακάτικη Απογευματινή»