Μετά από δύο συνεχόμενες χρονιές χαμηλής παραγωγής και υψηλών τιμών η ευρωπαϊκή αγορά στο ελαιολάδου από τη σεζόν 2024/25 έχει εισέλθει πλέον σε φάση αποσυμπίεσης.
Η ανάκαμψη της παραγωγής την ελαιοκομική χρονιά 2024/25 στις κύριες παραγωγικές χώρες, ανάμεσά τους η Ισπανία και η Ελλάδα έφερε πτώση των τιμών, ώθησε τις εξαγωγές και ανέβασε την κατανάλωση.
Η αγορά παραμένει συγκρατημένα αισιόδοξη καθώς οι πρώτες προβλέψεις κάνουν λόγο για μια καλή παραγωγή την ερχόμενη ελαιοκομική περίοδο και ανάκαμψη της κατανάλωσης, αν και ανησυχία συνεχίζουν να προκαλούν οι υψηλές τιμές λιανικής και ο κίνδυνος απότομων καιρικών αλλαγών.
Ο καύσωνας σε Ισπανία και Πορογαλία
Οι πρόσφατοι καύσωνες στην Ισπανία και την Πορτογαλία θέτουν εν αμφιβόλω τις αρχικές προσδοκίες, καθώς οι υψηλές θερμοκρασίες ενδέχεται να επηρεάσουν την ανθοφορία και την καρπόδεση, με πιθανές επιπτώσεις στην επόμενη σοδειά.
Την περίοδο 2024/25, η συνολική παραγωγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση αυξήθηκε κατά 37% σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, αγγίζοντας τους 2,1 εκατομμύρια τόνους. Η εξέλιξη αυτή είχε άμεσο αντίκτυπο στις τιμές, οι οποίες υποχώρησαν δραματικά, ακόμη και κάτω από τον πενταετή μέσο όρο.
Μέσα σε μόλις έξι μήνες, οι τιμές μειώθηκαν σχεδόν στο μισό, φτάνοντας τα 350 ευρώ ανά 100 κιλά τον Ιούνιο του 2025. Πρόκειται για τιμή χαμηλότερη από τον μέσο όρο των τελευταίων πέντε ετών – ένδειξη της υπερπροσφοράς που δημιουργήθηκε στην αγορά.
Η Ισπανία πρωταγωνίστρια της ανάκαμψης
Η Ισπανία, είδε την παραγωγή της να αυξάνεται κατά 66%, φτάνοντας τους 1,4 εκατομμύρια τόνους. Πρόκειται για εντυπωσιακή επαναφορά μετά από δύο φτωχές σοδειές, χάρη στις ευνοϊκές καιρικές συνθήκες του 2024.
Η Ελλάδα ακολούθησε με άνοδο 43%, αποδεικνύοντας ότι η εγχώρια παραγωγή διατηρεί ισχυρή δυναμική όταν οι κλιματικές συνθήκες το επιτρέπουν.
Αντίθετα, η Ιταλία βρέθηκε σε «εκτός χρονιάς» κύκλο, σημειώνοντας πτώση 25% στην παραγωγή της, γεγονός που κράτησε τις τοπικές τιμές σε υψηλά επίπεδα και δημιούργησε κενά στην εσωτερική της αγορά.
Αξιοσημείωτο είναι πως, παρά την αύξηση της ευρωπαϊκής παραγωγής, οι εισαγωγές από την Τυνησία — τον βασικό εξωτερικό προμηθευτή της ΕΕ — αναμένεται επίσης να αυξηθούν, προκειμένου να καλύψουν το έλλειμμα που δημιούργησε η μειωμένη ιταλική παραγωγή.
Καθώς τα τελικά αποθέματα της περιόδου 2024/2025 αναμένεται να φθάσουν τους 450.000 τόνους, σύμφωνα με τους αναλυτές, θα είναι επερκή για να εξασφαλίσουν τη σταθερότητα για την αγορά και τους καταναλωτές.