Βασανιστικά αργά κλείνει η ψαλίδα των επιτοκίων

Στο 4,31% το περιθώριο μεταξύ του μέσου κόστους των δανείων και της μέσης απόδοσης των καταθέσεων τον Σεπτέμβριο - Κέρδη για τις τράπεζες, ζημίες για τους αποταμιευτές
14:22 - 1 Νοεμβρίου 2025

Την έντονα ανισοβαρή εικόνα που επικρατεί στην αγορά χρήματος αναδεικνύει για ακόμη μία φορά η τελευταία έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τα επιτόκια καταθέσεων και χορηγήσεων τον Σεπτέμβριο. Παρά τη σταδιακή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού (1,7% τον Οκτώβριο) και τη σχετική νομισματική σταθερότητα, η ψαλίδα μεταξύ των μέσων επιτοκίων δανείων και καταθέσεων παραμένει εντυπωσιακά υψηλή, φτάνοντας στις 4,31 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ το spread μεταξύ των υφιστάμενων καταθέσεων και δανείων διαμορφώθηκε στις 4,18 εκατοστιαίες μονάδες.

Πρόκειται για ένα περιθώριο που επιβεβαιώνει ότι το τραπεζικό σύστημα εξακολουθεί να αποκομίζει σημαντικά οφέλη από το κόστος δανεισμού των πελατών του (νοικοκυριά και επιχειρήσεις), την ώρα που οι αποταμιευτές συνεχίζουν να λαμβάνουν ελάχιστες αποδόσεις για τα χρήματά τους.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των νέων καταθέσεων παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 0,33%, ενώ το αντίστοιχο μέσο επιτόκιο νέων δανείων αυξήθηκε στο 4,51%. Ακόμη πιο χαρακτηριστικά, το μέσο επιτόκιο υφιστάμενων δανείων διαμορφώθηκε στο 4,63%, όταν οι καταθέσεις αποφέρουν μόλις 0,32%. Με απλά λόγια, οι τράπεζες συνεχίζουν να δανείζουν τα κεφάλαια που συγκεντρώνουν από τις καταθέσεις με υπερδεκαπλάσιο επιτόκιο, αποκομίζοντας τεράστιο περιθώριο κέρδους εις βάρος των καταθετών.

Αν εξετάσει κανείς τη σύνθεση των επιτοκίων, η εικόνα «ανισορροπίας» γίνεται ακόμη πιο αισθητή. Οι καταθέσεις μίας ημέρας, που αποτελούν και τη συντριπτική πλειονότητα των αποταμιεύσεων, αποδίδουν μόλις 0,03% για τα νοικοκυριά και 0,13% για τις επιχειρήσεις. Ουσιαστικά δηλαδή τα επιτόκια είναι μηδενικά. Αντίθετα, τα επιτόκια στα καταναλωτικά δάνεια φτάνουν στο 14,58%, ενώ στα επαγγελματικά δάνεια κινούνται γύρω στο 6,83%. Ακόμη και τα στεγαστικά δάνεια, τα οποία παραδοσιακά θεωρούνται πιο «φθηνά», διαμορφώνονται στο 3,52% κατά μέσο όρο.

Κερδισμένοι και χαμένοι

Η πρακτική αυτή στην ουσία τροφοδοτεί με κέρδη το τραπεζικό σύστημα. Παρότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει αρχίσει να μειώνει σταδιακά τα βασικά επιτόκιά της, η μετακύλιση αυτής της μείωσης στους δανειολήπτες είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Οι ελληνικές τράπεζες συνεχίζουν να κρατούν τα επιτόκια των καταθέσεων σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, εκμεταλλευόμενες τη χαμηλή κινητικότητα των αποταμιευτών και την έλλειψη εναλλακτικών επιλογών.

Για τους πολίτες αυτό σημαίνει πραγματική απώλεια αγοραστικής δύναμης, καθώς ο πληθωρισμός εξακολουθεί να υπερβαίνει τις αποδόσεις των καταθέσεων. Για τις επιχειρήσεις σημαίνει υψηλό κόστος χρηματοδότησης, που περιορίζει τις επενδυτικές δυνατότητες και την ανταγωνιστικότητά τους.

Ενδεικτικά ακόμη και για τις προθεσμιακές καταθέσεις, το μέσο επιτόκιο για συμφωνημένη διάρκεια έως 1 έτος από νοικοκυριά αυξήθηκε μόλις κατά 5 μονάδες βάσης στο 1,17%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των καταθέσεων από επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 7 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 1,69%. Συνολικά η διαφορά επιτοκίων λειτουργεί ως μηχανισμός μεταφοράς πλούτου από τους καταθέτες προς τις τράπεζες.

Εφημερίδα Απογευματινή