Ο κλάδος των καφέ στην Ελλάδα εξακολουθεί να αποτελεί µία από τις πιο δυναµικές αγορές, συνδυάζοντας έντονο ανταγωνισµό, επιχειρηµατική εξωστρέφεια και συνεχή προσαρµογή στις µεταβαλλόµενες οικονοµικές συνθήκες. Παρά την πληθώρα µεµονωµένων καφετεριών, που συνεχίζουν να λειτουργούν µε σταθερή πελατεία, η αγορά χαρακτηρίζεται τα τελευταία χρόνια από την κυριαρχία µεγάλων αλυσίδων, που αναπτύχθηκαν ραγδαία χάρη στο µοντέλο της δικαιόχρησης (franchise).
Το εν λόγω µοντέλο έδωσε τη δυνατότητα σε µικρές επιχειρήσεις να αποκτήσουν ενιαία ταυτότητα, οργανωµένο δίκτυο και κοινή εµπορική στρατηγική, µετατρέποντας τις επιχειρήσεις καφέ από συνοικιακές µονάδες σε οργανωµένες αλυσίδες µε πανελλαδική παρουσία. Ταυτόχρονα, µε τον τρόπο αυτό κατάφεραν να
εξαπλωθούν µε ταχείς ρυθµούς, ανοίγοντας καταστήµατα όχι µόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό.
Καταστήµατα
Η διείσδυση των µεγάλων και οργανωµένων δικτύων καφέ δεν περιόρισε τη δραστηριότητα πληθώρας παικτών. Επί της ουσίας, η αγορά είναι κατακερµατισµένη, παρουσία και πλήθους ανεξάρτητων καταστηµάτων αλλά και επιχειρήσεων ταχείας εστίασης -όπως τα Everest και τα McDonald’s-, που διαθέτουν καφέ στο
µενού τους. Παράλληλα, όλο και περισσότερα αρτοποιεία και ζαχαροπλαστεία, όπως ο Βενέτης και οι Κουλουράδες, έχουν ενσωµατώσει τον καφέ στις υπηρεσίες
τους, αυξάνοντας τον ανταγωνισµό για τις εξειδικευµένες αλυσίδες.
Ας δούµε αναλυτικά τους κυριότερους παίκτες της οργανωµένης καφεστίασης: Ο Οµιλος Γρηγόρης, ένας από τους πιο αναγνωρίσιµους παίκτες της αγοράς, κατέγραψε εντυπωσιακή βελτίωση οικονοµικών επιδόσεων. Τα έσοδά του, το 2024, ανήλθαν σε 55,71 εκατ. ευρώ, από 53,33 εκατ. ευρώ το 2023, ενώ τα καθαρά κέρδη µετά φόρων εκτοξεύθηκαν στα 7,7 εκατ. ευρώ, από 1,94 εκατ. ευρώ την προηγούµενη χρονιά. Το περιθώριο κέρδους διαµορφώθηκε στο 13,8%, µε συνολικό δίκτυο 362 καταστηµάτων, εκ των οποίων τα περισσότερα λειτουργούν µέσω franchise. Από αυτά, 340 βρίσκονται στην Ελλάδα, 8 στην Κύπρο, 2 στη Γερµανία και 4 στη Ρουµανία.
Η Coffee Island, µε έδρα την Πάτρα, διατηρεί το µεγαλύτερο δίκτυο µε 390 καταστήµατα στο εσωτερικό και 65 στο εξωτερικό. Η εξωστρεφής στρατηγική της
εταιρείας συνεχίζεται δυναµικά: τον Νοέµβριο αναµένεται το πρώτο κατάστηµα στο Παρίσι, ενώ ακολουθούν επεκτάσεις στο Τορόντο, το Βουκουρέστι και το
Αµάν της Ιορδανίας.
Παράλληλα, πρόσφατα εγκαινίασε το µεγαλύτερό της κατάστηµα στο Κάιρο, ενώ στην Ινδία διαθέτει ήδη 12 σηµεία και προγραµµατίζει άλλα τέσσερα. Παρά τη διεθνή της ανάπτυξη, ο κύκλος εργασιών το 2024 παρουσίασε ελαφρά πτώση, στα 35,75 εκατ. ευρώ από 36,99 εκατ. ευρώ το 2023, µε κέρδη προ φόρων 2,48 εκατ.
ευρώ και καθαρά κέρδη µετά φόρων 1,86 εκατ. ευρώ.
Το 7% του τζίρου της προέρχεται από το εξωτερικό. Η Coffee Berry, που υπάγεται στην εταιρεία Grand, συνεχίζει σταθερά ανοδική πορεία, µε κύκλο εργασιών
18,54 εκατ. ευρώ και καθαρά κέρδη 2,6 εκατ. ευρώ. Με πάνω από 220 καταστήµατα σε Ελλάδα, Κύπρο, Αίγυπτο, Ριάντ, Στουτγκάρδη και Καζαµπλάνκα, η εταιρεία
στρέφεται στρατηγικά προς τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, στοχεύοντας παράλληλα και στην αγορά των ΗΠΑ.
Η Mikel, µε έδρα τη Λάρισα, παραµένει µία από τις πλέον αναγνωρίσιµες ελληνικές αλυσίδες διεθνώς, µε σταθερό τζίρο, παρά το αυξηµένο κόστος λειτουργίας.
Το 2023 κατέγραψε έσοδα 18,17 εκατ. ευρώ, ελαφρώς µειωµένα από το 2022, και καθαρά κέρδη 128.900 ευρώ, έπειτα από ζηµίες το προηγούµενο έτος. Παρά τη
σταθερότητα, η εταιρεία δείχνει περιορισµένη δυναµική ανάπτυξης σε σχέση µε τα προηγούµενα χρόνια, επικεντρώνοντας πλέον στις αγορές όπου ήδη έχει παρουσία.
Ανερχόµενο όνοµα στον χώρο αποτελεί η Il Toto, η οποία ιδρύθηκε το 2017 και αναπτύχθηκε ραγδαία µέσω franchising. Το 2024 σηµείωσε αύξηση τζίρου
65%, φτάνοντας τα 15,69 εκατ. ευρώ, ενώ τα καθαρά της κέρδη διαµορφώθηκαν στα 4,14 εκατ. ευρώ, από 2,76 εκατ. ευρώ το 2023. Η ταχύτατη διεύρυνση του
δικτύου της την καθιστά µία από τις πιο υπολογίσιµες και ταυτόχρονα αναπτυσσόµενες δυνάµεις της αγοράς.
Τέλος, η Coffee Lab, που δραστηριοποιείται στην κατηγορία του specialty coffee, παρουσιάζει σταθερή ανάπτυξη µέσω franchise. Αν και τα οικονοµικά της
στοιχεία για το 2024 δεν έχουν δηµοσιευθεί ακόµη, το 2023 εµφάνισε έσοδα 6,05 εκατ. ευρώ και καθαρά κέρδη 296.900 ευρώ, επιβεβαιώνοντας τη βιώσιµη παρουσία της στην εγχώρια αγορά.
Προβλήµατα
Το σηµαντικότερο πρόβληµα που αντιµετωπίζει σήµερα ο κλάδος είναι οι έντονες ανατιµήσεις στις διεθνείς αγορές σε ό,τι αφορά την προµήθεια πράσινου ανεπεξέργαστου καφέ. Οι τιµές των δύο βασικών ποικιλιών, Arabica και Robusta, έχουν αυξηθεί τουλάχιστον κατά 150% σε σχέση µε πριν από τρία χρόνια, σύµφωνα µε τα χρηµατιστήρια εµπορευµάτων της Νέας Υόρκης και του Λονδίνου. Οι αυξήσεις αυτές έχουν επιβαρύνει σηµαντικά το κόστος για τις επιχειρήσεις επεξεργασίας και εµπορίας καφέ, αλλά και για τα τελικά σηµεία πώλησης, περιορίζοντας τα περιθώρια κέρδους.
Πρόσθετο βάρος αποτελεί ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (ΕΦΚ) που εφαρµόζεται στα προϊόντα καφέ: 2 ευρώ ανά κιλό για τον µη καβουρδισµένο, 3 ευρώ για
τον καβουρδισµένο και 4 ευρώ για τον στιγµιαίο καφέ ή τα παράγωγά του. Στο φορολογικό µέτωπο, από την 1η Ιουλίου 2024 εφαρµόζεται επίσης ΦΠΑ 24% στην
επιτόπια κατανάλωση όλων των ειδών καφέ και ροφηµάτων, ενώ µόνο οι παραγγελίες «πακέτο» (take away ή delivery) παραµένουν στο µειωµένο 13%.
Το φορολογικό αυτό πλαίσιο, σε συνδυασµό µε τις διεθνείς ανατιµήσεις, δηµιουργεί ένα δύσκολο περιβάλλον για τις επιχειρήσεις του κλάδου, ιδιαίτερα για εκείνες
που στηρίζονται σε µεγάλο ποσοστό στην καθηµερινή κατανάλωση.
Κυριακάτικη Απογευματινή- Γιώργος Λαμπίρης










